Το 54% των ερωτηθέντων ανέφεραν πως δεν έχουν εμπορική δραστηριότητα σε κάποιες από τις παραπάνω χώρες
Με βάση τον δείκτη, που βασίστηκε σε έρευνα στο διάστημα 18/12/23-19/02/24 σε επιλεγμένο δείγμα 250 εξαγωγικών επιχειρήσεων από όλη τη χώρα, το κλίμα παραμένει σταθερό, με μόνο ανεπαίσθητη μείωση σε σχέση με το εξάμηνο του 2023. Ο δείκτης αναπτύχθηκε σε τέσσερις ενότητες: εξαγωγές, εγχώριες πωλήσεις, διεθνείς και εγχώριες οικονομικές συνθήκες, ενώ το θέμα επικαιρότητας εστίασε στον αντίκτυπο -στις εξαγωγές- της κρίσης στη Μέση Ανατολή και στην πιθανή επίπτωση στις χώρες και κράτη της περιοχής, όπου ενδεχομένως υπάρχει ελληνική παρουσία (π.χ., Ισραήλ, Παλαιστίνη, Ιορδανία, Λίβανος, Συρία).
Περίπου οι μισοί επιχειρηματίες -το 54% των ερωτηθέντων- ανέφεραν πως δεν έχουν εμπορική δραστηριότητα σε κάποιες από τις παραπάνω χώρες. Για το υπόλοιπο 46%, που έχει εμπορική δραστηριότητα και σε ό,τι αφορά στις εξαγωγές, προκύπτει ότι πάνω από τους μισούς (το 58%) εκτιμούν πως δεν θα επηρεαστούν οι εξαγωγές τους λόγω της κρίσης. Μάλιστα, το 3% εκτιμά πως θα επηρεαστούν θετικά.
Τέσσερις στους δέκα επιχειρηματίες (ποσοστό 39%) εκτιμούν πως η κρίση στη Μέση Ανατολή θα τους επηρεάσει αρνητικά, με το 29% εξ αυτών να αναμένουν μικρή μείωση από 0% μέχρι 10%. Ακολούθως, στον τομέα των εισαγωγών, το 86% εκτιμά πως αυτές δεν θα επηρεαστούν από την κρίση, ενώ το υπόλοιπο 14% απαντά πως η κατάσταση θα έχει αρνητικό αντίκτυπο (με το 26% εξ αυτών να αναμένει μικρή μείωση από 0% μέχρι 10%). Σε ποσοστό 26% οι ερωτηθέντες αναμένουν μεγάλη αύξηση της τάξης του 76% – 100%. Τέλος, το 30% των επιχειρήσεων που συμμετείχαν στην έρευνα δήλωσαν πως έχουν εμπορική δραστηριότητα με το Ισραήλ, ενώ το 54% εξ αυτών με καμία από τις παραπάνω χώρες, γεγονός που εξηγεί και τα πολύ μεγάλα ποσοστά των επιχειρήσεων που πιστεύουν ότι η κρίση στη Μέση Ανατολή δεν θα τους επηρεάσει αισθητά.
Αναλυτικότερα, ο δείκτης ECI SEVE-DHL για το πρώτο εξάμηνο του 2024 διαμορφώθηκε σε 123,3 μονάδες (όπου ECI>100 = αισιοδοξία και ECI<100 = απαισιοδοξία), έναντι 126,0 μονάδων του αντίστοιχου διαστήματος του 2023. Κατά τα λοιπά: στο 53% διαμορφώθηκε το ποσοστό των θετικών εκτιμήσεων σχετικά με την πορεία των εξαγωγών, ενώ αντίστοιχα τα αποτελέσματα που αφορούσαν στη σταθερότητα και τη μείωση συγκέντρωσαν το 37% και το 10% του δείγματος. Προβληματισμό έχουν προκαλέσει οι διεθνείς οικονομικές συνθήκες, γεγονός που αποτυπώνεται και στις προσδοκίες σε σύγκριση με το προηγούμενο εξάμηνο στον τομέα αυτό, με μόλις το 13% των ερωτηθέντων να αναμένει βελτίωση, έναντι ποσοστού 42% των επιχειρηματιών, που προσδοκούν σταθερότητα και 45% που εκτιμούν ότι θα υπάρξει επιδείνωση.
Παράλληλα όμως, βελτίωση σημειώνεται στις προσδοκίες για τις εγχώριες πωλήσεις, με το 61% των επιχειρήσεων να αναμένουν αύξησή τους στο πρώτο εξάμηνο του 2024. Το ποσοστό όσων αναμένουν σταθερότητα διαμορφώνεται σε 30%, ενώ μόλις το 9% των ερωτηθέντων αναμένει μείωση. Στον δε τομέα των εγχώριων οικονομικών συνθηκών, το μεγαλύτερο μερίδιο -και συγκεκριμένα το 46% των ερωτηθέντων- επέλεξε ως απάντηση τη σταθερότητα, το 28% προσδοκά βελτίωση και το 25% αναμένει επιδείνωση.
Η επιλογή των επιχειρήσεων του δείγματος έγινε μέσω διαστρωματικής δειγματοληψίας, στα πρότυπα αντίστοιχων ερευνών που πραγματοποιούνται από εγχώριους και διεθνείς οργανισμούς. Για τη συλλογή των στοιχείων των επιχειρήσεων αξιοποιήθηκε η βάση δεδομένων της ICAP. Με αρχικό κριτήριο τις επιχειρήσεις με ετήσιο τζίρο πάνω από 1.000.000 ευρώ, το δείγμα περιλαμβάνει επιχειρήσεις από πρωτογενή παραγωγή, βιομηχανία και εμπόριο. Η υλοποίηση της έρευνας έγινε από το Ινστιτούτο Εξαγωγικών Ερευνών & Σπουδών (ΙΕΕΣ) του ΣΕΒΕ, με επιστημονικό σύμβουλο τον καθηγητή Ιωάννη Χατζηδημητρίου, διευθυντή του Μεταπτυχιακού Προγράμματος στις Διεθνείς Επιχειρηματικές Δραστηριότητες του Πανεπιστημίου Μακεδονίας.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών