Άρθρο του κ. Σαράντου Λέκκα, οικονομολόγου στο bankingnews.gr
Επεκτείνεται η περίμετρος των συναλλαγών που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την λήψη της χρυσής βίζας, δηλαδή του τρόπου απόκτησης άδειας ελεύθερης παραμονής στην χώρα για αρχικό διάστημα πέντε τουλάχιστον ετών, πέρα από την αγορά ακινήτων και στα χρηματοοικονομικά προϊόντα (ομόλογα , καταθέσεις , μετοχές ).
Ήδη δρομολογείται η απόκτηση χρυσής βίζας μέσω τοποθετήσεων άνω των 400.000 € σε ομόλογα και καταθέσεις και άνω των 800.000 € σε μετοχές.
Μέχρι σήμερα δίνονται άδειες πενταετούς παραμονής σε όσους πολίτες τρίτων χωρών επενδύσουν τουλάχιστον 250.000 ευρώ στην ελληνική αγορά ακινήτων, καθώς και στα μέλη της οικογένειάς τους.
Ηθικά διλήμματα τέθηκαν εξ’ αρχής .
Το αρχικό ηθικό δίλημμα αφορούσε τον ευτελή τρόπο απόκτησης του δικαιώματος παραμονής στη χώρα μέσω της απόκτησης περιουσιακών στοιχείων στο τομέα της κατοικίας με το απλό σκεπτικό ότι όλα τελικά μπορούν να εξαγοραστούν στην σύγχρονη μορφή της παγκοσμιοποίησης σε αντίθεση με το σκεπτικό και τον τρόπο προσέγγισης των προγόνων μας.
Τελικά ποιοι έχουν δίκιο, οι Αρχαίοι Έλληνες των οποίων η πολιτική σκέψη δεν καθορίζονταν με στενούς οικονομικούς όρους και οικονομικά συμφέροντα ή οι σύγχρονοι Έλληνες που προσαρμόζουν, αξίες, ιδεώδη, παραδόσεις στην βάση των οικονομικών αναγκών ;
Πολλοί θα ισχυριστούν ότι η απάντηση είναι εύκολη αφού η πρακτική των Αρχαίων Ελλήνων δοκιμάστηκε επί αιώνες και γνωρίζουμε τα αποτελέσματα της ενώ η πρακτική των συγχρόνων στην μορφή που την συναντούμε κυρίως τις τελευταίες δεκαετίες και με ιδιαίτερη ένταση με την έλευση των μνημονίων θα επιφέρει τις όποιες μεταβολές μετά από δεκαετίες .
Ο λόγος για την ιδιοκτησία γης και ειδικότερα για την δυνατότητα απόκτησης γης από μη κάτοικους της χώρας.
Γενικότερα σε όλες τις προβιομηχανικές κοινωνίες η πιο σημαντική μορφή περιουσίας ήταν η γη.
Στην Αρχαία Ελλάδα μόνο οι γνήσιοι πολίτες μιας πόλης –κράτους είχαν το δικαίωμα να κατέχουν γη.
Ειδικότερα την Αρχαία Αθήνα οι αλλοδαποί κάτοικοι οι λεγόμενοι μέτοικοι δεν επιτρέπονταν να κατέχουν γη.
Μπορεί να κυριαρχούσαν στο εμπόριο και στην βιομηχανία της εποχής, να κατείχαν ρευστό όμως δεν είχαν το δικαίωμα να αγοράζουν γη.
Λογικό εάν σκεφθούμε ότι ένας από τους βασικούς λόγους που συνέτεινε στην ίδρυση αποικιών ήταν η έλλειψη εύφορης και καλλιεργήσιμης γης.
Όμως επειδή πιστωτικό σύστημα με την έννοια που το συναντούμε σήμερα δεν υπήρχε η απόκτηση γης και σπιτιών γίνονταν τοις μετρητοίς οπότε τέτοιες δυνατότητες είχαν μόνο οι πλούσιοι.
Η κατοχή γης ήταν ένδειξη αριστοκρατικής καταγωγής γι’ αυτό και πολλοί πλούσιοι έμμεσα εξαγόραζαν μέσω της απόκτησης γης και τίτλους καταγωγής.
Στην σύγχρονη εποχή τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Κύπρο η οπτική γωνιά είναι εντελώς διαφορετική .
Στην Ελλάδα από το 2013, με το νόμο 4146/2013 θεσπίστηκε το καθεστώς της "Χρυσής Βίζας" παρέχοντας άδειες πενταετούς παραμονής σε όσους πολίτες τρίτων χωρών επενδύσουν τουλάχιστον 250.000 ευρώ στην ελληνική αγορά ακινήτων, καθώς και στα μέλη της οικογένειάς τους.
Ο ελληνικός νόμος είναι ελκυστικός αφού οι συγκρίσεις με άλλες χώρες δείχνουν ότι τα αντίστοιχα προγράμματα άλλων χωρών είναι πιο ακριβά.
Με πρωταγωνιστές τους Κινέζους δευτερευόντως τους Ρώσους και τελευταία Τούρκους και Λιβανέζους ο νόμος φαίνεται πως είχε σχετική ανταπόκριση με το 2017 να κερδίζει τις εντυπώσεις αφού εκδόθηκαν 1684 άδειες, έναντι 1550 του 2016 και έναντι 968 του 2015.
Εάν σκεφθούμε ότι κατά τον πρώτο χρόνο εφαρμογής του νόμου το 2013 δόθηκαν 20 άδειες και το δεύτερο 455 τότε είναι εμφανές ότι την τελευταία τριετία καταγράφεται μια σταθερή αύξηση των χορηγούμενων αδειών .
Για το 2018 και με στοιχεία Αυγούστου έχουν δοθεί 661 άδειες παραμονής.
Στην Κύπρο η κατάσταση είναι διαφορετική μιας και έχει υιοθετηθεί μια πιο προχωρημένη πρακτική.
Από το Φθινόπωρο του 2016 με στόχο την προσέλκυση ξένων επενδυτών δίνεται η δυνατότητα απόκτησης γης με δέλεαρ την κυπριακή υπηκοότητα.
Βέβαια η Κύπρος θέτει τον πήχη υψηλότερα αφού το πρόγραμμα αφορά σε επενδύσεις τουλάχιστον 2 εκατ. ευρώ για αγορά και ανέγερση ακινήτων με σκοπό εμπορικές και οικιστικές δράσεις ενώ υπάρχει η δυνατότητα και οι γονείς του επενδυτή να αγοράζουν ακίνητη περιουσία με ελάχιστο ποσό το ένα εκατομμύριο ευρώ.
Πολλοί αναφερόμενοι στην κυπριακή αγορά ακινήτων θεωρούν ότι η αναβάθμιση της σχετίζεται με την συγκεκριμένη πρακτική ενώ θεωρούν ότι ένας σημαντικός λόγος που οι ξένοι επενδύσεις προτιμούν την Κύπρο είναι η απόκτηση της κυπριακής υπηκοότητας που μετατρέπει τους μη κατοίκους της χώρας όχι απλά σε Κυπρίους αλλά σε Ευρωπαίους πολίτες.
Το ερώτημα παραμένει.
Ποιοι τελικά έχουν δίκιο, οι Αρχαίοι ή οι σύγχρονοι Έλληνες ;
Ερώτημα αφελές την εποχή της παγκοσμιοποίησης , όμως τεκμηριωμένη απάντηση θα υπάρχει μετά από δεκαετίες όταν οι σύγχρονες πρακτικές προς χάριν φυσικά της οικονομίας θα έχουν απτά αποτελέσματα.
Σήμερα έχουμε φθάσει στο σημείο που ακόμη και η Γερμανία για λόγους τόνωσης της ανταγωνιστικότητας να εξαγγέλλει την πρόθεση απορρόφησης ενός εκατομμυρίου μεταναστών κρύβοντας τις πραγματικές της προθέσεις και διανθίζοντας την πρωτοβουλία με ανθρωπιστική διάσταση.
Τα πάντα προς χάριν οικονομίας.
Σαράντος Λέκκας Οικονομολόγος
Ήδη δρομολογείται η απόκτηση χρυσής βίζας μέσω τοποθετήσεων άνω των 400.000 € σε ομόλογα και καταθέσεις και άνω των 800.000 € σε μετοχές.
Μέχρι σήμερα δίνονται άδειες πενταετούς παραμονής σε όσους πολίτες τρίτων χωρών επενδύσουν τουλάχιστον 250.000 ευρώ στην ελληνική αγορά ακινήτων, καθώς και στα μέλη της οικογένειάς τους.
Ηθικά διλήμματα τέθηκαν εξ’ αρχής .
Το αρχικό ηθικό δίλημμα αφορούσε τον ευτελή τρόπο απόκτησης του δικαιώματος παραμονής στη χώρα μέσω της απόκτησης περιουσιακών στοιχείων στο τομέα της κατοικίας με το απλό σκεπτικό ότι όλα τελικά μπορούν να εξαγοραστούν στην σύγχρονη μορφή της παγκοσμιοποίησης σε αντίθεση με το σκεπτικό και τον τρόπο προσέγγισης των προγόνων μας.
Τελικά ποιοι έχουν δίκιο, οι Αρχαίοι Έλληνες των οποίων η πολιτική σκέψη δεν καθορίζονταν με στενούς οικονομικούς όρους και οικονομικά συμφέροντα ή οι σύγχρονοι Έλληνες που προσαρμόζουν, αξίες, ιδεώδη, παραδόσεις στην βάση των οικονομικών αναγκών ;
Πολλοί θα ισχυριστούν ότι η απάντηση είναι εύκολη αφού η πρακτική των Αρχαίων Ελλήνων δοκιμάστηκε επί αιώνες και γνωρίζουμε τα αποτελέσματα της ενώ η πρακτική των συγχρόνων στην μορφή που την συναντούμε κυρίως τις τελευταίες δεκαετίες και με ιδιαίτερη ένταση με την έλευση των μνημονίων θα επιφέρει τις όποιες μεταβολές μετά από δεκαετίες .
Ο λόγος για την ιδιοκτησία γης και ειδικότερα για την δυνατότητα απόκτησης γης από μη κάτοικους της χώρας.
Γενικότερα σε όλες τις προβιομηχανικές κοινωνίες η πιο σημαντική μορφή περιουσίας ήταν η γη.
Στην Αρχαία Ελλάδα μόνο οι γνήσιοι πολίτες μιας πόλης –κράτους είχαν το δικαίωμα να κατέχουν γη.
Ειδικότερα την Αρχαία Αθήνα οι αλλοδαποί κάτοικοι οι λεγόμενοι μέτοικοι δεν επιτρέπονταν να κατέχουν γη.
Μπορεί να κυριαρχούσαν στο εμπόριο και στην βιομηχανία της εποχής, να κατείχαν ρευστό όμως δεν είχαν το δικαίωμα να αγοράζουν γη.
Λογικό εάν σκεφθούμε ότι ένας από τους βασικούς λόγους που συνέτεινε στην ίδρυση αποικιών ήταν η έλλειψη εύφορης και καλλιεργήσιμης γης.
Όμως επειδή πιστωτικό σύστημα με την έννοια που το συναντούμε σήμερα δεν υπήρχε η απόκτηση γης και σπιτιών γίνονταν τοις μετρητοίς οπότε τέτοιες δυνατότητες είχαν μόνο οι πλούσιοι.
Η κατοχή γης ήταν ένδειξη αριστοκρατικής καταγωγής γι’ αυτό και πολλοί πλούσιοι έμμεσα εξαγόραζαν μέσω της απόκτησης γης και τίτλους καταγωγής.
Στην σύγχρονη εποχή τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Κύπρο η οπτική γωνιά είναι εντελώς διαφορετική .
Στην Ελλάδα από το 2013, με το νόμο 4146/2013 θεσπίστηκε το καθεστώς της "Χρυσής Βίζας" παρέχοντας άδειες πενταετούς παραμονής σε όσους πολίτες τρίτων χωρών επενδύσουν τουλάχιστον 250.000 ευρώ στην ελληνική αγορά ακινήτων, καθώς και στα μέλη της οικογένειάς τους.
Ο ελληνικός νόμος είναι ελκυστικός αφού οι συγκρίσεις με άλλες χώρες δείχνουν ότι τα αντίστοιχα προγράμματα άλλων χωρών είναι πιο ακριβά.
Με πρωταγωνιστές τους Κινέζους δευτερευόντως τους Ρώσους και τελευταία Τούρκους και Λιβανέζους ο νόμος φαίνεται πως είχε σχετική ανταπόκριση με το 2017 να κερδίζει τις εντυπώσεις αφού εκδόθηκαν 1684 άδειες, έναντι 1550 του 2016 και έναντι 968 του 2015.
Εάν σκεφθούμε ότι κατά τον πρώτο χρόνο εφαρμογής του νόμου το 2013 δόθηκαν 20 άδειες και το δεύτερο 455 τότε είναι εμφανές ότι την τελευταία τριετία καταγράφεται μια σταθερή αύξηση των χορηγούμενων αδειών .
Για το 2018 και με στοιχεία Αυγούστου έχουν δοθεί 661 άδειες παραμονής.
Στην Κύπρο η κατάσταση είναι διαφορετική μιας και έχει υιοθετηθεί μια πιο προχωρημένη πρακτική.
Από το Φθινόπωρο του 2016 με στόχο την προσέλκυση ξένων επενδυτών δίνεται η δυνατότητα απόκτησης γης με δέλεαρ την κυπριακή υπηκοότητα.
Βέβαια η Κύπρος θέτει τον πήχη υψηλότερα αφού το πρόγραμμα αφορά σε επενδύσεις τουλάχιστον 2 εκατ. ευρώ για αγορά και ανέγερση ακινήτων με σκοπό εμπορικές και οικιστικές δράσεις ενώ υπάρχει η δυνατότητα και οι γονείς του επενδυτή να αγοράζουν ακίνητη περιουσία με ελάχιστο ποσό το ένα εκατομμύριο ευρώ.
Πολλοί αναφερόμενοι στην κυπριακή αγορά ακινήτων θεωρούν ότι η αναβάθμιση της σχετίζεται με την συγκεκριμένη πρακτική ενώ θεωρούν ότι ένας σημαντικός λόγος που οι ξένοι επενδύσεις προτιμούν την Κύπρο είναι η απόκτηση της κυπριακής υπηκοότητας που μετατρέπει τους μη κατοίκους της χώρας όχι απλά σε Κυπρίους αλλά σε Ευρωπαίους πολίτες.
Το ερώτημα παραμένει.
Ποιοι τελικά έχουν δίκιο, οι Αρχαίοι ή οι σύγχρονοι Έλληνες ;
Ερώτημα αφελές την εποχή της παγκοσμιοποίησης , όμως τεκμηριωμένη απάντηση θα υπάρχει μετά από δεκαετίες όταν οι σύγχρονες πρακτικές προς χάριν φυσικά της οικονομίας θα έχουν απτά αποτελέσματα.
Σήμερα έχουμε φθάσει στο σημείο που ακόμη και η Γερμανία για λόγους τόνωσης της ανταγωνιστικότητας να εξαγγέλλει την πρόθεση απορρόφησης ενός εκατομμυρίου μεταναστών κρύβοντας τις πραγματικές της προθέσεις και διανθίζοντας την πρωτοβουλία με ανθρωπιστική διάσταση.
Τα πάντα προς χάριν οικονομίας.
Σαράντος Λέκκας Οικονομολόγος
Σχόλια αναγνωστών