Η εξωτερική πολιτική βασίζεται σε αφηγήματα, θεσμούς και ισχύ.
Το παράδοξο της εποχής μας είναι πως ένας μόνο ηγέτης κατάφερε να διαταράξει και τα τρία ταυτόχρονα.
Από την επιστροφή του στον Λευκό Οίκο, ο Donald Trump έχει επαναφέρει μια διπλωματία της στιγμής, βασισμένη σε συμφωνίες-εξπρές, καχυποψία απέναντι σε διεθνείς οργανισμούς και, κυρίως, αποδόμηση των μηχανισμών που έκαναν κάποτε τις Ηνωμένες Πολιτείες σημείο αναφοράς της παγκόσμιας τάξης.
Στο κενό που αφήνει αυτή η αποχώρηση, η Κίνα δεν σπεύδει να εγκαθιδρύσει ηγεμονία· απλώς υφαίνει υπομονετικά ένα δίκτυο παράλληλων θεσμών, νομισματικών γραμμών, εμπορικών οδών και φόρουμ συνεργασίας που της δίνουν κάτι πολύ πιο ανθεκτικό από κυριαρχία: νομιμοποίηση.
Από τον Ιανουάριο, ο Trump έχει κηρύξει «εθνική εμπορική έκτακτη ανάγκη» και έχει επιβάλει βασικό δασμό 10% σε σχεδόν όλες τις εισαγωγές, αυξάνοντας περαιτέρω τους συντελεστές για χώρες με εμπορικό πλεόνασμα έναντι των ΗΠΑ. Το σκεπτικό είναι γνωστό: «ανταποδοτικότητα».
Η πράξη όμως δείχνει κάτι διαφορετικό – μια Ουάσινγκτον που θεωρεί τους δασμούς, όχι ως ύστατο μέσο πίεσης, αλλά ως κανονικό εργαλείο πολιτικής, σημειώνει σε άρθρο του στο Geopolitical Monitor, ο Peter Rodgers.
Ταυτόχρονα, το Υπουργείο Εμπορίου αυστηροποίησε τους ελέγχους εξαγωγών σε εταιρείες που συνδέονται με την Κίνα, διευρύνοντας τη λεγόμενη «Entity List» και ουσιαστικά τιμωρώντας ακόμη και θυγατρικές.
Οι σύμμαχοι βλέπουν πλέον την Ουάσινγκτον όχι ως προβλέψιμο εταίρο, αλλά ως παράγοντα κινδύνου.
Η αποχώρηση από τους θεσμούς και το κενό που γέμισε το Πεκίνο
Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν μειώσει ή διακόψει τη χρηματοδότηση διεθνών οργανισμών – από τον ΠΟΥ έως την UNESCO – ενώ επανεξετάζουν τη συμμετοχή τους σε δεκάδες άλλες πολυμερείς δομές.
Το οικονομικό κόστος είναι μικρό, αλλά το διπλωματικό κόστος τεράστιο.
Οι εταίροι προετοιμάζουν εναλλακτικά κανάλια συνεργασίας και επίλυσης διαφορών, που δεν χρειάζονται πλέον την αμερικανική σφραγίδα.
Η Κίνα, αντιθέτως, συνεχίζει να χτίζει μια «πολυκεντρική αρχιτεκτονική».
Ο Οργανισμός Συνεργασίας της Σαγκάης (SCO) εγκαινίασε νέα στρατηγική δεκαετίας, με προτάσεις για αναπτυξιακή τράπεζα και κέντρα ασφάλειας.
Τα BRICS διευρύνθηκαν, προσθέτοντας μέλη όπως η Αίγυπτος, η Ινδονησία, η Σαουδική Αραβία και τα ΗΑΕ – όχι για να υποκαταστήσουν το G7, αλλά για να δημιουργήσουν μια νέα εστία επιρροής στον Παγκόσμιο Νότο.
Το «παράλληλο σύστημα»
Πιο αθόρυβα, η Κίνα επεκτείνει τη νομισματική και χρηματοπιστωτική της υποδομή.
Η συμφωνία ανταλλαγής ευρώ–γιουάν μεταξύ ΕΚΤ και PBOC ανανεώθηκε, ενώ το CIPS – το κινεζικό σύστημα διασυνοριακών πληρωμών – διαχειρίστηκε το 2024 συναλλαγές ύψους 175 τρισεκατομμυρίων γουάν.
Το δολάριο δεν απειλείται άμεσα, αλλά ο κόσμος των αποκλειστικών καναλιών έχει τελειώσει.
Ακόμη και η Πρωτοβουλία «Belt and Road» παραμένει ενεργή, παρά τις αποχωρήσεις Ιταλίας και Παναμά.
Νέες χώρες, όπως η Κολομβία, υπογράφουν συμφωνίες συνεργασίας, αποδεικνύοντας ότι η κινεζική εξωτερική πολιτική δουλεύει με υπομονή και συσσώρευση, όχι με κηρύγματα.
Γιατί πολλοί στρέφονται προς το Πεκίνο
Τέσσερις λόγοι εξηγούν την προσέλκυση που ασκεί η Κίνα:
-
Συνέχεια και προβλεψιμότητα στην ηγεσία της, σε αντίθεση με το εκκρεμές της αμερικανικής πολιτικής.
-
Πραγματικά έργα — δρόμοι, καλώδια, λιμάνια — αντί για ρητορική.
-
Διαπραγματευτική ελευθερία μέσω εναλλακτικών νομισματικών και χρηματοπιστωτικών διαύλων.
-
Αφήγηση μη επέμβασης — «σας χρηματοδοτούμε χωρίς να σας κρίνουμε».
Η Κίνα δεν προσφέρει ανέξοδη βοήθεια· η οικονομία της έχει επιβραδύνει, η αγορά ακινήτων πιέζεται, και το γουάν κατέχει ακόμη μικρό ποσοστό στις παγκόσμιες πληρωμές. Όμως, για πολλές κυβερνήσεις που διψούν για επενδύσεις χωρίς πολιτικούς όρους, το «πακέτο Πεκίνου» δείχνει πιο λειτουργικό από το «μοντέλο Ουάσινγκτον».
Από τη μονοκρατορία στην πολυκεντρικότητα
Δεν πρόκειται για αμερικανική κατάρρευση, αλλά για διάβρωση μονοπωλίου.
Η νέα τάξη είναι πιο δικτυωμένη, λιγότερο ιεραρχική:
– Ασφάλεια μέσω SCO και περιφερειακής συνεργασίας,
– Οικονομία μέσω διμερών ανταλλαγών και εναλλακτικών συστημάτων πληρωμών,
– Τεχνολογία μέσω ανταγωνισμού προτύπων και εξαγωγικών ελέγχων.
Για τις μεσαίες δυνάμεις, αυτό σημαίνει περισσότερο χώρο ελιγμών, εφόσον επενδύσουν σε θεσμική ικανότητα να διαχειριστούν τη νέα πολυπλοκότητα.
Η Αμερική δεν χάνει ισχύ· χάνει προβλεψιμότητα και θεσμική αξιοπιστία.
Όταν ο Trump αντιμετωπίζει τη διεθνή οικονομία ως πεδίο τιμωρητικών δασμών και αποσύρεται από τους οργανισμούς που κάποτε δημιούργησε, οι υπόλοιποι ψάχνουν εναλλακτικές.
Η Κίνα, με τη δική της αργή, τεχνοκρατική επιμονή, δεν οικοδομεί αυτοκρατορία αλλά μια γειτονιά από γέφυρες – μικρές, λειτουργικές, που ενώνουν συγκεκριμένα σημεία. Όσο η Ουάσινγκτον κλείνει πόρτες, το Πεκίνο ανοίγει παράθυρα.
Και στο τέλος, η νομιμοποίηση ακολουθεί εκεί όπου λύνονται προβλήματα με λιγότερη φασαρία.
www,bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών