Στη νέα ανάλυση βιωσιμότητας τονίζεται το παράθυρο ταχείας αποκλιμάκωσης που έχουν ανοίξει τα διαδοχικά μέτρα ελάφρυνσης στη δεκαετία που διανύουμε και αυτό αποτελεί μοναδική ευκαιρία
Στη νέα ανάλυση βιωσιμότητας από την ΤτΕ, με τα οκτώ διαφορετικά σενάρια για το χρέος –από το βασικό μέχρι το πιο ακραίο–, τονίζεται το παράθυρο ταχείας αποκλιμάκωσης που έχουν ανοίξει τα διαδοχικά μέτρα ελάφρυνσης στη δεκαετία που διανύουμε και αυτό αποτελεί μοναδική ευκαιρία.
Δέκα χρόνια πριν το ΔΝΤ πιάσει και πάλι δουλειά, καταστρώνοντας νέα σενάρια διαχειρισιμότητας του ελληνικού χρέους στη βάση της συμφωνίας τού 2018, ο διοικητής της ΤτΕ επισημαίνει ότι τα υφιστάμενα ευνοϊκά χαρακτηριστικά του συσσωρευμένου χρέους δεν αποτελούν «κτήμα ες αεί», καθώς τα βασικά επιτόκια δεν πρόκειται να επιστρέψουν στα προ κρίσης επίπεδα ακόμη και με την εξασθένιση του πληθωρισμού.
Ως εκ τούτου, οι κίνδυνοι διαχείρισης του δημόσιου χρέους εμφανίζονται σημαντικά αυξημένοι μετά το τέλος της μεσοπρόθεσμης περιόδου (2032), καθώς η δομή του δημόσιου χρέους θα έχει μεταβληθεί, συνεπώς η αποκλιμάκωση πρέπει να αποτελεί προτεραιότητα της οικονομικής πολιτικής τα επόμενα χρόνια.
Ειδικότερα, τα οκτώ σενάρια της ΤτΕ για την πορεία του χρέους έως το 2060 προβλέπουν τα εξής:
Σενάριο 1: Πρόκειται για το βασικό με πρόβλεψη ανάπτυξης 1,8% την περίοδο 2022-2060 και πρωτογενές πλεόνασμα 0,7% του ΑΕΠ το 2023 και 2% του ΑΕΠ από το 2025 και μετά. Ωστόσο το ονομαστικό ΑΕΠ για την περίοδο 2022-2060 θα τρέχει με ταχύτητα 4,2% κατά μέσο όρο, ενώ στηρίζεται στην υπόθεση ότι το παραγωγικό κενό εισέρχεται σε θετικό έδαφος το 2022, διευρύνεται μέχρι τα μέσα της δεκαετίας και εξαλείφεται μέχρι το 2030.
Σενάριο 2: Ο ρυθμός μεταβολής του πραγματικού και του δυνητικού ΑΕΠ είναι χαμηλότερος κατά 0,5% σε σχέση με το βασικό σενάριο, θεωρώντας ότι οι ευρωπαϊκοί πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης δεν αξιοποιούνται αποτελεσματικά ή/και η εξοικονόμηση δαπανών γήρανσης δεν αξιοποιείται για τη βελτίωση του δημοσιονομικού μείγματος. Αυτό οδηγεί το 2060 σε υψηλότερο χρέος προς ΑΕΠ κατά 28 ποσοστιαίες μονάδες και σε υψηλότερες ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες προς ΑΕΠ κατά 5 ποσοστιαίες μονάδες, ενώ το επιτόκιο αναχρηματοδότησης κυμαίνεται υψηλότερα κατά 20 μονάδες βάσης κατά μέσο όρο την περίοδο 2022-2060.
Σενάριο 3: Το πρωτογενές αποτέλεσμα σε όλα τα έτη είναι μικρότερο κατά 1% του ΑΕΠ σε σχέση με το βασικό σενάριο, αποτέλεσμα δημοσιονομικής κόπωσης και μονιμοποίησης μέρους των προσωρινών μέτρων στήριξης που λαμβάνονται στο πλαίσιο της ενεργειακής κρίσης. Αυτό οδηγεί το 2060 σε υψηλότερο χρέος προς ΑΕΠ κατά 52 ποσοστιαίες μονάδες και σε υψηλότερες ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες προς ΑΕΠ κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες. Την ίδια στιγμή το επιτόκιο αναχρηματοδότησης κυμαίνεται υψηλότερα κατά 40 μονάδες βάσης κατά μέσο όρο την περίοδο 2022-2060. Το σενάριο αυτό οδηγεί μακροπρόθεσμα σε υπέρβαση του ορίου 20% του ΑΕΠ για τις ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες και ανακόπτει την πτωτική πορεία του λόγου χρέους/ΑΕΠ. Σύμφωνα με την ΤτΕ, η μείωση του δημοσιονομικού στόχου κατά 1% του ΑΕΠ θα εξέθετε τη μακροχρόνια βιωσιμότητα του χρέους σε μη διαχειρίσιμο κίνδυνο.
Σενάριο 4: Συνδυάζει την υπόθεση μιας μόνιμης αύξησης της καμπύλης των αποδόσεων και της αύξησης του περιθωρίου επιτοκίου των δεκαετών τίτλων κατά 100 μονάδες βάσης το έτος 2023. Αυτό οδηγεί το 2060 σε υψηλότερο χρέος προς ΑΕΠ κατά 13 ποσοστιαίες μονάδες και σε υψηλότερες ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες προς ΑΕΠ κατά 2 ποσοστιαίες μονάδες. Το επιτόκιο αναχρηματοδότησης κυμαίνεται υψηλότερα κατά 80 μονάδες βάσης κατά μέσο όρο την περίοδο 2022-2060.
Σενάριο 5: Βασίζεται στην υπόθεση μιας μεγαλύτερης έντασης και διάρκειας των πληθωριστικών πιέσεων στην ευρωζώνη με αύξηση από το 2023 κατά 50 μονάδες βάσης στο επιτόκιο μηδενικού κινδύνου και το τριμηνιαίο Euribor. Αυτό οδηγεί το 2060 σε υψηλότερο χρέος προς ΑΕΠ κατά 7 ποσοστιαίες μονάδες και σε υψηλότερες ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες προς ΑΕΠ κατά 1 ποσοστιαία μονάδα, ενώ το επιτόκιο αναχρηματοδότησης κυμαίνεται υψηλότερα κατά 50 μονάδες βάσης κατά μέσο όρο την περίοδο 2022-2060.
Σενάριο 6: Εξετάζεται η επίδραση μιας ταχύτερης συρρίκνωσης του χαρτοφυλακίου του Ευρωσυστήματος, το οποίο περιορίζεται σε 1 τρισ. ευρώ το 2032 και μηδενίζεται σταδιακά μέχρι το 2050. Αυτό οδηγεί το 2060 σε υψηλότερο χρέος προς ΑΕΠ κατά 35 ποσοστιαίες μονάδες και σε υψηλότερες ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες προς ΑΕΠ κατά 7 ποσοστιαίες μονάδες, ενώ το επιτόκιο αναχρηματοδότησης κυμαίνεται υψηλότερα κατά 150 μονάδες βάσης κατά μέσο όρο την περίοδο 2022-2060.
Σενάριο 7: Συγκεντρώνει μεγάλο ενδιαφέρον καθώς εξετάζεται η επίδραση από ταχύτερη βελτίωση της πιστοληπτικής διαβάθμισης. Στο συγκεκριμένο αίρεται η υπόθεση του βασικού σεναρίου για ανώτατο όριο Α+ στην πιστοληπτική διαβάθμιση για όσο διάστημα το χρέος υπερβαίνει το 60% του ΑΕΠ και επιτυγχάνεται η ανώτατη πιστοληπτική διαβάθμιση εντός της δεκαετίας του 2040. Αυτό οδηγεί το 2060 σε χαμηλότερο χρέος προς ΑΕΠ κατά 6 ποσοστιαίες μονάδες και σε χαμηλότερες ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες προς ΑΕΠ κατά 1 ποσοστιαία μονάδα, ενώ το επιτόκιο αναχρηματοδότησης κυμαίνεται χαμηλότερα κατά 20 μονάδες βάσης κατά μέσο όρο την περίοδο 2022-2060.
Σενάριο 8: Πρόκειται για το πιο ακραία δυσμενές σενάριο, καθώς συνδυάζει τις υποθέσεις των σεναρίων 2, 3, 4 και 5, υπό την επίδραση των οποίων το δημόσιο χρέος καθίσταται μη διαχειρίσιμο, καθώς οι λόγοι χρέους και ακαθάριστων χρηματοδοτικών αναγκών προς ΑΕΠ βαίνουν αυξανόμενοι μακροπρόθεσμα εξαιτίας και της πλήρους απουσίας των διορθωτικών μέτρων. Εντούτοις, αξίζει να επισημανθεί το γεγονός ότι ακόμη και σε αυτό το σενάριο, μέχρι τις αρχές της επόμενης δεκαετίας ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ βαίνει μειούμενος και οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες παραμένουν εντός του ορίου 15% του ΑΕΠ. Ωστόσο πρόκειται για εκδοχή που μακροπρόθεσμα δεν επιτρέπει κανέναν εφησυχασμό, καθώς η αδυναμία έγκαιρης λήψης διορθωτικών μέτρων μπορεί να έχει υψηλό τίμημα.
Μάριος Χριστοδούλου
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών