Τελευταία Νέα
Νομικό Βήμα

Υιοθεσία ανηλίκου από ομόφυλο ζευγάρι στο εξωτερικό και αναγνώριση της πράξης στην Ελλάδα – Τι ισχύει νομικά

Υιοθεσία ανηλίκου από ομόφυλο ζευγάρι στο εξωτερικό και αναγνώριση της πράξης στην Ελλάδα – Τι ισχύει νομικά
Γράφει η Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω Αναστασία Χρ. Μήλιου

Τα ελληνικά δικαστήρια μεταξύ των άλλων αρμοδιοτήτων τους καλούνται να αναγνωρίσουν την ισχύ του δικαίου άλλων χωρών στην Ελλάδα. Το δίκαιο των άλλων χωρών πολλές φορές διαφέρει από το δικό μας σε δικαιώματα και τις προϋποθέσεις αυτών, τις συνέπειες κ.τλ. 
Η αναγνώριση της ισχύς του αλλοδαπού δικαίου στην Ελλάδα γίνεται αποκλειστικά μέσω δικαστικής απόφασης. Βασική προϋπόθεση για να γίνει η αναγνώριση αυτή είναι το δίκαιο της αλλοδαπής χώρας να μην προσκρούει σε βασικές αρχές του Ελληνικού Δικαίου, σε χρηστά ήθη και την δημόσια τάξη.
Ένα σημαντικό ζήτημα που απασχολεί με την κοινωνική του διάσταση τα δικαστήρια είναι και η υιοθεσία. Μέχρι πρότινος απαγορευόταν η υιοθεσία ανηλίκου από ομόφυλο ζευγάρι στην Ελλάδα. Δεν αναγνωριζόταν καν η ισχύ μας τέτοιας υιοθεσίας αν είχε γίνει στο εξωτερικό με νόμιμη διαδικασία. 
Πλέον και αυτό έρχεται να αλλάξει. Μπορεί δηλαδή κάποιος ο οποίος έχει ελληνική ιθαγένεια αλλά διαμένει στο εξωτερικό και έχει κάνει γάμο ή σύμφωνο συμβίωσης  με άλλο άτομο του ίδιου φύλου και έχει υιοθετήσει εκεί ανήλικο τέκνο με δικαστική απόφαση, να ζητήσει και να επιτύχει την αναγνώριση της υιοθεσίας αυτής και στην Ελλάδα. 
Στην συγκεκριμένη περίπτωση που αναλυτικά εκτίθεται κάτωθι αξίζει να διαβάσει κανείς το σκεπτικό το δικαστηρίου που έκανε δεκτή μια τέτοια απόφαση υιοθεσίας αλλοδαπού δικαστηρίου και αναγνώρισε την ισχύ της στην Ελλάδα.  Η αρχική αίτηση αναγνώρισης της αλλοδαπής απόφασης υιοθεσίας απορρίφθηκε από το πρωτόδικο δικαστήριο και το Εφετείο γιατί τα δικαστήρια έκριναν ότι η υιοθεσία αντίκειται στην ελληνική δημόσια τάξη. Ασκήθηκε αναίρεση, η οποία έγινε δεκτή και η υπόθεση γύρισε πίσω στο Εφετείο για να εκδικασθεί πάλι υπό νέα σύνθεση, οπότε και έγινε δεκτή.  
Ειδικότερα η αιτούσα, ελληνικής καταγωγής, μόνιμη κάτοικος εξωτερικού, τέλεσε νόμιμο γάμο με άτομο του ίδιου φύλου στο εξωτερικό και συνήψαν σύμφωνο συμβίωσης στην Ελλάδα. Στη συνέχεια, κατόπιν κοινής αιτήσεως της αιτούσας μετά της ως άνω συζύγου της, εκδόθηκε οριστική απόφαση του Οικογενειακού Δικαστηρίου της χώρας κατοικίας τους, σύμφωνα με την οποία υιοθέτησαν ένα ανήλικο κορίτσι. Η υιοθεσία έγινε κατόπιν κοινής αίτησης των συζύγων και όπως προκύπτει από το κείμενο της απόφασης αφού διαπιστώθηκε ότι όλες οι νόμιμες απαιτήσεις έχουν καλυφθεί, το αλλοδαπό δικαστήριο έκρινε ότι είναι ικανοποιημένο ως προς την ικανότητά τους να διατηρήσουν τη φροντίδα και τη μόρφωση του ως άνω θήλυ τέκνου και ότι είναι προς το συμφέρον του να προωθηθεί η προτεινόμενη συμφωνία. Σημειώνεται ότι η βιολογική μητέρα του τέκνου είχε παραιτηθεί των γονεϊκών δικαιωμάτων και ο πατέρας του τέκνου ήταν άγνωστος, με συνέπεια αρχικά τα γονεϊκά δικαιώματα των γονέων να μεταφερθούν  με σκοπό την υιοθεσία, οπότε δεν απαιτείτο η προβλεπόμενη από τις διατάξεις της Σύμβασης προϋπόθεση της συναίνεσης της φυσικής μητέρας του άρθρου 4 της Σύμβασης της Χάγης. Από την επίδικη απόφαση προκύπτει ακόμη, ότι αυτή δεν εκδόθηκε ερήμην κάποιου διαδίκου και κατά συνέπεια κανείς διάδικος δεν στερήθηκε τα δικαιώματα του και γενικώς της συμμετοχής του στη δίκη αυτή, η υπόθεση αυτή της υιοθεσίας, υπαγόταν κατά τις διατάξεις του Ελληνικού Δικαίου, στη δικαιοδοσία του ως άνω Δικαστηρίου, στην περιφέρεια του οποίου βρισκόταν ο τόπος της συνήθους διαμονής της υιοθετούμενης, εφαρμόσθηκε δε το δίκαιο  της χώρας της ιθαγένειας του υιοθετούμενου, ενώ μεταξύ άλλων, πληρούνται και τα ηλικιακά όρια, που θέτει το ελληνικό δίκαιο για την τέλεση της υιοθεσίας. 
Αναφορικά με την αντίθεση της υπό αναγνώριση της εκτελεστότητας απόφασης προς τα χρηστά ήθη ή προς τη δημόσια τάξη, λεκτέα τα εξής: Η ελληνική νομοθεσία και νομολογία, με θεμέλιο και μοναδικό κριτήριο τις βασικές και θεμελιώδους σημασίας αρχές και αντιλήψεις, που διέπουν σήμερα τη ζωή στην ελληνική κοινωνία, αποβλέπει κυριαρχικά στο συμφέρον και στη δυνατότητα ομαλής ψυχοπνευματικής ανάπτυξης των ανηλίκων παιδιών σε ένα υγιές κοινωνικό περιβάλλον, διασφαλιζόμενων πλήρως των δικαιωμάτων και των συμφερόντων τους. Κατά συνέπεια, το μοντέλο της οικογένειας, που η σύνθεση των μελών της αποτελεί διαφορετική περίπτωση σε σχέση με τα καθιερωμένα δεν προκαλεί τις κυρίαρχες κοινωνικές αντιλήψεις διότι τελικά αυτή η διαφορετικότητα δεν μπορεί να αποβεί σε βάρος του πραγματικού συμφέροντος του τέκνου, ενώ η ελληνική κοινωνία τυγχάνει πλέον αρκετά προετοιμασμένη να αντιμετωπίσει και να διαχειριστεί τέτοιες καταστάσεις και αρκετά προοδευτική να φιλοξενήσει αρμονικά στους κόλπους της και να ανεχθεί την ύπαρξη και της ομόφυλης οικογένειας μετά τέκνων.
Ήδη, με το Ν. 5089/2024 τροποποιήθηκε το άρθρο 1350 ΑΚ. προκειμένου να αναγνωρισθεί η δυνατότητα σύναψης γάμου από πρόσωπα του ίδιου φύλου. Επίσης με το άρθρο 11 του Ν. 5089/2024 επιχειρείται η προστασία της οικογένειας που έχει ήδη συσταθεί σε χώρα του εξωτερικού και ιδίως των τέκνων που έχουν γεννηθεί και θεμελιώσει νομική σχέση με τον γονέα ή τους ομόφυλους γονείς τους. Ειδικότερα με τη διάταξη του άρθρου 11§1 του Ν 5089/2024, εισάγεται κανόνας αναγνώρισης της γονεϊκής σχέσης που έχει δημιουργηθεί μέσω νόμιμων διαδικασιών της ιατρικώς υποβοηθούμενης αναπαραγωγής στο εξωτερικό (ακόμη και μη προβλεπόμενων στο ελληνικό δίκαιο), ανεξαρτήτως του φύλου του ενός ή των δύο γονέων και της πρόβλεψης ή μη του τρόπου δημιουργίας της ως άνω σχέσης στην εσωτερική έννομη τάξη. Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση, τα δικαστήρια ή άλλες αρμόδιες αρχές, όπως τα ληξιαρχεία, δεν θα έχουν τη δυνατότητα να μην αναγνωρίσουν δημόσιο έγγραφο ή δικαστική απόφαση τρίτης χώρας, για λόγο που ανάγεται αποκλειστικά στο φύλο του γονέα ή των γονέων ή στην πρόβλεψη ή μη του τρόπου δημιουργίας της σχέσης στην εσωτερική έννομη τάξη. Περαιτέρω με τη διάταξη του άρθρου 11§2 του Ν. 5089/2024, ρυθμίζεται ξεχωριστά η νομική μεταχείριση της υιοθεσίας από συζύγους του ίδιου φύλου ή της υιοθεσίας του παιδιού του ενός ομόφυλου συζύγου από τον άλλο σύζυγο η οποία έχει τελεσθεί στο εξωτερικό. Προβλέπεται ότι αυτές οι υιοθεσίες αναγνωρίζονται με δικαστική απόφαση και ισχύουν αναδρομικά από τον χρόνο που έγιναν, σύμφωνα με τις διατάξεις που διέπουν την αναγνώριση των σχετικών νομικών πράξεων, υπό την επιφύλαξη πάντως του άρθρου 23 ΑΚ, που συναρτά τις ουσιαστικές προϋποθέσεις της υιοθεσίας με το δίκαιο της ιθαγένειας υιοθετούντος και υιοθετουμένου.
Ως εκ τούτου, στην προκειμένη περίπτωση, η άρνηση αναγνώρισης του δεδικασμένου που απορρέει από την ως άνω δικαστική απόφαση για την υιοθεσία της ανήλικης, θα αποτρέψει τελικώς να παράγει και στη χώρα μας τα έννομα αποτελέσματα της η απόφαση του Οικογενειακού δικαστηρίου με την οποία κηρύχθηκε θετό τέκνο της απούσας γεγονός που προσκρούει βάναυσα και αντιστρατεύεται το πραγματικό συμφέρον του ανηλίκου και είναι αποδοκιμαστέο από τη διεθνή και ελληνική έννομη τάξη, αφού θα εισάγει δυσμενή διάκριση σε βάρος της ανήλικης εξαιτίας του γενετήσιου προσανατολισμού των γονέων της. Και τούτο, διότι όπως προκύπτει από τις προοκομιζόμενες φωτογραφίες το ως άνω ανήλικο θήλυ τέκνο των διαδίκων έχει διαμορφώσει σχέσεις με τους ομόφυλους γονείς του, που εάν διαταραχθούν, θα θίξουν καίρια το ψυχικό του κόσμο και την ομαλή ψυχοκοινωνική του ανάπτυξη. Χαρακτηριστική προς την κατεύθυνση αυτή είναι η ΕΔΔΑ, ΩΌ και άλλοι κατά Ελβετίας της 22.11.2022, η οποία διακήρυξε ρητά ότι το βέλτιστο συμφέρον του παιδιού μειώνει το περιθώριο εκτίμησης των συμβαλλόμενων κρατών όσον αφορά την αναγνώριση της σχέσης παιδιού- γονέα και διαπίστωσε παραβίαση του άρθρου 8 ΕΣΔΑ από την Ελβετία, η οποία δεν υπέδειξε το δέοντα σεβασμό της ιδιωτικής ζωής ενός παιδιού που είχε γεννηθεί μέσω παρένθετης μητρότητας στις ΗΠΑ με βιολογικό υλικό άνδρα που βρίσκεται σε καταχωρισμένη συμβίωση, διότι δεν προέβη στην αναγνώριση ως γονέα και του δεύτερου μη βιολογικού γονέα λαμβάνοντας υπόψη ότι η σχέση συγγένειας είχε ήδη αναγνωριστεί από το αρμόδιο αμερικανικό δικαστήριο, ενώ αποκλείσθηκε ακόμη και η δυνατότητα εκ των υστέρων υιοθεσίας του παιδιού. Διαφορετική αντιμετώπιση στέλνει το μήνυμα στα παιδιά ότι ενδέχεται να χάσουν τους γονείς τους, από νομική άποψη, όταν εισέρχονται σε ένα άλλο κράτος. Επιπλέον η αιτούσα διατηρεί στην Ελλάδα εμπράγματα δικαιώματα επί ακινήτων, τα οποία επιθυμεί μελλοντικά να μεταβιβάσει στο ως άνω υιοθετημένο ανήλικο με συνέπεια τελευταία να διατηρεί κληρονομικό δικαίωμα, το οποίο δεν πρέπει να αποστερηθεί. Επομένως, η προαναφερόμενη αλλοδαπή απόφαση δεν αντίκειται στη δημόσια τάξη κατά τη διάταξη του άρθρου 33 του ΑΚ και τα χρηστά ήθη, ούτε, είναι αντίθετη σε κυριαρχικές ηθικές αρχές και αντιλήψεις, που διέπουν τη ζωή και το βιοτικό ρυθμό της Ελλάδας, ούτε προκαλεί διαταραχή στην ελληνική έννομη τάξη, και είναι βέβαιο ότι η αναγνώρισή της διά του ανωτέρω περιγραφόμενου τρόπου, είναι καθόλα ανεκτή από τον κρατούντα στη χώρα μας βιοτικό και κοινωνικό ρυθμό, ενώ αντίθετα η απόρριψη της κρινόμενης αίτησης καταλήγει στο, απολύτως αποδοκιμαστέο από την ελληνική δημόσια τάξη, αποτέλεσμα της καταπάτησης του αληθινού, σωματικού, υλικού, πνευματικού, ψυχικού, ηθικού και γενικά κάθε είδους, βέλτιστου συμφέροντος της ανήλικης κόρης της αιτούσας, συμφέροντος, που αποσκοπεί στην ανάπτυξή της σε μια ανεξάρτητη και υπεύθυνη προσωπικότητα. Επομένως, αφού δεν υπάρχει λόγος, ο οποίος να αποκλείει την αναγνώριση του δεδικασμένου που απορρέει από την προαναφερόμενη απόφαση, πρέπει η κρινόμενη αίτηση να γίνει δεκτή, ως βάσιμη και κατ’ ουσία και να αναγνωριστεί ότι υφίσταται δεδικασμένο και στην Ελληνική Επικράτεια, που απορρέει από την απόφαση του Οικογενειακού δικαστηρίου. 

www.bankingnews.gr

Ρoή Ειδήσεων

Σχόλια αναγνωστών

Δείτε επίσης