Τελευταία Νέα
Αναλύσεις – Εκθέσεις

Αναβάθμισε τις ελληνικές τράπεζες η S&P: «Αναμένουμε ενισχυμένη κερδοφορία – Κίνδυνος από μακροοικονομικές αβεβαιότητες»

Αναβάθμισε τις ελληνικές τράπεζες η S&P: «Αναμένουμε ενισχυμένη κερδοφορία – Κίνδυνος από μακροοικονομικές αβεβαιότητες»
Οι ελληνικές τράπεζες κατάφεραν με επιτυχία να εξορθολογίσουν τις δραστηριότητές τους, λέει η Standard & Poor's
Σχετικά Άρθρα
Σε αναβαθμίσεις των ελληνικών τραπεζών, μετά την αναβάθμιση των προοπτικών της χώρας, προχώρησε η Standard &Poor's.
Ο οίκος στη σχετική ανακοίνωσή του αναφέρει πως, μετά από χρόνια μεγάλων πωλήσεων μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPEs), τιτλοποιήσεων, διαγραφών και ανακτήσεων, όλοι οι συστημικοί όμιλοι σε Ελλάδα και Κύπρο μπόρεσαν να πετύχουν μείωση του δείκτη NPEs κάτω του 10%.
Οι ελληνικές τράπεζες θα έχουν υψηλή κερδοφορία,  ωστόσο οι μακροοικονομικές αβεβαιότητες σκοτεινιάζουν -κάπως- τις προοπτικές, επισημαίνεται σχετικώς.
Σε κάθε περίπτωση, η S&P αναβάθμισε τις Alpha Bank, Eurobank, Εθνική (σε BB- από 'B+) και Τράπεζα Πειραιώς (σε Β+ από Β).
Ειδικότερα, όπως αναφέρει ο οίκος, έπειτα από μια δεκαετία αγωνίας και προσπαθειών για την εξυγίανση της ποιότητας των περιουσιακών στοιχείων, τα αποτελέσματα του 2022 πιστοποιούν ότι το κυπριακό όσο και το ελληνικό τραπεζικό σύστημα βρίσκονται σε μια σημαντική καμπή στην πορεία τους προς την εξομάλυνση.
Μετά από χρόνια μεγάλων πωλήσεων μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ), τιτλοποιήσεων, διαγραφών και ανακτήσεων, όλοι οι συστημικοί δανειστές σε Ελλάδα και Κύπρο μπόρεσαν να αναφέρουν NPLs κάτω του 10%.
Επιπλέον, παρότι η περιορισμένη διάθεση για ανάληψη κινδύνων εκ μέρους των τραπεζών θα μπορούσε εν μέρει να αποδοθεί στην υποτονική ζήτηση νέων δανείων, ιδίως από τα νοικοκυριά, η επιφυλακτικότητά τους τα τελευταία χρόνια δείχνει ότι πιθανή υποβάθμιση της ποιότητας των περιουσιακών στοιχείων θα πρέπει να είναι πολύ πιο περιορισμένη από ό,τι είδαμε κατά τις προηγούμενες κρίσεις.
Σε αυτό το πλαίσιο, λέει η S&P, «μετά από μικρή αύξηση το 2023 λόγω του ασταθούς περιβάλλοντος, αναμένουμε ότι το κόστος κινδύνου θα μειωθεί σε σχέση με τα τρέχοντα επίπεδα».
Οι ορατές διαφορές μεταξύ των τραπεζών όσον αφορά την ποιότητα του ενεργητικού και ιδιαίτερα την κάλυψη θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην ανάγκη πρόσθετων προβλέψεων μεταξύ των τραπεζών και στα δύο συστήματα, οδηγώντας σε κάποια διαφοροποίηση στην απόδοση των επιμέρους οντοτήτων.
Επίσης, «σημειώνουμε ότι το κόστος κινδύνου είναι πιθανό να παραμείνει πιο αυξημένο από ό,τι στα αντίστοιχα της ΕΕ, καθώς και τα δύο τραπεζικά συστήματα εξακολουθούν να διατηρούν ορισμένα χαρακτηριστικά που ενισχύουν την ευπάθειά τους στην περίπτωση ύφεσης, ιδίως τις σημαντικές συγκεντρώσεις τους από τις 31 Δεκεμβρίου 2022, σε ασταθή τομείς, όπως οι κατασκευές - ακίνητα (13% στην Κύπρο, 10% στην Ελλάδα) και ο τουρισμός (10% στην Κύπρο, 14% στην Ελλάδα)».
Από τα μέσα της δεκαετίας του 2010, οι ελληνικές τράπεζες έχουν υποβληθεί σε σημαντική αναδιάρθρωση κόστους για τον εξορθολογισμό των εργασιών τους.
Οι ελληνικές τράπεζες κατάφεραν με επιτυχία να εξορθολογίσουν τις δραστηριότητές τους μέσω δεικτών κόστους-αποτελεσματικότητας και πωλήσεων μη βασικών περιουσιακών στοιχείων, οδηγώντας τους δείκτες κόστους προς εισόδημα των τραπεζών να βελτιωθούν στο κλείσιμο ή κάτω από το 40%.
Αυτό τους τοποθετεί μεταξύ των καλύτερων από άποψη απόδοσης στην Ευρώπη. Οι κυπριακές τράπεζες έχουν καθυστερήσει, ωστόσο οι δείκτες κόστους προς έσοδα πιθανόν να παραμείνουν ελαφρώς πάνω από το 60% την περίοδο 2023-2024.
Οι αυξήσεις των επιτοκίων θα διευκολύνουν περαιτέρω την ανάκαμψη των κερδών στα τραπεζικά συστήματα τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Κύπρο…
Η αύξηση των επιτοκίων ενίσχυσε την κερδοφορία των τραπεζών το 2022 και αναμένεται να συνεχίσει να ενισχύει τα κέρδη το 2023.
Η κερδοφορία των τραπεζών έχει βελτιωθεί μετά από χρόνια ζημιών.
«Αναμένουμε ενισχυμένη κερδοφορία, υποστηριζόμενη από χαμηλότερες προβλέψεις και πρόσθετα οφέλη από την αναπροσαρμογή των δανείων σε υψηλότερα επιτόκια, αλλά και τη συνεχή εστίαση στον έλεγχο των λειτουργικών δαπανών».
Επιπρόσθετα, αναμένουμε αύξηση των δανειακών κεφαλαίων των τραπεζών κατά 3%-4% το 2023-2024 στην Ελλάδα και 2% στην Κύπρο, κυρίως χάρη στην ώθηση από την αναμενόμενη αξιοποίηση των κονδυλίων στήριξης της ΕΕ.
Αυτό θα συμβεί μετά από χρόνια πιστωτικής συρρίκνωσης, η οποία θα οφείλεται στις πωλήσεις μεγάλων μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPE).
Τούτου λεχθέντος, οι μακροοικονομικές αβεβαιότητες δημιουργούν υψηλά πιθανά αρνητικά σημεία.
Όπως και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, οι αυξήσεις των επιτοκίων θα οδηγήσουν σε υψηλότερο κόστος χρηματοδότησης, αλλά οι τράπεζες θα επωφεληθούν από ισχυρότερα προφίλ χρηματοδότησης σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια και από περιορισμένες ανάγκες χρηματοδότησης στη χονδρική.
Η απομόχλευση και η ενοποίηση του συστήματος τα τελευταία χρόνια έχουν μειώσει σημαντικά τις πιέσεις χρηματοδότησης.
Ο δείκτης καταθέσεων δανείων προς πελάτες βελτιώθηκε στο 65%-70% στο τέλος του 2022 από το ανώτατο όριο του 174% το 2015 για την Ελλάδα και 185% το 2013 για την Κύπρο, ενώ το εξωτερικό χρέος περιορίζεται στην ελάχιστη απαίτηση για ίδια κεφάλαια και μέσα επιλέξιμων υποχρεώσεων (MREL) και στοχευμένες πράξεις πιο μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης (TLTRO).
Κατά το 2022, οι εγχώριες καταθέσεις πελατών αυξήθηκαν κατά 4,5% στην Ελλάδα και 3,5% στην Κύπρο.
Ο ανταγωνισμός τιμολόγησης μεταξύ των τραπεζών για την προσέλκυση ή τη διατήρηση καταθέσεων θα πρέπει να είναι μέτριος και να οδηγεί σε διαχειρίσιμη αύξηση του κόστους χρηματοδότησης.
Ωστόσο, η αβεβαιότητα περιβάλλει τα επιτόκια μετακύλισης και τα ποσά των καταθέσεων όψεως που θα διοχετευθούν σε προθεσμιακές καταθέσεις, δεδομένου ότι η χρηματοδότηση αυτήν τη στιγμή στρέφεται σε μεγάλο βαθμό προς φθηνές καταθέσεις όψεως.

TLTROs

Οι ανησυχίες για τις θέσεις ρευστότητας των τραπεζών μετά την πληρωμή των TLTRO δείχνουν να λειαίνονται.
Ορισμένες ελληνικές και κυπριακές τράπεζες έχουν ήδη αρχίσει να αποπληρώνουν δάνεια TLTRO, με αμελητέα επίδραση στον καθαρό δείκτη σταθερής χρηματοδότησης (NSFR) και στον δείκτη κάλυψης ρευστότητας (LCR)…
«Πιστεύουμε ότι οι τράπεζες θα συνεχίσουν να εμφανίζουν πλεονάζουσα ρευστότητα μετά την αποπληρωμή των TLTRO» λέει η S&P.
Το μέσο NSFR στο τέλος του έτους 2022 για τις τράπεζες της Ελλάδας ήταν 132% και 170% για τις τράπεζες της Κύπρου.
Οι τράπεζες αξιοποιούν όλο και περισσότερο τις αγορές εξωτερικού χρέους για να εξασφαλίσουν εναλλακτικές μακροπρόθεσμες πηγές χρηματοδότησης, εν μέρει με τις εκδόσεις ομολόγων που στοχεύουν στην επίτευξη των στόχων για κεφάλαια MREL στο τέλος του έτους 2025.
Παρά την αστάθεια της αγοράς, οι ελληνικές τράπεζες συνέχισαν να εκδίδουν προνομιούχες τίτλους σε τακτική βάση.
Και μολονότι σε μικρότερο βαθμό, οι κυπριακές τράπεζες έχουν εκδώσει επίσης ομόλογα MREL τα τελευταία δύο χρόνια.
«Αναθεωρήσαμε τη βαθμολογία κινδύνου του κλάδου»
Το κυπριακό χρηματοπιστωτικό σύστημα εξακολουθεί να δείχνει εξάρτηση από μη εγχώριους καταθέτες, οι οποίοι, κατά τη γνώμη μας, μπορεί να είναι λιγότερο σταθεροί από την παραδοσιακή λιανική χρηματοδότηση σε ένα σενάριο πίεσης.
Ωστόσο, «σημειώνουμε ότι οι καταθέσεις αλλοδαπών μειώθηκαν σε περίπου 16% επί των συνολικών καταθέσεων στο τέλος του 2022, από πάνω από 30% το 2012.
Επιπλέον, παρά τον αντίκτυπο των δυτικών κυρώσεων σε ορισμένες ρωσικές οντότητες και ιδιώτες, και παρά την πρόσφατα αυξημένη αστάθεια της κεφαλαιαγοράς, οι καταθέσεις στην Κύπρο αποδείχθηκαν συνολικά… κολλώδεις και δεν έδειξαν σημάδια αστάθειας.
Κατά συνέπεια, πραγματοποιήσαμε ορισμένες αναθεωρήσεις στην Αξιολόγηση Κινδύνου Χώρας του Τραπεζικού κλάδου (BICRA) τόσο για την Ελλάδα όσο και για την Κύπρο.
Αναθεωρήσαμε τη βαθμολογία κινδύνου του κλάδου μας για το BICRA της Ελλάδας σε '7' από '8' και την τάση του κλάδου μας σε θετική από σταθερή.
Εκτός από τις διάφορες ενέργειες αξιολόγησης σε κυπριακές και ελληνικές τράπεζες, αυξήσαμε τα RCR μας σε τέσσερις ελληνικές τράπεζες κατά δύο βαθμίδες, αυξάνοντας την άνοδο πάνω από τις αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας του εκδότη σε δύο βαθμίδες από μία βαθμίδα προηγουμένως.
Πιστεύουμε ότι μετά τον επιτυχημένο μετασχηματισμό των ισολογισμών των τελευταίων ετών και την αποκατάσταση των κερδών, είναι ευκολότερο για την ελληνική ρυθμιστική αρχή να προχωρήσει σε μια τακτική εξυγίανση των ελληνικών εγχώριων συστημικά σημαντικών τραπεζών (DSIB).
Αυτό δεν συνέβη το 2018 όταν εκχωρήσαμε RCR σε ελληνικά DSIB και αποφασίσαμε να περιορίσουμε το χάσμα μεταξύ των αξιολογήσεων πιστοληπτικής ικανότητας των εκδοτών και των προστατευόμενων υποχρεώσεων σε μια βαθμίδα.
Εκείνο το έτος, οι ελληνικές τράπεζες είχαν περιορισμένα ποσά βασικών και μειωμένων υποχρεώσεων.
Τα τελευταία χρόνια, ωστόσο, έχουμε δει ελληνικές τράπεζες να εκδίδουν πρόσθετα μέσα 1ης και βαθμίδας 2 και ομόλογα προνομιούχων προνομιούχων.
Για παράδειγμα, οι περισσότερες ελληνικές τράπεζες είναι πλέον κοντά στην επίτευξη των στόχων τους για το MREL στα τέλη του 2025.
Ως εκ τούτου, πιστεύουμε ότι τα αυξημένα αποθέματα ασφαλείας από τέτοιες υποχρεώσεις θα βοηθήσουν τη ρυθμιστική αρχή να σχεδιάσει την τακτική εξυγίανσή τους, επιτρέποντας στις τράπεζες να διατηρήσουν τις δραστηριότητές τους».

Εθνική Τράπεζα

Η νέα αξιολόγηση είναι «BB-» από «B+» με θετικό outlook.
Η S&P αύξησε τη μακροπρόθεσμη αξιολόγηση, καθώς η τράπεζα έχει αναδιαρθρώσει επιτυχώς τον ισολογισμό της και επειδή οι κίνδυνοι χρηματοδότησης σε όλο το σύστημα στην Ελλάδα έχουν αμβλυνθεί.
Εκτιμά επίσης ότι η λειτουργική απόδοση και το προφίλ κινδύνου της τράπεζας βελτιώνονται και πλησιάζουν στον μέσο όρο των ευρωπαϊκών τραπεζών με καλύτερη αξιολόγηση και ότι το χάσμα θα συνεχίσει να μειώνεται τους επόμενους 12 μήνες.
Ειδικότερα, η S&P τονίζει ότι η Εθνική έχει τον καλύτερο δείκτη κάλυψης προβλέψεων για ζημίες δανείων στον ελληνικό τραπεζικό τομέα στο 87%, μαζί με κεφαλαιακό δείκτη CET1 στο 15,7%. Επιπλέον, οι λόγοι κόστους-κινδύνου και NPEs διαμορφώθηκαν στις 70 μονάδες βάσης (bps) και στo 5,2%, αντίστοιχα, στο τέλος του έτους 2022. Οι αναλυτές της S&P αναμένουν ότι το κόστος του κινδύνου θα βελτιωθεί σε 50-60 μονάδες βάσης έως το 2025, ενώ ο δείκτης NPEs της Εθνικής αναμένεται να μειωθεί κάτω από το 4,5%.
Λαμβάνοντας στήριξη από το περιβάλλον των επιτοκίων, το βελτιωμένο προφίλ κινδύνου της Εθνικής θα ωφελήσει την κερδοφορία και τη δημιουργία κεφαλαίων.
Ως εκ τούτου, η S&P δίνει στην Εθνική θετικές προοπτικές.

Τράπεζα Πειραιώς

Η νέα αξιολόγηση είναι «BB+» από «B» με θετικό outlook.
Η S&P αύξησε τις αξιολογήσεις για την Τράπεζα Πειραιώς για να αντικατοπτρίσει την άποψη ότι η τράπεζα έχει αναδιαρθρώσει επιτυχώς τον ισολογισμό της και επειδή οι κίνδυνοι χρηματοδότησης σε όλο το σύστημα στην Ελλάδα έχουν αμβλυνθεί.
Το πιο σημαντικό είναι ότι η Τράπεζα Πειραιώς κατάφερε να μειώσει τον δείκτη NPEs κάτω από το 10%, αν και η κάλυψη των ζημιών της από τα αποθεματικά είναι χαμηλότερη από της Εθνικής και της Eurobank. Η Πειραιώς διατήρησε επίσης το LCR και το NSFR της πολύ πάνω από τις ελάχιστες απαιτήσεις, παρά την πρόωρη αποπληρωμή TLTRO ύψους 9 δισ. ευρώ τον Δεκέμβριο του 2022.
Οι θετικές προοπτικές για την Τράπεζα Πειραιώς τους επόμενους 12 μήνες αντικατοπτρίζουν την προσδοκία της S&P για περαιτέρω βελτίωση της ποιότητας του ενεργητικού της σε επίπεδο αντίστοιχο με τις τράπεζες στο κάτω άκρο της κατηγορίας «BB».
O οίκος αξιολόγησης εκτιμά ότι η τράπεζα θα μειώσει τα NPEs της κάτω από το 6% των συνολικών δανείων της μέχρι το τέλος του 2023, με κόστος κινδύνου 100 μονάδων βάσης το 2023 και περίπου 90 μονάδων βάσης το 2024.
Αναμένει μόνο σταδιακή βελτίωση των κερδών.

Eurobank

Η νέα αξιολόγηση είναι «BB-» από «B+» με θετικό outlook.
Η S&P αύξησε τις αξιολογήσεις για τη Eurobank και την Eurobank Holdings για να αντικατοπτρίσει την άποψη ότι η τράπεζα έχει αναδιαρθρώσει επιτυχώς τον ισολογισμό και επειδή οι κίνδυνοι χρηματοδότησης σε όλο το σύστημα στην Ελλάδα έχουν αμβλυνθεί.
Θεωρεί επίσης ότι η λειτουργική απόδοση και το προφίλ κινδύνου της τράπεζας έχουν βελτιωθεί και πλησιάσει πιο κοντά στον μέσο όρο των ευρωπαϊκών τραπεζών με καλύτερη αξιολόγηση και ότι το χάσμα θα συνεχίσει να μειώνεται τους επόμενους 12-18 μήνες.
Η Eurobank ήταν η πρώτη ελληνική τράπεζα που προχώρησε σε μεγάλες τιτλοποιήσεις και τώρα απολαμβάνει ισχυρό δείκτη κάλυψης στο 74,6% μαζί με κεφαλαιακό δείκτη CET-1 στο 15,2%. Επιπλέον, ο δείκτης κόστους-ασφαλούς κινδύνου και NPEs της Eurobank διαμορφώθηκαν σε 72 μονάδες βάσης και 5,2%, αντίστοιχα, στο τέλος του 2022, και η S&P προβλέπει ότι θα βελτιωθεί περαιτέρω έως το 2025 σε 60 μονάδες βάσης και 4,5%-5,0%, αντίστοιχα.
Λαμβάνοντας στήριξη από το περιβάλλον των επιτοκίων και το ισχυρό franchise της στη Βουλγαρία και την Κύπρο, το βελτιωμένο προφίλ κινδύνου της Eurobank θα ωφελήσει την κερδοφορία και τη δημιουργία κεφαλαίων.
Ως εκ τούτου, η S&P δίνει στη Eurobank θετικές προοπτικές.

Αlpha Bank

Η νέα αξιολόγηση είναι «BB-» από «B+» με σταθερό outlook.
H S&P αύξησε τις αξιολογήσεις για την Alpha και την Alpha Services and Holdings επειδή θεωρεί ότι η τράπεζα έχει αναδιαρθρώσει επιτυχώς τον ισολογισμό και επειδή οι κίνδυνοι χρηματοδότησης σε όλο το σύστημα στην Ελλάδα έχουν αμβλυνθεί.
Οι σταθερές προοπτικές για την Alpha Βank τους επόμενους 12 μήνες αντικατοπτρίζουν την προσδοκία για βελτίωση στα κέρδη, την ποιότητα του ενεργητικού και την κεφαλαιοποίησή, αν και με βραδύτερο ρυθμό από ό,τι τα τελευταία χρόνια, λόγω των λιγότερο σταθερών μακροοικονομικών συνθηκών. Ως εκ τούτου, αναμένει ότι οι πιστωτικές ζημίες του ομίλου θα συνεχίσουν να μειώνονται, το οποίο θα συνοδευτεί από οριακή αύξηση της κάλυψης των ζημιών από τα αποθεματικά, αλλά η κάλυψη πιθανότατα θα παραμείνει κάτω από αυτή των ομότιμων τραπεζών με αξιολόγηση «ΒΒ».

www.bankinngnews.gr

Ρoή Ειδήσεων

Σχόλια αναγνωστών

Δείτε επίσης