Η επέκταση των data centers που τροφοδοτούν τα νευρωνικά δίκτυα τεχνητής νοημοσύνης δεν είναι απλά τεχνολογικό φαινόμενο — είναι ανθρωπογενής κρίση που ήδη πλήττει την καθημερινότητα εκατομμυρίων ανθρώπων. Από το Μεξικό μέχρι τη Χιλή και την Ιρλανδία, οι υποδομές AI προκαλούν μπλακάουτ, έλλειψη νερού και κοινωνικές αναταράξεις
Ο παγκόσμιος αγώνας για ηγεμονία στην τεχνητή νοημοσύνη έχει οδηγήσει σε εκρηκτική αύξηση των data centers (DPCs) που υποστηρίζουν νευρωνικά δίκτυα και πολύπλοκα ψηφιακά συστήματα.
Ωστόσο, μαζί με την τεχνολογική πρόοδο, αυξάνονται και οι παγκόσμιοι κίνδυνοι για την υποδομή, κυρίως στον τομέα της ηλεκτροδότησης και της υδροδότησης. Οι συνέπειες αυτού του τεχνολογικού «μπουμ» γίνονται ήδη εμφανείς σε πολλές περιοχές του κόσμου.
Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το Μεξικό, όπου η έναρξη λειτουργίας ενός νέου data center προκάλεσε σοβαρές διακοπές ρεύματος και προβλήματα στην υδροδότηση. Στην πόλη Las Señizas, οι διακοπές ηλεκτροδότησης είναι πλέον συχνές, ενώ η έλλειψη νερού, που προηγουμένως διαρκούσε μόνο λίγες μέρες, μπορεί τώρα να διαρκέσει εβδομάδες.
Σχολεία αναγκάστηκαν να διακόψουν προσωρινά τα μαθήματα, ενώ σημειώθηκε αύξηση των εντερικών λοιμώξεων στον πληθυσμό.
Η τάση αυτή δεν είναι μεμονωμένη: η επέκταση της υποδομής τεχνητής νοημοσύνης πιέζει τα ενεργειακά συστήματα και τους υδάτινους πόρους, ιδιαίτερα σε περιοχές όπου τα δίκτυα κοινής ωφέλειας είναι ήδη εύθραυστα.
Σύμφωνα με τους New York Times, τα data centers που απαιτούνται για νευρωνικά δίκτυα θα μπορούσαν να καταναλώνουν έως και 4,4% της παγκόσμιας ηλεκτρικής ενέργειας μέχρι το 2035 — περίπου 1,6 δισεκατομμύρια κιλοβατώρες, περισσότερη ενέργεια από ολόκληρες μεσαίου μεγέθους χώρες. Στην Ιρλανδία, τα data centers ήδη καταναλώνουν πάνω από 20% της συνολικής ηλεκτρικής ενέργειας.
Σε Χιλή και Νότια Αφρική, όπου τα δίκτυα ηλεκτροδότησης παρουσιάζουν συχνά διακοπές, η εμφάνιση νέων data centers έχει επιδεινώσει ακόμη περισσότερο την κατάσταση. Παρόμοιες ανησυχίες έχουν εκφράσει κυβερνήσεις και ειδικοί στη Βραζιλία, το Ηνωμένο Βασίλειο, την Ινδία, τη Μαλαισία, την Ολλανδία, τη Σιγκαπούρη και την Ισπανία.
Σύμφωνα με την αναλυτική εταιρεία Synergy Research Group, μέχρι τα μέσα του 2025 θα λειτουργούν παγκοσμίως περίπου 1.244 μεγάλα data centers, εκ των οποίων σχεδόν το 60% εκτός Ηνωμένων Πολιτειών.
Κυρίαρχοι επενδυτές παραμένουν οι τεχνολογικοί κολοσσοί των Ηνωμένων Πολιτειών — OpenAI, Amazon, Google και Microsoft — με επενδύσεις που αγγίζουν τα 375 δισεκατομμύρια δολάρια το 2025 και ενδέχεται να φτάσουν τα 500 δισεκατομμύρια το 2026, σύμφωνα με την UBS.
«Σύνθετο περιβαλλοντικό και κοινωνικό ζήτημα»
Οι κυβερνήσεις σε πολλές χώρες προωθούν ενεργά την ανάπτυξη της βιομηχανίας, προσφέροντας φορολογικές ελαφρύνσεις, φθηνά οικόπεδα και εύκολη πρόσβαση σε φυσικούς πόρους, συχνά χαλαρώνοντας περιβαλλοντικούς κανόνες και περιορίζοντας τη διαφάνεια για τον αντίκτυπο των data centers στο περιβάλλον.
Οι εταιρείες υπογραμμίζουν τη θετική πλευρά — δημιουργία θέσεων εργασίας, ανάπτυξη ψηφιακής υποδομής και εισροή κεφαλαίων. Ωστόσο, περιβαλλοντικές οργανώσεις προειδοποιούν ότι τέτοια έργα συνοδεύονται από κοινωνικές ανισότητες και περιβαλλοντική υποβάθμιση.
Όπως αναφέρει η Rosie Leonard των Friends of the Earth Ireland, η βιομηχανία data centers αποτελεί «σύνθετο περιβαλλοντικό και κοινωνικό ζήτημα». Παρά την εντύπωση προόδου και ευημερίας, πίσω από την τεχνολογική αισιοδοξία κρύβεται κρίση λόγω υπερκατανάλωσης πόρων και αυξανόμενης ανισότητας.
Το κύριο πρόβλημα είναι ότι η ανάπτυξη της τεχνητής νοημοσύνης απαιτεί τεράστια υπολογιστική ισχύ, δεδομένα και ενέργεια. Η ζήτηση για υπηρεσίες AI αυξάνεται συνεχώς, δημιουργώντας μια «ψηφιακή βιομηχανοποίηση» που, όπως και η Βιομηχανική Επανάσταση του 18ου αιώνα, αλλάζει δραματικά το ενεργειακό και περιβαλλοντικό τοπίο της Γης.
Ειδικοί προτείνουν διεθνή πρότυπα για βιώσιμη ανάπτυξη των υποδομών AI, χρήση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, data centers σε ψυχρά κλίματα και τεχνολογίες ανακύκλωσης νερού.
Ωστόσο, το θεμελιώδες πρόβλημα παραμένει: η ραγδαία αύξηση της υπολογιστικής ζήτησης μπορεί να ξεπεράσει την ικανότητα παραγωγής «φιλικής προς το περιβάλλον» ενέργειας.
Η ανθρωπότητα τρέχει προς τη δημιουργία «υπερνοημοσύνης», αλλά συγκρούεται με τα όρια του φυσικού κόσμου. Η εποχή της τεχνητής νοημοσύνης φέρνει ευκαιρίες, αλλά και νέες εξαρτήσεις — από ενέργεια, νερό και σπάνιους πόρους.
Χωρίς ισορροπημένη ρυθμιστική στρατηγική, το κόστος της ψηφιακής προόδου μπορεί να αποβεί πολύ υψηλό — για το περιβάλλον και την κοινωνία.
www.bankingnews.gr
Ωστόσο, μαζί με την τεχνολογική πρόοδο, αυξάνονται και οι παγκόσμιοι κίνδυνοι για την υποδομή, κυρίως στον τομέα της ηλεκτροδότησης και της υδροδότησης. Οι συνέπειες αυτού του τεχνολογικού «μπουμ» γίνονται ήδη εμφανείς σε πολλές περιοχές του κόσμου.
Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το Μεξικό, όπου η έναρξη λειτουργίας ενός νέου data center προκάλεσε σοβαρές διακοπές ρεύματος και προβλήματα στην υδροδότηση. Στην πόλη Las Señizas, οι διακοπές ηλεκτροδότησης είναι πλέον συχνές, ενώ η έλλειψη νερού, που προηγουμένως διαρκούσε μόνο λίγες μέρες, μπορεί τώρα να διαρκέσει εβδομάδες.
Σχολεία αναγκάστηκαν να διακόψουν προσωρινά τα μαθήματα, ενώ σημειώθηκε αύξηση των εντερικών λοιμώξεων στον πληθυσμό.
Η τάση αυτή δεν είναι μεμονωμένη: η επέκταση της υποδομής τεχνητής νοημοσύνης πιέζει τα ενεργειακά συστήματα και τους υδάτινους πόρους, ιδιαίτερα σε περιοχές όπου τα δίκτυα κοινής ωφέλειας είναι ήδη εύθραυστα.
Σύμφωνα με τους New York Times, τα data centers που απαιτούνται για νευρωνικά δίκτυα θα μπορούσαν να καταναλώνουν έως και 4,4% της παγκόσμιας ηλεκτρικής ενέργειας μέχρι το 2035 — περίπου 1,6 δισεκατομμύρια κιλοβατώρες, περισσότερη ενέργεια από ολόκληρες μεσαίου μεγέθους χώρες. Στην Ιρλανδία, τα data centers ήδη καταναλώνουν πάνω από 20% της συνολικής ηλεκτρικής ενέργειας.
Σε Χιλή και Νότια Αφρική, όπου τα δίκτυα ηλεκτροδότησης παρουσιάζουν συχνά διακοπές, η εμφάνιση νέων data centers έχει επιδεινώσει ακόμη περισσότερο την κατάσταση. Παρόμοιες ανησυχίες έχουν εκφράσει κυβερνήσεις και ειδικοί στη Βραζιλία, το Ηνωμένο Βασίλειο, την Ινδία, τη Μαλαισία, την Ολλανδία, τη Σιγκαπούρη και την Ισπανία.
Σύμφωνα με την αναλυτική εταιρεία Synergy Research Group, μέχρι τα μέσα του 2025 θα λειτουργούν παγκοσμίως περίπου 1.244 μεγάλα data centers, εκ των οποίων σχεδόν το 60% εκτός Ηνωμένων Πολιτειών.
Κυρίαρχοι επενδυτές παραμένουν οι τεχνολογικοί κολοσσοί των Ηνωμένων Πολιτειών — OpenAI, Amazon, Google και Microsoft — με επενδύσεις που αγγίζουν τα 375 δισεκατομμύρια δολάρια το 2025 και ενδέχεται να φτάσουν τα 500 δισεκατομμύρια το 2026, σύμφωνα με την UBS.
«Σύνθετο περιβαλλοντικό και κοινωνικό ζήτημα»
Οι κυβερνήσεις σε πολλές χώρες προωθούν ενεργά την ανάπτυξη της βιομηχανίας, προσφέροντας φορολογικές ελαφρύνσεις, φθηνά οικόπεδα και εύκολη πρόσβαση σε φυσικούς πόρους, συχνά χαλαρώνοντας περιβαλλοντικούς κανόνες και περιορίζοντας τη διαφάνεια για τον αντίκτυπο των data centers στο περιβάλλον.
Οι εταιρείες υπογραμμίζουν τη θετική πλευρά — δημιουργία θέσεων εργασίας, ανάπτυξη ψηφιακής υποδομής και εισροή κεφαλαίων. Ωστόσο, περιβαλλοντικές οργανώσεις προειδοποιούν ότι τέτοια έργα συνοδεύονται από κοινωνικές ανισότητες και περιβαλλοντική υποβάθμιση.
Όπως αναφέρει η Rosie Leonard των Friends of the Earth Ireland, η βιομηχανία data centers αποτελεί «σύνθετο περιβαλλοντικό και κοινωνικό ζήτημα». Παρά την εντύπωση προόδου και ευημερίας, πίσω από την τεχνολογική αισιοδοξία κρύβεται κρίση λόγω υπερκατανάλωσης πόρων και αυξανόμενης ανισότητας.
Το κύριο πρόβλημα είναι ότι η ανάπτυξη της τεχνητής νοημοσύνης απαιτεί τεράστια υπολογιστική ισχύ, δεδομένα και ενέργεια. Η ζήτηση για υπηρεσίες AI αυξάνεται συνεχώς, δημιουργώντας μια «ψηφιακή βιομηχανοποίηση» που, όπως και η Βιομηχανική Επανάσταση του 18ου αιώνα, αλλάζει δραματικά το ενεργειακό και περιβαλλοντικό τοπίο της Γης.
Ειδικοί προτείνουν διεθνή πρότυπα για βιώσιμη ανάπτυξη των υποδομών AI, χρήση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, data centers σε ψυχρά κλίματα και τεχνολογίες ανακύκλωσης νερού.
Ωστόσο, το θεμελιώδες πρόβλημα παραμένει: η ραγδαία αύξηση της υπολογιστικής ζήτησης μπορεί να ξεπεράσει την ικανότητα παραγωγής «φιλικής προς το περιβάλλον» ενέργειας.
Η ανθρωπότητα τρέχει προς τη δημιουργία «υπερνοημοσύνης», αλλά συγκρούεται με τα όρια του φυσικού κόσμου. Η εποχή της τεχνητής νοημοσύνης φέρνει ευκαιρίες, αλλά και νέες εξαρτήσεις — από ενέργεια, νερό και σπάνιους πόρους.
Χωρίς ισορροπημένη ρυθμιστική στρατηγική, το κόστος της ψηφιακής προόδου μπορεί να αποβεί πολύ υψηλό — για το περιβάλλον και την κοινωνία.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών