Μικρή η πιθανότητα διαμόρφωσης των τιμών του πετρελαίου κάτω από τα 25 δολάρια το βαρέλι
Στα 65 δολάρια το βαρέλι εκτιμά ότι θα διαμορφωθεί η τιμή του πετρελαίου μετά το 2018 η ισπανική τράπεζα BBVA σε σχετική της ανάλυση με τίτλο «Τιμές του πετρελαίου, το νέο παράδειγμα αφθονίας».
Στην ανάλυση η BBVA αναφέρεται στην πρόσφατη συνεδρίαση του ΟΠΕΚ, στις 4 Δεκεμβρίου, σημειώνοντας ότι κανέναν δεν εξέπληξε το γεγονός ότι δεν υπήρξε συμφωνία σχετικά με το ύψος της παραγωγής πετρελαίου.
Από τη μια πλευρά, η Σαουδική Αραβία εμφανίστηκε διστακτική στο να μειώσει την παραγωγή της χωρίς μια ανάλογη δράση εκ μέρους άλλων χωρών μελών και μη μελών του Οργανισμού.
Από την άλλη πλευρά, χώρες όπως η Βενεζουέλα και το Ιράν θα προτιμούσαν η Σαουδική Αραβία και άλλες χώρες να μειώσουν την παραγωγή τους, χωρίς όμως οι ίδιες να πρέπει να κάνουν το ίδιο.
Το τελικό αποτέλεσμα ήταν το καρτέλ να συνεχίσει να παράγει περί τα 31,5 εκατ. βαρέλια πετρέλαιο ημερησίως, συμβάλλοντας στη διατήρηση της υπερπροσφοράς πετρελαίου στην αγορά.
Έχοντας καταστεί σαφές ότι ο ΟΠΕΚ δεν θα μειώσει την παραγωγή του, οι αγορές θα συνεχίσουν να αξιολογούν άλλους παράγοντες κλειδιά στην εξέλιξη των τιμών του πετρελαίου βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα, όπως είναι μεταξύ άλλων η προσφορά πετρελαίου από τις χώρες μη μέλη του ΟΠΕΚ και η μεταβλητότητα των συναλλαγματικών ισοτιμιών.
Υπό ποιες προϋποθέσεις οι τιμές του πετρελαίου θα ανακτούσαν μια βιώσιμη ανοδική τροχιά;
Υποθέτουμε ότι ο ΟΠΕΚ θα διατηρήσει σταθερή την παραγωγή του και η ζήτηση για πετρέλαιο θα αυξηθεί κατά ένα ποσοστό ελαφρώς μικρότερο του μέσου όρου των τελευταίων δέκα ετών.
Σε αυτό το περιβάλλον, σημειώνει η BBVA, η αύξηση των τιμών του πετρελαίου θα εξαρτιόταν από μια προς τα κάτω αναπροσαρμογή της προσφοράς από τις χώρες μη μέλη του ΟΠΕΚ και των ΗΠΑ ειδικότερα.
Σε αντίθεση με άλλες χώρες, όπου η παραγωγή υδρογονανθράκων γίνεται από μια κρατική εταιρεία, η αμερικανική πετρελαϊκή βιομηχανία αποτελείται από διάφορες εταιρείες που ειδικεύονται σε μία ή περισσότερες φάσεις της παραγωγικής αλυσίδας.
Χάρη σε αυτό το περιβάλλον αυξημένου ανταγωνισμού, η βιομηχανία έχει επιτύχει να αυξήσει την παραγωγικότητά της με εξαιρετικό τρόπο τα τελευταία 10 χρόνια, επιτυγχάνοντας το ύψιστο των 9,7 εκατ. βαρελιών ημερησίως, το υψηλότερο επίπεδο από το 1971.
Αυτή η άνοδος της παραγωγής συνέβαλε με σημαντικό τρόπο στη μείωση των τιμών, κάτι που με τη σειρά του προκάλεσε την απότομη πτώση στον αριθμό των ενεργών γεωτρύπανων, αύξηση στην απογραφή των ημιτελών πετρελαιοπηγών, διαδοχικές μειώσεις κεφαλαιουχικών δαπανών, αλλά και οικονομικές πιέσεις.
Αυτές οι τάσεις υποδηλώνουν μια αξιοσημείωτη μείωση της αμερικανικής παραγωγής και τη μετάβαση σε μια νέα ισορροπία, που θα χαρακτηρίζεται από λιγότερες επενδυτικές ροές, μεγαλύτερη αποστροφή κινδύνου και υψηλότερα κόστη χρηματοδότησης.
Σε αυτό το σενάριο, η τιμή του αργού πετρελαίου θα μπορούσε να φθάσει τα 65 δολάρια μετά το 2018.
Φυσικά, οι τιμές θα μπορούσαν να αυξηθούν έτι περαιτέρω αν η ανάπτυξη της παγκόσμιας οικονομίας ήταν μεγαλύτερη του αναμενόμενου, όπως για παράδειγμα αν η κινεζική κυβέρνηση έφερνε εις πέρας πιο επιθετικές πολιτικές προκειμένου να τονώσει την οικονομία της χώρας.
Από την άλλη πλευρά, επισημαίνει η BBVA, υπάρχει η πιθανότητα οι εταιρείες του κλάδου να εφαρμόσουν λύσεις καινοτόμες, βραχυπρόθεσμα, που θα τους επέτρεπαν να διατηρήσουν την κερδοφορία τους σε χαμηλότερες τιμές.
Ως αποτέλεσμα, η παραγωγή πετρελαίου στις ΗΠΑ δεν θα υποχωρούσε και ο αγώνας για το μερίδιο αγοράς μεταξύ των πετρελαιοπαραγωγών χωρών θα δημιουργούσε ένα πλεόνασμα προσφοράς, που η ζήτηση δεν θα μπορούσε να απορροφήσει.
Αν και η πιθανότητα είναι ελάχιστη, σε ένα σενάριο αυτού του τύπου οι τιμές του πετρελαίου θα μπορούσαν να διαμορφωθούν κάτω από τα 25 δολάρια το βαρέλι.
Αυτό θα επιδεινωνόταν αν η προσφορά άλλων πετρελαιοπαραγωγών χωρών αυξανόταν ή/και αν η ζήτηση αυξανόταν με μικρότερο ρυθμό.
Μεταφραστική επιμέλεια: Ελένη Κάτσουρα
www.bankingnews.gr
Στην ανάλυση η BBVA αναφέρεται στην πρόσφατη συνεδρίαση του ΟΠΕΚ, στις 4 Δεκεμβρίου, σημειώνοντας ότι κανέναν δεν εξέπληξε το γεγονός ότι δεν υπήρξε συμφωνία σχετικά με το ύψος της παραγωγής πετρελαίου.
Από τη μια πλευρά, η Σαουδική Αραβία εμφανίστηκε διστακτική στο να μειώσει την παραγωγή της χωρίς μια ανάλογη δράση εκ μέρους άλλων χωρών μελών και μη μελών του Οργανισμού.
Από την άλλη πλευρά, χώρες όπως η Βενεζουέλα και το Ιράν θα προτιμούσαν η Σαουδική Αραβία και άλλες χώρες να μειώσουν την παραγωγή τους, χωρίς όμως οι ίδιες να πρέπει να κάνουν το ίδιο.
Το τελικό αποτέλεσμα ήταν το καρτέλ να συνεχίσει να παράγει περί τα 31,5 εκατ. βαρέλια πετρέλαιο ημερησίως, συμβάλλοντας στη διατήρηση της υπερπροσφοράς πετρελαίου στην αγορά.
Έχοντας καταστεί σαφές ότι ο ΟΠΕΚ δεν θα μειώσει την παραγωγή του, οι αγορές θα συνεχίσουν να αξιολογούν άλλους παράγοντες κλειδιά στην εξέλιξη των τιμών του πετρελαίου βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα, όπως είναι μεταξύ άλλων η προσφορά πετρελαίου από τις χώρες μη μέλη του ΟΠΕΚ και η μεταβλητότητα των συναλλαγματικών ισοτιμιών.
Υπό ποιες προϋποθέσεις οι τιμές του πετρελαίου θα ανακτούσαν μια βιώσιμη ανοδική τροχιά;
Υποθέτουμε ότι ο ΟΠΕΚ θα διατηρήσει σταθερή την παραγωγή του και η ζήτηση για πετρέλαιο θα αυξηθεί κατά ένα ποσοστό ελαφρώς μικρότερο του μέσου όρου των τελευταίων δέκα ετών.
Σε αυτό το περιβάλλον, σημειώνει η BBVA, η αύξηση των τιμών του πετρελαίου θα εξαρτιόταν από μια προς τα κάτω αναπροσαρμογή της προσφοράς από τις χώρες μη μέλη του ΟΠΕΚ και των ΗΠΑ ειδικότερα.
Σε αντίθεση με άλλες χώρες, όπου η παραγωγή υδρογονανθράκων γίνεται από μια κρατική εταιρεία, η αμερικανική πετρελαϊκή βιομηχανία αποτελείται από διάφορες εταιρείες που ειδικεύονται σε μία ή περισσότερες φάσεις της παραγωγικής αλυσίδας.
Χάρη σε αυτό το περιβάλλον αυξημένου ανταγωνισμού, η βιομηχανία έχει επιτύχει να αυξήσει την παραγωγικότητά της με εξαιρετικό τρόπο τα τελευταία 10 χρόνια, επιτυγχάνοντας το ύψιστο των 9,7 εκατ. βαρελιών ημερησίως, το υψηλότερο επίπεδο από το 1971.
Αυτή η άνοδος της παραγωγής συνέβαλε με σημαντικό τρόπο στη μείωση των τιμών, κάτι που με τη σειρά του προκάλεσε την απότομη πτώση στον αριθμό των ενεργών γεωτρύπανων, αύξηση στην απογραφή των ημιτελών πετρελαιοπηγών, διαδοχικές μειώσεις κεφαλαιουχικών δαπανών, αλλά και οικονομικές πιέσεις.
Αυτές οι τάσεις υποδηλώνουν μια αξιοσημείωτη μείωση της αμερικανικής παραγωγής και τη μετάβαση σε μια νέα ισορροπία, που θα χαρακτηρίζεται από λιγότερες επενδυτικές ροές, μεγαλύτερη αποστροφή κινδύνου και υψηλότερα κόστη χρηματοδότησης.
Σε αυτό το σενάριο, η τιμή του αργού πετρελαίου θα μπορούσε να φθάσει τα 65 δολάρια μετά το 2018.
Φυσικά, οι τιμές θα μπορούσαν να αυξηθούν έτι περαιτέρω αν η ανάπτυξη της παγκόσμιας οικονομίας ήταν μεγαλύτερη του αναμενόμενου, όπως για παράδειγμα αν η κινεζική κυβέρνηση έφερνε εις πέρας πιο επιθετικές πολιτικές προκειμένου να τονώσει την οικονομία της χώρας.
Από την άλλη πλευρά, επισημαίνει η BBVA, υπάρχει η πιθανότητα οι εταιρείες του κλάδου να εφαρμόσουν λύσεις καινοτόμες, βραχυπρόθεσμα, που θα τους επέτρεπαν να διατηρήσουν την κερδοφορία τους σε χαμηλότερες τιμές.
Ως αποτέλεσμα, η παραγωγή πετρελαίου στις ΗΠΑ δεν θα υποχωρούσε και ο αγώνας για το μερίδιο αγοράς μεταξύ των πετρελαιοπαραγωγών χωρών θα δημιουργούσε ένα πλεόνασμα προσφοράς, που η ζήτηση δεν θα μπορούσε να απορροφήσει.
Αν και η πιθανότητα είναι ελάχιστη, σε ένα σενάριο αυτού του τύπου οι τιμές του πετρελαίου θα μπορούσαν να διαμορφωθούν κάτω από τα 25 δολάρια το βαρέλι.
Αυτό θα επιδεινωνόταν αν η προσφορά άλλων πετρελαιοπαραγωγών χωρών αυξανόταν ή/και αν η ζήτηση αυξανόταν με μικρότερο ρυθμό.
Μεταφραστική επιμέλεια: Ελένη Κάτσουρα
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών