
Ειδικότερα, ο πρώην αξιωματούχος της ιταλικής κεντρικής τράπεζας, μιλώντας σε συνέντευξή του στην ισπανική εφημερίδα Expansion, επεσήμανε τις χαμηλότερες τιμές ενέργειας, την ανατίμηση του ευρώ, τα υψηλότερα πραγματικά επιτόκια και τον κίνδυνο κλιμάκωσης των εμπορικών εντάσεων με τις ΗΠΑ. «Όταν συνεδριάσαμε τον Μάρτιο, οι αγορές ανέμεναν μια μείωση των επιτοκίων τους επόμενους μήνες, συμπεριλαμβανομένης της μείωσης κάτω από το 2%», δήλωσε ο Cipollone. «Έκτοτε, όχι μόνο επιβεβαιώθηκε αυτή η αφήγηση, αλλά προέκυψαν βασικά ζητήματα που ενίσχυσαν τα επιχειρήματα υπέρ της συνέχισης της μείωσης των επιτοκίων».
Τον Μάρτιο του 2025, η ΕΚΤ μείωσε το επιτόκιό της κατά 25 μονάδες βάσης και απέφυγε να δώσει σαφές μήνυμα για την επόμενη κίνησή της. Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής αρχίζουν να σκιαγραφούν τις σκέψεις τους ενόψει της επόμενης συνεδρίασής τους, η οποία θα πραγματοποιηθεί στις 17 Απριλίου.
«Σύμφωνα με τα στοιχεία που έχουμε στη διάθεσή μας, είναι πιθανό να επιτύχουμε τον στόχο μας για τον πληθωρισμό νωρίτερα από ό,τι δείχνουν οι τελευταίες προβλέψεις μας», δήλωσε ο Cipollone. «Θα πάμε στην επόμενη συνεδρίαση με νέα δεδομένα που θα πρέπει να αξιολογήσουμε. Εάν η πορεία και το αφήγημά μας επιβεβαιωθούν, από τη δική μου οπτική γωνία υπάρχει περιθώριο να χαλαρώσουμε περαιτέρω τη νομισματική μας πολιτική».
Ερωτηθείς σχετικά με τη μείωση του ισολογισμού της ΕΚΤ, ο κ. Cipollone επικαλέστηκε έρευνα του προσωπικού της, σύμφωνα με την οποία η μείωση του χαρτοφυλακίου χρέους της κατά 500 δισ. ευρώ (542 δισ. δολάρια) που αναμένεται το 2025 θα μειώσει την προσφορά πιστώσεων κατά 75 δισ. ευρώ. «Ως εκ τούτου, θα πρέπει να έχουμε κατά νου ότι, αν δεν συμβεί κάτι άλλο, η μείωση του ισολογισμού της κεντρικής τράπεζας ασκεί πιέσεις στη δανειοδοτική ικανότητα των τραπεζών», είπε. «Επομένως, πρέπει να παρακολουθούμε αυτό το αποτέλεσμα και να το λαμβάνουμε υπόψη κατά τη βαθμονόμηση της κατεύθυνσης της νομισματικής μας πολιτικής».
Σχόλια αναγνωστών