"ΠΑΣΟΚ και ΝΔ από κοινού οδήγησαν στην μεγαλύτερη οικονομική κρίση", τόνισε ο Ευ.Τσακαλώτος
«Τα κόκκινα δάνεια παραμένουν ένα σημαντικό οικονομικό πρόβλημα για την Ελλάδα και η Κυβέρνηση, η ΤτΕ, και οι ίδιες οι τράπεζες, προχωρούν σε συγκεκριμένες και στοχευμένες ενέργειες για την αντιμετώπισή τους», δηλώνει ο υπουργός Οικονομικών, Ευκλείδης Τσακαλώτος, ο οποίος και σημειώνει ότι η συρρίκνωση της μεσαίας τάξης δεν αντιμετωπίζεται μόνο από τη μείωση της φορολογίας.
Ο κ. Τσακαλώτος σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «Πολίτης Κύπρου» ερωτηθείς για τα "κόκκινα δάνεια", αφού πρώτα τονίζει ότι «οι τράπεζες είναι κεφαλαιοποιημένες, καμία δεν εξαρτάται πια από τον ELA, πιάνουν τους στόχους για τις μειώσεις NPE/NPLs, έχουν πολύ καλύτερη εταιρική διακυβέρνηση και είναι σε πολύ καλύτερη θέση να συνεχίσουν να πιάνουν αυτούς τους στόχους», προσθέτει ότι παραμένουν ένα σημαντικό οικονομικό πρόβλημα για την Ελλάδα και πως «αυτή τη στιγμή βρίσκεται στη Δ/νση Ανταγωνισμού το σχέδιό μας APS».
Όπως εξηγεί, «είναι ένα σχέδιο που βασίζεται σε εγγυήσεις του Δημοσίου που θα βοηθήσει όλες τις τράπεζες σε αυτό το εγχείρημα.
Και για αυτό το λόγο και το χρηματιστήριο και οι αγορές αρχίζουν σιγά σιγά να αξιολογούν θετικά την πρόοδο που έχει γίνει και την πρόοδο που αναμένεται».
Παράλληλα, «προχωράμε σε κινήσεις για μια δημόσια αναπτυξιακή τράπεζα για το σύστημα των μικροπιστώσεων και τη στήριξη των συνεταιριστικών τραπεζών που επίσης θα αμβλύνει τους περιορισμούς ρευστότητας στην πραγματική οικονομία», συμπληρώνει ο υπουργός.
Απαντώντας σε ερώτηση για διακομματική σύγκλιση στο θέμα της μείωσης των στόχων για πρωτογενή πλεονάσματα και της φορολογίας, ο κ. Τσακαλώτος δηλώνει ότι δεν υπάρχει η παραμικρή σύμπτωση ως προς εκείνη την στρατηγική μέσω της οποίας θα μπορέσει να αποκτηθεί η αξιοπιστία για να αντιμετωπιστούν αυτά τα προβλήματα.
Υπενθυμίζει ότι παρέλαβαν από την κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου μια Ελλάδα με άδεια ταμεία, χωρίς κανένα μαξιλάρι ρευστότητας, χωρίς καμία αναδιάρθρωση του χρέους, χωρίς πρόσβαση στις αγορές, χωρίς να κλείσει η 5η αξιολόγηση, με δημοσιονομικούς στόχους για τα επόμενα χρόνια πολύ μεγαλύτερους και χωρίς να έχει πετύχει μια φορά τους δημοσιονομικούς στόχους μέχρι τότε.
«Μας λέει ο κ. Μητσοτάκης τώρα ότι αν γίνει κυβέρνηση θα αποκτήσει τέτοια αξιοπιστία που θα μπορέσει να διαπραγματευθεί και μειώσεις φόρων και στόχων πρωτογενών πλεονασμάτων.
Μόνο που εμείς είμαστε σε πολύ καλύτερη θέση να το κερδίσουμε αυτό ακριβώς γιατί έχουμε ήδη αποκτήσει την αξιοπιστία μας, έχουμε ήδη τρία χρόνια που υπερκαλύψαμε τους δημοσιονομικούς στόχους, έχουμε αναδιαρθρώσει το χρέος και έχουμε ένα μαξιλάρι ρευστότητας που θωρακίζει την ελληνική οικονομία για πολλά χρόνια», υπογραμμίζει χαρακτηριστικά.
Περαιτέρω, αναφέρει ότι χρειάζονται περισσότερες επενδύσεις, προσθέτοντας πως «αυτές θα έρθουν μόνο μέσα από ένα σταθερό δημοσιονομικό πλαίσιο αλλά και από σημαντικές διαρθρωτικές παρεμβάσεις στο επιχειρηματικό περιβάλλον, στην ταχύτητα απονομής δικαιοσύνης και στη λειτουργία του δημοσίου τομέα».
Ακόμη, μιλά για αναβάθμιση του γεωστρατηγικού ρόλου της Ελλάδας στα Βαλκάνια μέσα και από τη συμφωνία των Πρεσπών «όπου αναμένουμε μια μεγάλη αναπτυξιακή ώθηση ειδικά για τους νομούς της Βόρειας Ελλάδας».
Ο υπουργός παραδέχεται ότι έχουν γίνει και λάθη, υπογραμμίζοντας όμως πως «συγχρόνως καταφέραμε να βάλουμε στο προσκήνιο και το θέμα του ελληνικού χρέους - και να βρούμε λύση για αυτό - αλλά και τα προβληματικά σημεία της ευρωπαϊκής οικονομικής και χρηματοοικονομικής αρχιτεκτονικής.
Το αποτέλεσμα είναι ότι όλη η Ευρώπη, ειδικά του προοδευτικού χώρου, τώρα πια συζητά αυτά τα προβλήματα και όχι την προσπάθεια των μνημονιακών δυνάμεων 2010 – 2015 να πείσουν τον ελληνικό λαό ότι "όλοι μαζί τα φάγαμε"».
ΠΑΣΟΚ και ΝΔ οδήγησαν στην μεγαλύτερη οικονομική κρίση
Κατηγορεί την προηγούμενη Κυβέρνηση ότι δεν ολοκλήρωσε ποτέ το πρόγραμμα και πως «η εικόνα που προσπαθεί να παρουσιάσει η ΝΔ όλον αυτό τον καιρό ότι όλα ήταν ρόδινα το 2014, (ζητώντας έτσι άφεση αμαρτιών και για την ευθύνη της συγκεκριμένης παράταξης για το πώς φτάσαμε στην κρίση αλλά και πως την αντιμετωπίσανε στα χρόνια των μνημονίων) δεν είναι πειστική.
Ούτε είναι πειστικό το επιχείρημα ότι η πρώτη κυβέρνησή μας κόστισε στον ελληνικό λαό 80 δις ή 100 δις ή ακόμα και 200 δις ανάλογα με την διάθεση του εκάστοτε ομιλητή.
Αυτές οι "εκτιμήσεις" βασίζονται σε μια σύγκριση ανάμεσα στις εκτιμήσεις για μελλοντικούς ρυθμούς ανάπτυξης αρχίζοντας από ένα τυχαίο χρονικό σημείο και συγκρίνοντας με νεότερες εκτιμήσεις.
Αυτό είναι ένα παιχνίδι που μπορεί να παίξει οποιοσδήποτε πρωτοετής φοιτητής οικονομικής επιστήμης και να βγάλει όποιο αποτέλεσμα θέλει ανάλογα με τις πολιτικές του προτιμήσεις».
Κατά τον ίδιο, «το μόνο σίγουρο είναι ότι το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ από κοινού οδήγησαν στην μεγαλύτερη οικονομική κρίση οποιασδήποτε χώρας σε καιρό ειρήνης, με πρωτοφανείς συνέπειες για τα χαμηλά και μεσαία κοινωνικά στρώματα.
Το Ό του ΑΕΠ που σας είπα αντιστοιχεί με 65 δις.
Ένας αριθμός που είναι αντικειμενικός και δεν εξαρτάται από εκτιμήσεις mickey mouse».
Μεσαία τάξη
Αναφερόμενος στη μεσαία τάξη υποστήριξε ότι η πραγματικότητα είναι διαφορετική από αυτή που παρουσιάζει η αντιπολίτευση, η οποία τους κατηγορεί ότι κατέστρεψαν τη μεσαία τάξη.
Επικαλείται τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, σύμφωνα με τα οποία το ετήσιο εισόδημα μιας οικογένειας της μεσαίας τάξης μειώθηκε από το 2011 έως το 2014 κατά 5.258 ευρώ, ενώ τα έτη 2015-16 αυξήθηκε κατά 146 ευρώ και το 2018 η αύξηση αναμένεται σαφώς μεγαλύτερη λόγω και της ανάπτυξης.
«Και η -μικρή αυτή έστω- αύξηση από το 2015 και μετά έγινε την στιγμή που προτεραιότητά μας ήταν η αναχαίτιση της ανθρωπιστικής κρίσης», σημειώνει χαρακτηριστικά και συμπληρώνει ότι «τώρα έχουμε πολύ περισσότερο χώρο για να ενισχύσουμε αυτά τα στρώματα».
Τονίζει ότι η μεσαία τάξη πιέζεται παντού - ιδιαίτερα στην Ευρώπη και τη Β. Αμερική - από τις πολιτικές του νεοφιλελευθερισμού.
«Πολιτικές δηλαδή που θέλει να φέρει στο προσκήνιο ξανά ο κ. Μητσοτάκης», προσθέτει και επισημαίνει πως «οι ελίτ δεν έχουν καταλάβει ότι το φαινόμενο των κίτρινων γιλέκων, του Brexit, του Trump και πολλά άλλα είναι ακριβώς αποτέλεσμα της συρρίκνωσης της μεσαίας τάξης».
Σύμφωνα με τον κ. Τσακαλώτο, «μια συρρίκνωση που δεν αντιμετωπίζεται μόνο από τη μείωση της φορολογίας αλλά από ένα συνδυασμό πολιτικών που μαζί με φοροελαφρύνσεις τοποθετεί το κοινωνικό πρόβλημα στο κέντρο της στρατηγικής.
Οι μεσαίες τάξεις θέλουν καλύτερες θέσεις απασχόλησης, ένα σταθερό πλαίσιο που δεν φοβούνται τον κίνδυνο της κοινωνικής υποβάθμισης με καλά σχολεία για τα παιδιά τους και καλά νοσοκομεία.
Η εισαγωγή κοινωνικών κριτηρίων στο ευρωπαϊκό εξάμηνο θα ήταν μια καλή αρχή, ακριβώς γιατί θα έθετε το κοινωνικό ζήτημα, την ανισότητα, τη φτώχεια, τον κοινωνικό αποκλεισμό και την έλλειψη προοπτικής για τις μεσαίες τάξεις στο ίδιο επίπεδο με τη δημοσοσιονομική σταθερότητα.
Αλλά πιο σημαντικό θα ήταν να υπάρχει ένα ευρωπαϊκό πλαίσιο στο οποίο ευρωπαίοι πολίτες μπορούν να συνδέσουν ευρωπαϊκή πολιτική με παρεμβάσεις που αντιμετωπίζουν το κοινωνικό και το περιφερειακό ζήτημα».
Περαιτέρω, απαντά ότι δεν ηχογραφεί τις συνεδριάσεις του Eurogroup.
Σε ερώτηση για την προσπάθεια με αφορμή την κρίση χρέους να στηθεί μια νέα αρχιτεκτονική οικονομικής διακυβέρνησης και πόσο εφικτή είναι η μετάβαση αρμοδιοτήτων σε μια σφιχτή δομή, με τον ορισμό ακόμη και ευρωπαίου υπουργού Οικονομικών, απαντά πως «ένας από τους λόγους που δεν προχώρησε η agenda Macron – Merkel είναι ότι δεν έχει συμφωνηθεί, δεν έχει καν συζητηθεί σε σοβαρό επίπεδο αν η εμβάθυνση της ευρωζώνης θα παραμείνει βασικά με διακυβερνητικές δομές ή αντιθέτως με δομές πιο φεντεραλιστικές που, για παράδειγμα, ενισχύουν και το ευρωκοινοβούλιο και άλλες υπερεθνικές δομές.
Το ενδιαφέρον είναι ότι αυτή η αμφισημία διαπερνά όλες τις πολιτικές οικογένειες που στοχεύουν σε κάποια εμβάθυνση.
Μέχρι να λυθεί αυτό το ζήτημα θα παραμείνουμε με το όραμα της κ. Θάτσερ.
Ή για τους φανς της σειράς "Μάλιστα κ. Υπουργέ": μια Ευρώπη με τόσα πολλά κράτη-μέλη που το μόνο που μπορούν να συμφωνήσουν είναι στην ενιαία αγορά και στον ανταγωνισμό και όχι στην κοινωνική, περιφερειακή συναίνεση και εντέλει σε μια ευρωπαϊκή ταυτότητα που δεν βασίζεται μόνο στον ανταγωνισμό αλλά σε κάτι πολύ βαθύτερο».
«Δεν αρκεί για την πάταξη της φοροδιαφυγής η ανταλλαγή πληροφοριών»
Ο ίδιος σημειώνει πως η ανταλλαγή πληροφοριών δεν αρκεί για την πάταξη της φοροδιαφυγής και παρόλο που σε αυτό το χώρο η ΕΕ έχει να δείξει επιτυχίες είμαστε πολύ μακριά από ένα επιθυμητό σημείο.
«Αυτό που δημιουργεί πολύ σοβαρά προβλήματα σε μια ενωμένη Ευρώπη είναι ο φορολογικός ανταγωνισμός ο οποίος, έχει ως αποτέλεσμα την μείωση των ίδιων πόρων», τονίζει ο κ. Τσακαλώτος και προσθέτει ότι «με αυτόν τον τρόπο η ΕΕ δεν ειναι σε θέση να επιδιώξει κοινωνική συνοχή και οικονομική σύγκλιση, καθως το κόστος για τις αναπτυξιακές και κοινωνικές πολιτικές δεν μπορεί να καλυφθεί.
Και σε αυτό το σημείο νομίζω ότι υπάρχει μια διαφωνία ανάμεσα στην πολιτική Ελλάδας –Κύπρου».
Όπως εξηγεί, «μαζί με άλλες χώρες η Κύπρος αντιστέκεται, για παράδειγμα, σε έναν ενιαίο φόρο επί των κερδών και υποστηρίζει την ομοφωνία στη λήψη αποφάσεων. Είναι κατά την γνώμη μου μια κοντόφθαλμη πολιτική που σε καμία περίπτωση δεν στηρίζει τις οικονομίες του Νότου και την ανάγκη για ιδίους πόρους που να χρηματοδοτούν την κοινωνική σύγκλιση αλλά και την σύγκλιση των πραγματικών οικονομιών.
Είναι προφανές λοιπόν ότι σε αυτό το θέμα έχουμε διαφορετική προσέγγιση και πρέπει να το συζητήσουμε».
Κατά τον ίδιο, «στην ΕΕ μπορούμε να έχουμε είτε κοινή φορολογική πολιτική και ίδιους πόρους για οικονομική σύγκλιση και κοινωνική συνοχή είτε φορολογικό ανταγωνισμό με χαμηλούς φόρους. Όχι όμως και τα δύο».
Τέλος, υπογραμμίζει ότι οι οικονομικές σχέσεις Ελλάδας – Κύπρου είναι στενές και πολυεπίπεδες και μάλιστα, πρέπει να γίνουν ακόμη στενότερες.
www.bankingnews.gr
Ο κ. Τσακαλώτος σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «Πολίτης Κύπρου» ερωτηθείς για τα "κόκκινα δάνεια", αφού πρώτα τονίζει ότι «οι τράπεζες είναι κεφαλαιοποιημένες, καμία δεν εξαρτάται πια από τον ELA, πιάνουν τους στόχους για τις μειώσεις NPE/NPLs, έχουν πολύ καλύτερη εταιρική διακυβέρνηση και είναι σε πολύ καλύτερη θέση να συνεχίσουν να πιάνουν αυτούς τους στόχους», προσθέτει ότι παραμένουν ένα σημαντικό οικονομικό πρόβλημα για την Ελλάδα και πως «αυτή τη στιγμή βρίσκεται στη Δ/νση Ανταγωνισμού το σχέδιό μας APS».
Όπως εξηγεί, «είναι ένα σχέδιο που βασίζεται σε εγγυήσεις του Δημοσίου που θα βοηθήσει όλες τις τράπεζες σε αυτό το εγχείρημα.
Και για αυτό το λόγο και το χρηματιστήριο και οι αγορές αρχίζουν σιγά σιγά να αξιολογούν θετικά την πρόοδο που έχει γίνει και την πρόοδο που αναμένεται».
Παράλληλα, «προχωράμε σε κινήσεις για μια δημόσια αναπτυξιακή τράπεζα για το σύστημα των μικροπιστώσεων και τη στήριξη των συνεταιριστικών τραπεζών που επίσης θα αμβλύνει τους περιορισμούς ρευστότητας στην πραγματική οικονομία», συμπληρώνει ο υπουργός.
Απαντώντας σε ερώτηση για διακομματική σύγκλιση στο θέμα της μείωσης των στόχων για πρωτογενή πλεονάσματα και της φορολογίας, ο κ. Τσακαλώτος δηλώνει ότι δεν υπάρχει η παραμικρή σύμπτωση ως προς εκείνη την στρατηγική μέσω της οποίας θα μπορέσει να αποκτηθεί η αξιοπιστία για να αντιμετωπιστούν αυτά τα προβλήματα.
Υπενθυμίζει ότι παρέλαβαν από την κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου μια Ελλάδα με άδεια ταμεία, χωρίς κανένα μαξιλάρι ρευστότητας, χωρίς καμία αναδιάρθρωση του χρέους, χωρίς πρόσβαση στις αγορές, χωρίς να κλείσει η 5η αξιολόγηση, με δημοσιονομικούς στόχους για τα επόμενα χρόνια πολύ μεγαλύτερους και χωρίς να έχει πετύχει μια φορά τους δημοσιονομικούς στόχους μέχρι τότε.
«Μας λέει ο κ. Μητσοτάκης τώρα ότι αν γίνει κυβέρνηση θα αποκτήσει τέτοια αξιοπιστία που θα μπορέσει να διαπραγματευθεί και μειώσεις φόρων και στόχων πρωτογενών πλεονασμάτων.
Μόνο που εμείς είμαστε σε πολύ καλύτερη θέση να το κερδίσουμε αυτό ακριβώς γιατί έχουμε ήδη αποκτήσει την αξιοπιστία μας, έχουμε ήδη τρία χρόνια που υπερκαλύψαμε τους δημοσιονομικούς στόχους, έχουμε αναδιαρθρώσει το χρέος και έχουμε ένα μαξιλάρι ρευστότητας που θωρακίζει την ελληνική οικονομία για πολλά χρόνια», υπογραμμίζει χαρακτηριστικά.
Περαιτέρω, αναφέρει ότι χρειάζονται περισσότερες επενδύσεις, προσθέτοντας πως «αυτές θα έρθουν μόνο μέσα από ένα σταθερό δημοσιονομικό πλαίσιο αλλά και από σημαντικές διαρθρωτικές παρεμβάσεις στο επιχειρηματικό περιβάλλον, στην ταχύτητα απονομής δικαιοσύνης και στη λειτουργία του δημοσίου τομέα».
Ακόμη, μιλά για αναβάθμιση του γεωστρατηγικού ρόλου της Ελλάδας στα Βαλκάνια μέσα και από τη συμφωνία των Πρεσπών «όπου αναμένουμε μια μεγάλη αναπτυξιακή ώθηση ειδικά για τους νομούς της Βόρειας Ελλάδας».
Ο υπουργός παραδέχεται ότι έχουν γίνει και λάθη, υπογραμμίζοντας όμως πως «συγχρόνως καταφέραμε να βάλουμε στο προσκήνιο και το θέμα του ελληνικού χρέους - και να βρούμε λύση για αυτό - αλλά και τα προβληματικά σημεία της ευρωπαϊκής οικονομικής και χρηματοοικονομικής αρχιτεκτονικής.
Το αποτέλεσμα είναι ότι όλη η Ευρώπη, ειδικά του προοδευτικού χώρου, τώρα πια συζητά αυτά τα προβλήματα και όχι την προσπάθεια των μνημονιακών δυνάμεων 2010 – 2015 να πείσουν τον ελληνικό λαό ότι "όλοι μαζί τα φάγαμε"».
ΠΑΣΟΚ και ΝΔ οδήγησαν στην μεγαλύτερη οικονομική κρίση
Κατηγορεί την προηγούμενη Κυβέρνηση ότι δεν ολοκλήρωσε ποτέ το πρόγραμμα και πως «η εικόνα που προσπαθεί να παρουσιάσει η ΝΔ όλον αυτό τον καιρό ότι όλα ήταν ρόδινα το 2014, (ζητώντας έτσι άφεση αμαρτιών και για την ευθύνη της συγκεκριμένης παράταξης για το πώς φτάσαμε στην κρίση αλλά και πως την αντιμετωπίσανε στα χρόνια των μνημονίων) δεν είναι πειστική.
Ούτε είναι πειστικό το επιχείρημα ότι η πρώτη κυβέρνησή μας κόστισε στον ελληνικό λαό 80 δις ή 100 δις ή ακόμα και 200 δις ανάλογα με την διάθεση του εκάστοτε ομιλητή.
Αυτές οι "εκτιμήσεις" βασίζονται σε μια σύγκριση ανάμεσα στις εκτιμήσεις για μελλοντικούς ρυθμούς ανάπτυξης αρχίζοντας από ένα τυχαίο χρονικό σημείο και συγκρίνοντας με νεότερες εκτιμήσεις.
Αυτό είναι ένα παιχνίδι που μπορεί να παίξει οποιοσδήποτε πρωτοετής φοιτητής οικονομικής επιστήμης και να βγάλει όποιο αποτέλεσμα θέλει ανάλογα με τις πολιτικές του προτιμήσεις».
Κατά τον ίδιο, «το μόνο σίγουρο είναι ότι το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ από κοινού οδήγησαν στην μεγαλύτερη οικονομική κρίση οποιασδήποτε χώρας σε καιρό ειρήνης, με πρωτοφανείς συνέπειες για τα χαμηλά και μεσαία κοινωνικά στρώματα.
Το Ό του ΑΕΠ που σας είπα αντιστοιχεί με 65 δις.
Ένας αριθμός που είναι αντικειμενικός και δεν εξαρτάται από εκτιμήσεις mickey mouse».
Μεσαία τάξη
Αναφερόμενος στη μεσαία τάξη υποστήριξε ότι η πραγματικότητα είναι διαφορετική από αυτή που παρουσιάζει η αντιπολίτευση, η οποία τους κατηγορεί ότι κατέστρεψαν τη μεσαία τάξη.
Επικαλείται τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, σύμφωνα με τα οποία το ετήσιο εισόδημα μιας οικογένειας της μεσαίας τάξης μειώθηκε από το 2011 έως το 2014 κατά 5.258 ευρώ, ενώ τα έτη 2015-16 αυξήθηκε κατά 146 ευρώ και το 2018 η αύξηση αναμένεται σαφώς μεγαλύτερη λόγω και της ανάπτυξης.
«Και η -μικρή αυτή έστω- αύξηση από το 2015 και μετά έγινε την στιγμή που προτεραιότητά μας ήταν η αναχαίτιση της ανθρωπιστικής κρίσης», σημειώνει χαρακτηριστικά και συμπληρώνει ότι «τώρα έχουμε πολύ περισσότερο χώρο για να ενισχύσουμε αυτά τα στρώματα».
Τονίζει ότι η μεσαία τάξη πιέζεται παντού - ιδιαίτερα στην Ευρώπη και τη Β. Αμερική - από τις πολιτικές του νεοφιλελευθερισμού.
«Πολιτικές δηλαδή που θέλει να φέρει στο προσκήνιο ξανά ο κ. Μητσοτάκης», προσθέτει και επισημαίνει πως «οι ελίτ δεν έχουν καταλάβει ότι το φαινόμενο των κίτρινων γιλέκων, του Brexit, του Trump και πολλά άλλα είναι ακριβώς αποτέλεσμα της συρρίκνωσης της μεσαίας τάξης».
Σύμφωνα με τον κ. Τσακαλώτο, «μια συρρίκνωση που δεν αντιμετωπίζεται μόνο από τη μείωση της φορολογίας αλλά από ένα συνδυασμό πολιτικών που μαζί με φοροελαφρύνσεις τοποθετεί το κοινωνικό πρόβλημα στο κέντρο της στρατηγικής.
Οι μεσαίες τάξεις θέλουν καλύτερες θέσεις απασχόλησης, ένα σταθερό πλαίσιο που δεν φοβούνται τον κίνδυνο της κοινωνικής υποβάθμισης με καλά σχολεία για τα παιδιά τους και καλά νοσοκομεία.
Η εισαγωγή κοινωνικών κριτηρίων στο ευρωπαϊκό εξάμηνο θα ήταν μια καλή αρχή, ακριβώς γιατί θα έθετε το κοινωνικό ζήτημα, την ανισότητα, τη φτώχεια, τον κοινωνικό αποκλεισμό και την έλλειψη προοπτικής για τις μεσαίες τάξεις στο ίδιο επίπεδο με τη δημοσοσιονομική σταθερότητα.
Αλλά πιο σημαντικό θα ήταν να υπάρχει ένα ευρωπαϊκό πλαίσιο στο οποίο ευρωπαίοι πολίτες μπορούν να συνδέσουν ευρωπαϊκή πολιτική με παρεμβάσεις που αντιμετωπίζουν το κοινωνικό και το περιφερειακό ζήτημα».
Περαιτέρω, απαντά ότι δεν ηχογραφεί τις συνεδριάσεις του Eurogroup.
Σε ερώτηση για την προσπάθεια με αφορμή την κρίση χρέους να στηθεί μια νέα αρχιτεκτονική οικονομικής διακυβέρνησης και πόσο εφικτή είναι η μετάβαση αρμοδιοτήτων σε μια σφιχτή δομή, με τον ορισμό ακόμη και ευρωπαίου υπουργού Οικονομικών, απαντά πως «ένας από τους λόγους που δεν προχώρησε η agenda Macron – Merkel είναι ότι δεν έχει συμφωνηθεί, δεν έχει καν συζητηθεί σε σοβαρό επίπεδο αν η εμβάθυνση της ευρωζώνης θα παραμείνει βασικά με διακυβερνητικές δομές ή αντιθέτως με δομές πιο φεντεραλιστικές που, για παράδειγμα, ενισχύουν και το ευρωκοινοβούλιο και άλλες υπερεθνικές δομές.
Το ενδιαφέρον είναι ότι αυτή η αμφισημία διαπερνά όλες τις πολιτικές οικογένειες που στοχεύουν σε κάποια εμβάθυνση.
Μέχρι να λυθεί αυτό το ζήτημα θα παραμείνουμε με το όραμα της κ. Θάτσερ.
Ή για τους φανς της σειράς "Μάλιστα κ. Υπουργέ": μια Ευρώπη με τόσα πολλά κράτη-μέλη που το μόνο που μπορούν να συμφωνήσουν είναι στην ενιαία αγορά και στον ανταγωνισμό και όχι στην κοινωνική, περιφερειακή συναίνεση και εντέλει σε μια ευρωπαϊκή ταυτότητα που δεν βασίζεται μόνο στον ανταγωνισμό αλλά σε κάτι πολύ βαθύτερο».
«Δεν αρκεί για την πάταξη της φοροδιαφυγής η ανταλλαγή πληροφοριών»
Ο ίδιος σημειώνει πως η ανταλλαγή πληροφοριών δεν αρκεί για την πάταξη της φοροδιαφυγής και παρόλο που σε αυτό το χώρο η ΕΕ έχει να δείξει επιτυχίες είμαστε πολύ μακριά από ένα επιθυμητό σημείο.
«Αυτό που δημιουργεί πολύ σοβαρά προβλήματα σε μια ενωμένη Ευρώπη είναι ο φορολογικός ανταγωνισμός ο οποίος, έχει ως αποτέλεσμα την μείωση των ίδιων πόρων», τονίζει ο κ. Τσακαλώτος και προσθέτει ότι «με αυτόν τον τρόπο η ΕΕ δεν ειναι σε θέση να επιδιώξει κοινωνική συνοχή και οικονομική σύγκλιση, καθως το κόστος για τις αναπτυξιακές και κοινωνικές πολιτικές δεν μπορεί να καλυφθεί.
Και σε αυτό το σημείο νομίζω ότι υπάρχει μια διαφωνία ανάμεσα στην πολιτική Ελλάδας –Κύπρου».
Όπως εξηγεί, «μαζί με άλλες χώρες η Κύπρος αντιστέκεται, για παράδειγμα, σε έναν ενιαίο φόρο επί των κερδών και υποστηρίζει την ομοφωνία στη λήψη αποφάσεων. Είναι κατά την γνώμη μου μια κοντόφθαλμη πολιτική που σε καμία περίπτωση δεν στηρίζει τις οικονομίες του Νότου και την ανάγκη για ιδίους πόρους που να χρηματοδοτούν την κοινωνική σύγκλιση αλλά και την σύγκλιση των πραγματικών οικονομιών.
Είναι προφανές λοιπόν ότι σε αυτό το θέμα έχουμε διαφορετική προσέγγιση και πρέπει να το συζητήσουμε».
Κατά τον ίδιο, «στην ΕΕ μπορούμε να έχουμε είτε κοινή φορολογική πολιτική και ίδιους πόρους για οικονομική σύγκλιση και κοινωνική συνοχή είτε φορολογικό ανταγωνισμό με χαμηλούς φόρους. Όχι όμως και τα δύο».
Τέλος, υπογραμμίζει ότι οι οικονομικές σχέσεις Ελλάδας – Κύπρου είναι στενές και πολυεπίπεδες και μάλιστα, πρέπει να γίνουν ακόμη στενότερες.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών