Το Ελληνικό Δημοσιονομικό Συμβούλιο κάνει λόγο για ένα «εξαιρετικά αβέβαιο γεωπολιτικό περιβάλλον»
Την ανάγκη για χρηστή δημοσιονομική διαχείριση, επισημαίνει το Ελληνικό Δημοσιονομικό Συμβούλιο στο πλαίσιο της Φθινοπωρινής Έκθεσης 2024.
Στόχος -όπως αναφέρεται- θα πρέπει να είναι η σημαντική μείωση του χρέους μέσω της διασφάλισης υψηλής ανάπτυξης.
«Η χώρα πρέπει να διασφαλίσει τη συνεχιζόμενη ανάπτυξή της μέσω της συνετής δημοσιονομικής πολιτικής, προκειμένου να είναι έτοιμη να αντιμετωπίσει νέες δημοσιονομικές προκλήσεις, που θα μπορούσαν να προκύψουν λόγω της διεθνούς αβεβαιότητας. Η ΕΕ, και η ζώνη του ευρώ, είναι επίσης αναγκαίο να ανταποκριθούν στις διεθνείς προκλήσεις χωρίς χρονικές υστερήσεις, εφόσον απαιτηθεί» επισημαίνεται στην εν λόγω έκθεση.
Εν κατακλείδι, η στρατηγική για τη διασφάλιση της ανθεκτικότητας της ελληνικής οικονομίας και η συνέχιση της απρόσκοπτης συμμόρφωσης με τους δημοσιονομικούς κανόνες της ΕΕ αποτελούν τη βάση για μια βιώσιμη ανάπτυξη, σε ένα εξαιρετικά αβέβαιο γεωπολιτικό περιβάλλον.
Οι προκλήσεις
Το αμέσως επόμενο διάστημα, η ελληνική οικονομία είναι πιθανό να δοκιμαστεί από διάφορους, κυρίως εξωγενείς, κινδύνους οι οποίοι μπορούν να συνοψιστούν ως εξής:
- Γεωπολιτικές εντάσεις λόγω των πολεμικών συρράξεων σε Ουκρανία και Μέση Ανατολή
Η γεωπολιτική αστάθεια που προκαλούν οι πολεμικές συρράξεις στην περιοχή αυξάνουν, καταρχήν, την αβεβαιότητα, γεγονός που μπορεί να επηρεάσει αρνητικά τα διάφορα μακροοικονομικά μεγέθη της ελληνικής οικονομίας. Παρόλο που οι συγκρούσεις διακρίνονται τελευταία από μεγάλη ένταση, επί του παρόντος δε φαίνεται να έχει επηρεαστεί σημαντικά η παγκόσμια οικονομία. Χαρακτηριστικό ως προς αυτό είναι ότι δείκτες, οι οποίοι καταγράφουν τη μεταβλητότητα της διεθνούς οικονομίας, παραμένουν σε σχετικά χαμηλά επίπεδα. Ένας σημαντικός δείκτης αυτής της κατηγορίας είναι ο δείκτης VIX, ο οποίος μετρά την μεταβλητότητα της αμερικανικής χρηματιστηριακής αγοράς. Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία του δείκτη, η μεταβλητότητα είναι πολύ χαμηλή (14,02), γεγονός που επί του παρόντος δεν υποδηλώνει κάποια ανησυχία στις χρηματιστηριακές αγορές
Εκτός από την αβεβαιότητα που προκαλούν οι γεωπολιτικές εντάσεις στην οικονομία, αυτές μπορούν να την επηρεάσουν άμεσα μέσω διάφορων διαύλων. Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022 αποτέλεσε εφαλτήριο αναζωπύρωσης των πληθωριστικών πιέσεων στην ευρωπαϊκή οικονομία, οι οποίες είχαν ήδη ξεκινήσει λόγω των προβλημάτων που παρουσιάστηκαν στην παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα μετά την πανδημία (logistics bottlenecks).
Η διεθνής ανησυχία οδήγησε σε σημαντική αύξηση των τιμών της ενέργειας, η οποία επηρέασε αρνητικά το κόστος παραγωγής, συνεπώς την προσφορά προϊόντων και υπηρεσιών με αποτέλεσμα τη σημαντική αύξηση των τιμών σε όλες τις οικονομίες της ευρωζώνης. Συνεπώς, γεωπολιτικές εντάσεις οι οποίες αφορούν χώρες και περιφέρειες που παράγουν ενεργειακά προϊόντα (πετρέλαιο, φυσικό αέριο) κρύβουν κινδύνους για αναζωπύρωση των πληθωριστικών πιέσεων.
Ωστόσο, επί του παρόντος, δε φαίνεται ότι οι τιμές ενέργειας έχουν επηρεαστεί σημαντικά.9 Τόσο ο δείκτης τιμών ενέργειας, που παρακολουθεί το ΔΝT, όσο και συγκεκριμένοι δείκτες που αφορούν την εξέλιξη των τιμών του πετρελαίου και του φυσικού αερίου δείχνουν σχετική σταθερότητα των τιμών της ενέργειας την τρέχουσα περίοδο.
- Στασιμότητα ή και επιβράδυνση ευρωπαϊκών οικονομιών και κυρίως της γερμανικής
Μεγάλο μέρος των εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών της ελληνικής οικονομίας κατευθύνονται σε ευρωπαϊκές οικονομίες, και σημαντικό μέρος εξ αυτών απορροφάται από τη γερμανική οικονομία. Κατ’ επέκταση στασιμότητα ή ακόμα χειρότερα ύφεση στην γερμανική οικονομία θα επηρεάσει αρνητικά την ελληνική οικονομία. Η γερμανική οικονομία καταγράφει, τα τελευταία πέντε τρίμηνα, πτώση του πραγματικού ΑΕΠ σε ετήσια βάση.
Ειδικότερα, όσον αφορά το τρέχον έτος, στα τρία πρώτα τρίμηνα καταγράφεται οριακή πτώση του ΑΕΠ, το οποίο προμηνύει ύφεση για το 2024.
Οι πρόδρομοι δείκτες οικονομική δραστηριότητας της Γερμανίας δεν παρέχουν πιο αισιόδοξη εικόνα. Και οι τρεις δείκτες (ZEW, iFO, ESI), παρά τη μικρή ανάκαμψη που καταγράφουν τον Οκτώβριο, βρίσκονται σε χαμηλό επίπεδο, ενώ ο δείκτης ZEW, για τον οποίο υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία και για τον Νοέμβριο, φαίνεται εκ νέου να επιδεινώνεται.
- Επιβράδυνση της μείωσης των επιτοκίων της ΕΚΤ
Από τον Ιούλιο του 2022, προκειμένου να αντιμετωπίσει τις πληθωριστικές πιέσεις στην ευρωζώνη, η ΕΚΤ έχει υιοθετήσει περιοριστική νομισματική πολιτική αν και, από το Σεπτέμβριο του 2023, χάρη στην αποκλιμάκωση του πληθωρισμού, έχει προχωρήσει σε χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής μειώνοντας τα βασικά επιτόκια. Έκτοτε, συνεχίστηκαν οι μειώσεις των επιτοκίων με βραδύ όμως ρυθμό. Η πτωτική τάση αναμένεται να συνεχιστεί, ωστόσο όσο καθυστερεί, τα υψηλά επιτόκια δρουν αρνητικά στην ιδιωτική επένδυση και κατανάλωση, με δυσμενείς επιδράσεις στο ΑΕΠ
Συνοψίζοντας, το αμέσως επόμενο διάστημα, η ελληνική οικονομία είναι αντιμέτωπη με εξωγενείς κατά κανόνα κινδύνους οι οποίοι ωστόσο, επί του παρόντος, δε φαίνονται ικανοί να ανακόψουν τηn προβλεπόμενη μεγέθυνση. Εξάλλου, η θετική καμπύλη απόδοσης των ελληνικών ομολόγων υποδηλώνει την αναπτυξιακή προοπτική της ελληνικής οικονομίας τα επόμενα έτη.
Ωστόσο, θα πρέπει να σημειωθεί, αναφορικά με τις μεσομακροπρόθεσμες προοπτικές τις οικονομίας, ότι μεγάλο μέρος της αύξησης του ΑΕΠ οφείλεται στο ΤΑΑ, το οποίο λήγει το 2026. Έτσι, αν δεν υπάρξει κάτι άλλο, η αύξηση του ΑΕΠ δε θα είναι εύκολο να διατηρηθεί στα ίδια επίπεδα και η σύγκλιση θα επιβραδυνθεί.
Επιπλέον, η ελληνική οικονομία μέχρι τον Νοέμβριο του 2024 έχει αντλήσει από το ΤΑΑ 18,21 δισ. ευρώ, ενώ υπολείπονται μέχρι το τέλος του 2026 να αντληθούν αλλά 16,87 δισ. ευρώ περίπου. Η έγκαιρη και αποτελεσματική άντληση των υπολειπόμενων κεφαλαίων του ΤΑΑ αναμένεται να εντείνει την αναπτυξιακή δυναμική της ελληνικής οικονομίας.
- Πιθανές επιβολές δασμών από τη νέα κυβέρνηση Trump
Μια ακόμα πηγή αβεβαιότητας-ύφεσης, για την ευρωπαϊκή οικονομία, έχει να κάνει με πιθανές επιβολές δασμών από τη νέα κυβέρνηση Trump στις ΗΠΑ, κυρίως προς Ευρώπη και Κίνα.
Η κυβέρνηση Τραμπ επέβαλε σημαντικούς δασμούς στις εισαγωγές των ΗΠΑ από την Κίνα από το 2018, οι οποίοι οδήγησαν σε σημαντική αύξηση των δασμολογικών εσόδων στις ΗΠΑ. Σύμφωνα με τις εξαγγελίες Trump, οι δασμοί προς την Κίνα, αλλά και προς την Ευρώπη, θα αυξηθούν. Οι δασμοί θα μπορούσαν να αυξήσουν το κόστος των ευρωπαϊκών εξαγωγών, μειώνοντας την ανταγωνιστικότητά τους στην αμερικανική αγορά. Αυτό με τη σειρά του θα μπορούσε να οδηγήσει σε μείωση των εξαγωγών, πλήττοντας τις εξαγωγικές ευρωπαϊκές επιχειρήσεις και την απασχόληση. Επιπλέον, οι δασμοί μπορεί να προκαλέσουν εμπορικές αντιπαραθέσεις-πολέμους επηρεάζοντας αρνητικά, όχι μόνο τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις, αλλά και τα νοικοκυριά στην Ευρώπη.
Μεσοπρόθεσμες προκλήσεις
Σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, παραμένουν σημαντικές προκλήσεις για την ελληνική οικονομία, οι οποίες αφορούν διαχρονικές μακροοικονομικές ανισορροπίες της. Στους προεξέχοντες παράγοντες συμπεριλαμβάνεται το δημογραφικό, του οποίου οι συνέπειες στην οικονομική ανάπτυξη εκτιμάται ότι θα αρχίσουν να φαίνονται συντομότερα απ’ ότι ίσως αναμένονταν. Στις λοιπές προκλήσεις για την οικονομία συγκαταλέγονται:
- Χαμηλή εθνική αποταμίευση και επίμονα ελλείμματα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών
Οι συστηματικά χαμηλές αποταμιεύσεις και τα επίμονα ελλείμματα τρεχουσών συναλλαγών σημαίνουν ότι η εξωτερική χρηματοδότηση είναι ζωτικής σημασίας για την ελληνική οικονομία. Όμως, όπως έδειξε η κρίση χρέους της προηγούμενης δεκαετίας, η μεγάλη εξάρτηση από την εξωτερική χρηματοδότηση αφήνει τη χώρα ευάλωτη σε μεταβολές της εμπιστοσύνης των διεθνών δανειστών. Τα κεφάλαια της εξωτερικής χρηματοδότησης θα συνεχίσουν να εισρέουν μόνο αν η χώρα συνεχίσει να απολαμβάνει διεθνή εμπιστοσύνη.
Σε κάθε περίπτωση, η χαμηλή εθνική αποταμίευση δεν μπορεί να επηρεάσει θετικά τις επενδύσεις και την οικονομική ανάπτυξη στο μέλλον
- Ιδιωτικές πάγιες επενδύσεις
Όσον αφορά στις πάγιες ιδιωτικές επενδύσεις, αν και έχουν αυξηθεί τα τελευταία χρόνια, εξακολουθούν όμως, ως ποσοστό του ΑΕΠ, να υπολείπονται σημαντικά της προ κρίσης περιόδου (βρίσκονται σχεδόν στο μισό) καθώς και του μέσου όρου της ΕΕ. Επιπλέον, θα πρέπει να δοθεί προσοχή στο μείγμα τους. Το μεγαλύτερο μέρος της πρόσφατης αύξησης των επενδύσεων αφορούσε στις κατασκευές και στα ακίνητα και λιγότερο στη μεταποίηση.
Ωστόσο, η μεταποίηση και οι υπηρεσίες έχουν μεγαλύτερη δυναμική, όσον αφορά στην αύξηση της παραγωγικότητας της οικονομίας μέσο-μακροχρόνια. Η παραγωγικότητα εξακολουθεί να είναι πολύ χαμηλή (τελευταία η Ελλάδα μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών του ΟΟΣΑ).
Συνεπώς, το θέμα των παγίων επενδύσεων δεν είναι μόνο ποσοτικό, αλλά κυρίως ποιοτικό ώστε να διατηρηθεί βιώσιμη αναπτυξιακή πορεία της οικονομίας μεσο-μακροχρόνια.
- Υψηλές πληρωμές τόκων
Τέλος, αναφορικά με το δημόσιο χρέος, παρά τη σημαντική και συνεχή πτώση του σαν ποσοστό του ΑΕΠ τα τελευταία χρόνια παραμένει το υψηλότερο στην ΕΕ, γεγονός που έχει ως αποτέλεσμα, μεταξύ άλλων, τις υψηλές πληρωμές τόκων, και αυτό παρά το γεγονός ότι το μεγαλύτερο μέρος του ελληνικού δημόσιου χρέους βρίσκεται στα χέρια δημόσιων οργανισμών της ΕΕ με χαμηλό μη αγοραίο επιτόκιο και με πολύ μεγάλη διάρκεια αποπληρωμής.
Αξίζει να επισημανθεί ότι η χώρα δαπανά περισσότερα για πληρωμές τόκων του δημόσιου χρέους από ό,τι για την εθνική άμυνα (3,2% του ΑΕΠ, περίπου). Μια ενδεχόμενη αύξηση επιτοκίων για νέο δημόσιο χρέος θα επιδεινώσει μπορεί να επιδεινώσει την κατάσταση.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών