Τελευταία Νέα
Αναλύσεις – Εκθέσεις

Eurobank: Δημοσιονομική υπερ-απόδοση της ελληνικής οικονομίας το 2023

Eurobank: Δημοσιονομική υπερ-απόδοση της ελληνικής οικονομίας το 2023
Το εβδομαδιαίο δελτίο «7 Ημέρες Οικονομία»
Σχετικά Άρθρα
Ο ετήσιος πληθωρισμός στην Ελλάδα βάσει του Εναρμονισμένου Δείκτη Τιμών Καταναλωτή (ΕνΔΤΚ) διαμορφώθηκε στο 3,4% τον Μαρ-24, αυξημένος έναντι του Φεβ-24 κατά 0,3 ποσοστιαίες μονάδες και μειωμένος έναντι του Μαρ-23 κατά 2,0 ποσοστιαίες μονάδες.
Από τις 12 ομάδες αγαθών και υπηρεσιών που απαρτίζουν τον ΕνΔΤΚ, τα ξενοδοχεία-καφέ-εστιατόρια είχαν την υψηλότερη συνεισφορά στον πληθωρισμό του Μαρ-24 (αύξηση του σχετικού υποδείκτη κατά 6,1% και συνεισφορά 1,2 ποσοστιαίων μονάδων στον γενικό πληθωρισμό) και ακολούθησαν: διατροφή και μη αλκοολούχα ποτά (5,5%, 1,1 ποσοστιαίες μονάδες), ένδυση και υπόδηση (5,7%, 0,3 ποσοστιαίες μονάδες), υγεία (4,4%, 0,2 ποσοστιαίες μονάδες), αναψυχή-πολιτιστικές δραστηριότητες (3,5%, 0,2 ποσοστιαίες μονάδες), μεταφορές (1,5%, 0,2 ποσοστιαίες μονάδες), εκπαίδευση (3,5%, 0,1 ποσοστιαίες μονάδες), αλκοολούχα ποτά και καπνός (1,2%, 0,1 ποσοστιαίες μονάδες), άλλα αγαθά και υπηρεσίες (0,8%, 0,0 ποσοστιαίες μονάδες), στέγαση, νερό, ηλεκτρικό, αέριο και άλλα καύσιμα (0,2%, 0,0 ποσοστιαίες μονάδες), διαρκή αγαθά-είδη νοικοκυριού και υπηρεσίες (0,1%, 0,0 ποσοστιαίες μονάδες) και επικοινωνίες (-1,9%, -0,1 ποσοστιαίες μονάδες). Τα εν λόγω αποτελέσματα αντανακλούν τη διάχυση των πληθωριστικών πιέσεων σε κατηγορίες υπηρεσιών, στα τρόφιμα και σε μη ενεργειακά βιομηχανικά αγαθά.
Στο Σχήμα 1 παρουσιάζεται η εξέλιξη του πληθωρισμού στην Ελλάδα και την Ευρωζώνη από τον Μαρ-18 μέχρι τον Μαρ-24. Είναι εμφανές ότι από τον Ιουν-23 η πορεία αποκλιμάκωσης του πληθωρισμού στην Ελλάδα έχει σταματήσει, με την τιμή του να κυμαίνεται γύρω από έναν μέσο όρο της τάξης του 3,2%, δηλαδή αρκετά πάνω από τον στόχο του 2,0% της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ). Επιπρόσθετα, από τον Νοε-23 ο ρυθμός αύξησης του ΕνΔΤΚ στην Ελλάδα είναι υψηλότερος από τον αντίστοιχο στην Ευρωζώνη, αντανακλώντας σε έναν βαθμό αποτελέσματα βάσης αλλά και την υψηλότερη αύξηση της ζήτησης στην ελληνική οικονομία έναντι της Ευρωζώνης. Σύμφωνα με την πρόσφατη έκθεση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) για τις προοπτικές της παγκόσμιας οικονομίας, προβλέπεται μέσος ετήσιος πληθωρισμός στην Ελλάδα της τάξης του 2,7%, 2,1% και 1,9% για τα έτη 2024, 2025 και 2026 αντίστοιχα, ενώ για την Ευρωζώνη εκτιμάται μέσος ετήσιος πληθωρισμός της τάξης του 2,4% το 2024, 2,1% το 2025 και 1,9% το 2026. Ως εκ τούτου, το ΔΝΤ εκτιμά ότι ο πληθωρισμός στην Ελλάδα θα επιβραδυνθεί τους επόμενους μήνες. Η επόμενη παρατήρηση για τον πληθωρισμό στην Ελλάδα, ήτοι του Απρ-24, αναμένεται να δημοσιευτεί από την Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ) στις 14/5/2024.
Στιγμιότυπο_οθόνης_2024-04-26_161430.png

Λαμβάνοντας υπόψιν τον αποπληθωρισμό των μηνών της πανδημίας και τις πληθωριστικές πιέσεις που ακολούθησαν, η σωρευτική αύξηση του ΕνΔΤΚ στην Ελλάδα τον Μαρ-24 σε σύγκριση με τον Μαρ-19 ανέρχεται στο 15,5% (20,1% στην Ευρωζώνη). Σύμφωνα με τους μη χρηματοοικονομικούς λογαριασμούς θεσμικών φορέων, το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών το δ’ τρίμηνο 2023 ήταν ενισχυμένο κατά 16,7% σε σχέση με το δ’ τρίμηνο 2019. Όπως παρουσιάζεται στα Σχήματα 2.1 έως 2.12 και στον Πίνακα 1, η υψηλότερη σωρευτική αύξηση του επιπέδου των τιμών καταγράφεται στη διατροφή και μη αλκοολούχα ποτά (30,0%, 30,5% στην Ευρωζώνη) και ακολουθούν: ξενοδοχεία-καφέ-εστιατόρια (23,1%, 19,0% στην Ευρωζώνη), ένδυση και υπόδηση (20,6%, 8,1% στην Ευρωζώνη), άλλα αγαθά και υπηρεσίες (15,8%, 5,1% στην Ευρωζώνη), στέγαση, νερό, ηλεκτρικό, αέριο και άλλα καύσιμα (13,9%, 24,9% στην Ευρωζώνη), μεταφορές (13,9%, 21,1% στην Ευρωζώνη), διαρκή αγαθά-είδη νοικοκυριού και υπηρεσίες (11,1%, 15,8% στην Ευρωζώνη), υγεία (10,8%, 7,8% στην Ευρωζώνη), εκπαίδευση (7,4%, 8,2% στην Ευρωζώνη), αναψυχή-πολιτιστικές δραστηριότητες (5,6%, 14,7% στην Ευρωζώνη), αλκοολούχα ποτά και καπνός (3,7%, 22,3% στην Ευρωζώνη) και επικοινωνίες (-9,4%, -4,5% στην Ευρωζώνη).
Στιγμιότυπο_οθόνης_2024-04-26_161446.png

Αύξηση του πρωτογενούς πλεονάσματος στο 1,9% του ΑΕΠ και μείωση του δημοσίου χρέους στο 161,9% του ΑΕΠ το 2023

Σύμφωνα με την ανακοίνωση της ΕΛΣΤΑΤ για τα δημοσιονομικά στοιχεία της περιόδου 2020-2023 (1η κοινοποίηση), τα έσοδα της γενικής κυβέρνησης το 2023 ανήλθαν στο 48,9% του ΑΕΠ (€107,8 δισεκ.), από 50,6% το 2022 (€104,6 δισεκ.), ενώ οι δαπάνες διαμορφώθηκαν στο 50,5% του ΑΕΠ (€111,3 δισεκ.), από 53,1% (€109,8 δισεκ.). Τούτων δοθέντων, το έλλειμμα του ισοζυγίου της γενικής κυβέρνησης συρρικνώθηκε στο 1,6% του ΑΕΠ (€3,5 δισεκ.), από 2,5% (€5,1 δισεκ.) το 2022.
Οι τόκοι της γενικής κυβέρνησης αυξήθηκαν στο 3,5% του ΑΕΠ (€7,6 δισεκ.), από 2,5% το 2022 (€5,2 δισεκ.). Ως εκ τούτου, το πρωτογενές ισοζύγιο της γενικής κυβέρνησης, δηλαδή η διαφορά ανάμεσα στα έσοδα και τις δαπάνες εξαιρουμένων των τόκων, ανήλθε σε πλεόνασμα 1,9% του ΑΕΠ (€4,1 δισεκ.), από 0,0% (€0,0 δισεκ.) το 2022 (βλέπε Σχήμα 3.1).
Στιγμιότυπο_οθόνης_2024-04-26_161506.png

Η αύξηση του πρωτογενούς πλεονάσματος της γενικής κυβέρνησης και ο ισχυρός ρυθμός μεγέθυνσης του ονομαστικού ΑΕΠ (6,6%) οδήγησαν στην περαιτέρω αποκλιμάκωση του δημόσιου χρέους στο 161,9% του ΑΕΠ το 2023 (€356,7 δισεκ., βλέπε Σχήμα 3.2), από 172,7% το 2022 (€356,8 δισεκ.). Το 71,4% του δημόσιου χρέους αποτελείται από μακροπρόθεσμα δάνεια (κεφάλαια από τα 3 προγράμματα οικονομικής προσαρμογής), το 22,6% από μακροπρόθεσμα χρεόγραφα, το 3,2% από βραχυπρόθεσμα χρεόγραφα, το 2,0% από διαθέσιμα και καταθέσεις και το 0,8% από βραχυπρόθεσμα δάνεια. Η τρέχουσα ευνοϊκή διάρθρωση του δημόσιου χρέους της γενικής κυβέρνησης δεν θα πρέπει να αποτελεί παράγοντα εφησυχασμού. Τουναντίον, η ελληνική οικονομία θα πρέπει να εδραιώσει ένα προφίλ δέσμευσής στη μεσομακροπρόθεσμη δημοσιονομική σταθερότητα και στην αποτελεσματική εφαρμογή των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων. Με αυτόν τον τρόπο οι επιχειρήσεις διαμορφώνουν προσδοκίες περί αποφυγής μελλοντικών αρνητικών εκπλήξεων στο πεδίο της δημοσιονομικής πολιτικής, επενδύουν καθότι η αβεβαιότητα των προσδοκώμενων αποδόσεων του κεφαλαίου τους μειώνεται, η οικονομία αναπτύσσεται και ο λόγος του δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ αποκλιμακώνεται.
Στιγμιότυπο_οθόνης_2024-04-26_161457.png

Το 7 Ημέρες Οικονομία συμπλήρωσε τα 500 τεύχη του - Επιλεγμένα Τεύχη του Δελτίου 7 Ημέρες Οικονομία

-Πολιτική σταθερότητα και κρίσιμη μάζα μεταρρυθμίσεων «κλειδιά» για το νέο αναπτυξιακό πρότυπο για το 2021
(Θεόδωρος Σταματίου και Μαρία Πρανδέκα, τεύχος 76, 21/5/2014).
Η εφαρμογή μιας κρίσιμης μάζας μεταρρυθμίσεων μπορεί να οδηγήσει στην επιστροφή σε ένα βιώσιμο μονοπάτι ανάπτυξης, προϋποθέτει όμως προσήλωση στη μεταρρυθμιστική προσπάθεια και την πολιτική σταθερότητα.
https://www.eurobank.gr/Uploads/Reports/7HMERES_OIKONOMIA_21052014new.pdf

-Αυξημένη παραγωγικότητα μέσω μεταβολής της δομής των συνολικών επενδύσεων πάγιου κεφαλαίου
(Θεόδωρος Σταματίου, Στέλιος Γώγος και Μαρία Πρανδέκα, τεύχος 85, 25/7/2014).
Η αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας δεν συνδέεται μόνο με την ενίσχυση των επενδύσεων αλλά και με την αλλαγή της σύνθεσής τους προς κεφαλαιουχικά αγαθά υψηλής τεχνολογίας-παραγωγικότητας.
https://www.eurobank.gr/Uploads/Reports/7HMERES_OIKONOMIA_25072014v.pdf

-Το επενδυτικό κενό της ελληνικής οικονομίας οδηγεί σε πτώση του φυσικού κεφαλαίου και μακροπρόθεσμα σε μείωση του δυνητικού ΑΕΠ (Στέλιος Γώγος, τεύχος 214, 21/7/2017).
Η μεγάλη μείωση των επενδύσεων κατά τη διάρκεια της κρίσης χρέους οδήγησε στη συρρίκνωση του φυσικού κεφαλαίου και των παραγωγικών δυνατοτήτων της ελληνικής οικονομίας.
https://www.eurobank.gr/-/media/eurobank/omilos/oikonomikes-analuseis/diethni-oikonomia-kai-agores/7-days-economy/7-imeres-oikonomia-21-07-17.pdf

-Η πορεία σύγκλισης σε όρους πραγματικού μέσου κατά κεφαλήν ΑΕΠ με το αντίστοιχο μέγεθος της ΕΕ προϋποθέτει την επίτευξη υψηλών ρυθμών μεγέθυνσης για τουλάχιστον 10 με 15 χρόνια (Στέλιος Γώγος, τεύχος 260, 24/10/2018).

-Η μεγάλη ύφεση και η παρατεταμένη στασιμότητα είχαν ως αποτέλεσμα την απόκλιση του κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Ελλάδας σε σύγκριση με τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ). Η ελληνική οικονομία θα πρέπει να υπεραποδίδει έναντι του μέσου όρου της ΕΕ για πολλά χρόνια έτσι ώστε να μειώσει την απόσταση που τη χωρίζει σε όρους κατά κεφαλήν ΑΕΠ.
https://www.eurobank.gr/-/media/eurobank/omilos/oikonomikes-analuseis/diethni-oikonomia-kai-agores/7-days-economy/2018/7-imeres-oikonomia-24-08-18.pdf

-Ισχυρές οι γραμμές άμυνας των ελληνικών τραπεζών έναντι πιθανών εξωγενών αναταράξεων (Θεόδωρος Ράπανος, τεύχος 456, 24/3/2023).
Η κατάρρευση τριών αμερικανικών τραπεζών και η διάσωση της ιστορικής Credit Suisse μέσω της εξαγοράς της ήγειραν έντονη ανησυχία για μετάδοση της κρίσης στην υπόλοιπη Ευρώπη, με αρνητικό αντίκτυπο για το ελληνικό τραπεζικό σύστημα. Αναλύονται οι λόγοι για τους οποίους οι ελληνικές τράπεζες είναι στην καλύτερη θέση των τελευταίων πολλών ετών να αποσοβήσουν τις όποιες διαταραχές, προστατεύοντας τους καταθέτες και διασφαλίζοντας τη συστημική ευστάθεια.
https://www.eurobank.gr/-/media/eurobank/omilos/oikonomikes-analuseis/elliniki-oikonomia/7-imeres-oikonomia/2023/7-imeres-oikonomia-24-03-23.pdf

-Η βιωσιμότητα της ανάπτυξης συνδέεται με την ενίσχυση της εθνικής αποταμίευσης (Στέλιος Γώγος, τεύχος 482, 10/11/2023).
Βραχυχρόνια το έλλειμμα του εξωτερικού ισοζυγίου που δημιουργείται από την αγορά κεφαλαιουχικών αγαθών χωρίς να μειώνεται η εθνική αποταμίευση, έχει οφέλη. Μεσομακροπρόθεμσα ωστόσο η βιωσιμότητα της μεγέθυνσης συνδέεται με την ενίσχυση της εθνικής αποταμίευσης έτσι ώστε το έλλειμμα του εξωτερικού ισοζυγίου σταδιακά να συρρικνωθεί και να μειωθεί η εξάρτηση της οικονομίας από τον εξωτερικό δανεισμό.
https://www.eurobank.gr/-/media/eurobank/omilos/oikonomikes-analuseis/elliniki-oikonomia/7-imeres-oikonomia/2023/7-imeres-oikonomia-10-11-23.pdf

-Διαχρονική ανάλυση των επιδόσεων των Ελλήνων μαθητών δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στην αξιολόγηση PISA (Κωνσταντίνος Πέππας, τεύχος 494, 22/2/2024).
Η περιορισμένη αποτελεσματικότητα του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος αντικατοπτρίζεται στις επιδόσεις των Ελλήνων μαθητών στα γνωστικά αντικείμενα (Μαθηματικά, Φυσικές Επιστήμες, Κατανόηση Κειμένου) της αξιολόγησης PISA, οι οποίες διαχρονικά υπολείπονται αυτές του μέσου όρου των χωρών του Ο.Ο.Σ.Α. Παράλληλα, αυξάνεται με τον χρόνο το ποσοστό των Ελλήνων μαθητών με χαμηλές επιδόσεις και μειώνεται το ποσοστό αυτών με εξαιρετικές επιδόσεις.
https://www.eurobank.gr/-/media/eurobank/omilos/oikonomikes-analuseis/elliniki-oikonomia/7-imeres-oikonomia/2024/7-imeres-oikonomia-22-02-24.pdf

www.bankingnews.gr

Ρoή Ειδήσεων

Σχόλια αναγνωστών

Δείτε επίσης