Aνάπτυξη του ελληνικού ΑΕΠ με ρυθμό 2,1% το 2024, σε σταθερές τιμές, με αβεβαιότητα σχετικά με το μέγεθος των κινδύνων που απορρέουν από το διεθνές περιβάλλον, προβλέπει το ΙΟΒΕ, ενώ τονίζει ότι πρέπει να αποσυρθούν τα έκτακτα μέτρα στήριξης των ευάλωτων.
Η πρόβλεψη του ΙΟΒΕ συγκλίνει με αυτή του ΔΝΤ (2%) και είναι χαμηλότερη από τις προβλέψεις του υπουργείου Οικονομικών και της Τράπεζας της Ελλάδος.
Ως προς τις συνιστώσες της ανάπτυξης το 2024, αναμένεται σημαντική ενίσχυση των πάγιων επενδύσεων (+9,5%) και διατήρηση της δυναμικής της ιδιωτικής κατανάλωσης (+1,3%).
Ο μέσος πληθωρισμός για το 2024 αναμένεται ελαφρά υψηλότερος από τον μέσο όρο στην Ευρωζώνη, στην περιοχή του 3,0%, ενώ η ανεργία προβλέπεται ότι θα αποκλιμακωθεί περαιτέρω, αλλά με βραδύτερο ρυθμό, στην περιοχή του 10,3%.
Στον εξωτερικό τομέα, αναμένεται μικρή βελτίωση στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, με τις εξαγωγές και τις εισαγωγές να αυξάνονται ετησίως το 2024, κατά +2,2% και +1,9% αντιστοίχως.
Θετική δυναμική
Όπως τονίζει το ΙΟΒΕ στην τριμηνιαία έκθεσή του για την ελληνική οικονομία, σε ένα ευμετάβλητο ευρωπαϊκό και παγκόσμιο περιβάλλον, η ελληνική οικονομία κινείται με θετική δυναμική.
To κύμα ανάκαμψης στο οποίο βρίσκεται έχει ρυθμό μεγέθυνσης σαφώς ανώτερο από τον μέσο όρο της Ευρώπης, ακόμη και αν οι πιο πρόσφατες εκτιμήσεις τον υποβιβάζουν σχετικά με προηγούμενες.
Αυτός ο ρυθμός μεγέθυνσης εκτιμάται πως θα συνεχισθεί και για το τρέχον έτος, με μια μικρή περαιτέρω μείωση της ανεργίας, εφόσον όμως υπάρξει σημαντική αύξηση των επενδύσεων. Η αύξηση αυτή των επενδύσεων είναι κομβικής σημασίας, με βάση και τη συμβολή του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, καθώς πέρα από τη μεγέθυνση της οικονομίας μπορεί να συμβάλλει και στο δομικό μετασχηματισμό της.
Η σταθερότητα της οικονομικής πολιτικής συνολικά έχει συμβάλει το τελευταίο διάστημα στη σταδιακή μείωση της μεγάλης απόστασης της ελληνικής οικονομίας από τον μέσο όρο της Ευρώπης, με τρόπο που καθιστά το δημόσιο χρέος της χώρας ένα σταδιακά μικρότερο ποσοστό ως προς το ΑΕΠ και σχετικά πιο εύκολα διαχειρίσιμο στο μέλλον.
Προκλήσεις
Η τρέχουσα θετική δυναμική της ελληνικής οικονομίας δεν αναιρεί, όμως σύμφωνα με το ΙΟΒΕ, το γεγονός ότι κατά το επόμενο διάστημα θα έχει σημαντικές προκλήσεις κατά την προσπάθεια να τεθεί σε ισχυρή αναπτυξιακή τροχιά μεσοπρόθεσμα.
Συνοψίζοντας την πρόκληση, οι ρυθμοί μεγέθυνσης της οικονομίας κατά την επόμενη δεκαετία πρέπει να είναι περίπου διπλάσιοι από ό,τι προηγούμενα ώστε να παραμείνει σε θετική τροχιά ευημερίας.
Άλλωστε, η οικονομία μας έχει εκκινήσει τη σημερινή τροχιά της από ιδιαίτερα χαμηλή βάση και οι επιδόσεις της απέχουν ακόμη σημαντικά από τις επιθυμητές και από αυτές που θα εξασφαλίσουν ένα υψηλό επίπεδο ευημερίας και ασφάλειας για τους πολίτες.
Ενώ, λοιπόν, ανακάμπτει ταχύτερα από τους μέσους ευρωπαϊκούς όρους, μετά τις πρόσφατες κρίσεις της πανδημίας και στην αγορά ενέργειας, και παράλληλα σταδιακά καλύπτει και τα κενά που είχαν δημιουργηθεί μετά η βαθιά κρίση χρέους, με μείωση της ανεργίας και αύξηση των επενδύσεων, τα κομβικά ερωτήματα είναι πλέον δύο.
Κατά πόσο το παγκόσμιο οικονομικό περιβάλλον και ιδίως οι εξελίξεις στην Ευρώπη θα ευνοήσουν ή θα επιβαρύνουν την ελληνική οικονομία.
Αν η ποιοτική αναβάθμιση της οικονομίας, με αλλαγές στη δομή της, επαρκεί για να καλύψει την πρόκληση της συστηματικής αύξησης των εισοδημάτων στα επόμενα χρόνια.
Όχι στις κρατικές παρεμβάσεις
Όπως τονίζει το ΙΟΒ,Ε ένα άλλο κρίσιμο πεδίο ενδιαφέροντος θα αφορά τη λειτουργία των αγορών προϊόντων και υπηρεσιών.
Πιο πρόσφατα ο υψηλός πληθωρισμός, αλλά και προηγούμενα η έντονη αύξηση του κόστους ενέργειας και οι πρωτοφανείς περιορισμοί της πανδημίας όσον αφορά τις μετακινήσεις, την εργασία και την κατανάλωση, οδήγησαν σε σειρά μεγάλων και συστηματικών παρεμβάσεων, σε συνέχεια βέβαια όσων είχαν λάβει χώρα κατά την κρίση χρέους.
Μπορεί να δημιουργείται έτσι σταδιακά η εντύπωση, ιδίως στον δημόσιο διάλογο, πως ουσιώδη οικονομικά προβλήματα μπορούν να λύνονται σχετικά άμεσα με κρατικές παρεμβάσεις.
Αν οι τιμές των προϊόντων είναι υψηλές, μια παρέμβαση της κυβέρνησης μπορεί να τις μειώσει, όπως επίσης να αυξήσει τους μισθούς, να μειώσει τα ενοίκια και τα επιτόκια χορηγήσεων και να
αυξήσει τα επιτόκια καταθέσεων. Κρατικές παρεμβάσεις στις αγορές είναι αποτελεσματικές σε περιόδους μη κανονικότητας, όταν οι επιπτώσεις της κρίσης δεν μπορούν να περιοριστούν αλλιώς.
Δεν λύνουν όμως τα προβλήματα στο βάθος τους και, αν αυτές επεκτείνονται, η δυναμική της οικονομίας περιορίζεται.
Οι επενδύσεις μπορεί να μη κατευθύνονται εκεί που είναι πιο αποδοτικές, οι επιχειρήσεις δεν ανταγωνίζονται μεταξύ τους και τα κίνητρα για τους εργαζομένους στρεβλώνονται.
Εξίσου σημαντικό, μια οικονομία με πολλούς και μεταβαλλόμενους περιορισμούς δύσκολα προσελκύει νέα παραγωγικά κεφάλαια και ανθρώπους.
Τελικά, όταν οι παρεμβάσεις γίνονται κανόνας, το αποτέλεσμα είναι σε βάρος αυτών που πρέπει να ενισχυθούν.
Από αυτή την άποψη, η οικονομία μας βρίσκεται σε μια καμπή όπου πολλά από τα μέτρα παρέμβασης ή στήριξης που έχουν αναγκαστικά εφαρμοστεί θα πρέπει να αποσύρονται και να επανέρχεται μια κανονική λειτουργία.
Η οικονομική πολιτική έχει λοιπόν να ισορροπήσει ανάμεσα σε δύο προτεραιότητες, την ενίσχυση όσων πλήττονται από υφιστάμενες αδυναμίες της οικονομίας αλλά και την περαιτέρω ενδυνάμωσή της.
Το ότι η πολιτική δεν είναι αποτελεσματικό να ρυθμίζει άμεσα επί μακρόν, δεν σημαίνει πως δεν υπάρχει ρόλος για αυτή μεσοπρόθεσμα, κάθε άλλο.
Ο ρόλος αυτός, ενόψει της ανάγκης αύξησης των ρυθμών ανάπτυξης, πρέπει να είναι πρωτίστως η ενδυνάμωση της παραγωγικής βάσης.
Στο αναγκαίο μείγμα προτεραιοτήτων, η ενίσχυση του ανταγωνισμού, πεδίο στο οποίο υπάρχει υστέρηση για δεκαετίες, παραμένει ένας κρίσιμος ενδιάμεσος στόχος, τονίζει το ΙΟΒΕ.
Ουσιώδης η διαχείριση των NPEs
Συνολικά, υπογραμμίζει το ΙΟΒΕ, είναι σκόπιμο κανείς να συνυπολογίσει την τρέχουσα θετική τάση αλλά και τις προκλήσεις από το εξωτερικό περιβάλλον και για την αναβάθμιση της δομής της οικονομίας μας. Το συμπέρασμα όσον αφορά την οικονομική πολιτική είναι πως, από μόνη της η αποτελεσματική διαχείριση πόρων και κατανομή του οφέλους από την τρέχουσα μεγέθυνση δεν διασφαλίζει και ευνοϊκή συνέχεια.
Η διεύρυνση της βάσης των επενδύσεων τόσο κλαδικά όσο και χρηματοδοτικά είναι κρίσιμη προϋπόθεση.
Η ταχύτερη και αποτελεσματικότερη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, είναι επίσης ουσιώδης για την αύξηση της παραγωγικότητας και την ανάπτυξη της οικονομίας.
Το άνοιγμα της οικονομίας ώστε να διευκολύνονται νέες δραστηριότητες και η συνεχής ενσωμάτωση νέας επιχειρηματικότητας και εργασίας αποτελεί κλειδί.
Η σταθερότητα κανόνων στην αγορά και η δραστική απλούστευση διαδικασιών στον δημόσιο τομέα είναι συνθήκες για να υπάρχει παραγωγή υψηλής αξίας.
Συνολικά, ένας υψηλός πήχης φιλοδοξιών και συνεχιζόμενες παρεμβάσεις πολιτικής που θα αναβαθμίζουν τη δομή της οικονομίας είναι αναγκαίος ώστε και η μελλοντική πορεία της χώρας να
είναι συστηματικά θετική.
Κατά την παρουσίαση της Έκθεσης ο Γενικός Διευθυντής του ΙΟΒΕ,Καθηγητής Νίκος Βέττας, τόνισε ότι η εγχώρια οικονομία καταγράφει θετική δυναμική, εν μέσω εξωτερικών κινδύνων, ενώ επεσήμανε την πρόκληση των δομικών αλλαγών. Μεταξύ άλλων, σημείωσε:
- Καταγράφονται σημαντικές θετικές εγχώριες τάσεις βραχυχρόνια, όπως το μειούμενο διαφορικό κόστος χρηματοδότησης, ο δυναμικός τουρισμός, η βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος, καθώς και οι δημοσιονομικές επιδόσεις που υπερβαίνουν τους στόχους. Ταυτόχρονα, ευκαιρία αποτελεί η υλοποίηση του αναθεωρημένου Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας στο πεδίο των επενδύσεων και μεταρρυθμίσεων.
- Αναδεικνύονται δύο κομβικά ερωτήματα για την πορεία της οικονομίας: (α) Το διεθνές περιβάλλον και οι εξελίξεις στην Ευρώπη θα ευνοήσουν ή θα επιβαρύνουν την ελληνική οικονομία; (β) Η ποιοτική αναβάθμιση της οικονομίας, με αλλαγές στη δομή της, επαρκεί για να οδηγήσει σε συστηματική αύξηση των εισοδημάτων μεσοπρόθεσμα;
- Διαφαίνονται σημαντικοί κίνδυνοι στο διεθνές περιβάλλον. Πρωτίστως, αμείωτες εξελίσσονται οι γεωπολιτικές και πολεμικές εντάσεις χωρίς ορατό οδικό χάρτη αποκλιμάκωσης και επίλυσής τους. Επιπλέον, ο βηματισμός των δυτικών οικονομιών τελεί υπό αναθεώρηση, εν όψει και των επερχόμενων εκλογικών διαδικασιών σε ΗΠΑ και ΕΕ. Ταυτόχρονα, η ανθεκτικότητα της Ευρωπαϊκής οικονομίας δοκιμάζεται, με αποτέλεσμα να είναι κρίσιμος ο συνδυασμός πολιτικών, όχι μόνο εκ μέρους των νομισματικών αρχών, που θα αντιμετωπίζουν και όχι μεταθέτουν προβλήματα.
- Μεταξύ των εγχώριων προκλήσεων ξεχωρίζουν η αρνητική έκπληξη από την πορεία των επενδύσεων το 2023, η κόπωση σε δείκτες της αγοράς εργασίας και στο οικονομικό κλίμα, καθώς και η ανάγκη διεύρυνσης της φορολογικής βάσης.
- Παράλληλα, αναδεικνύεται η κρισιμότητα του ρυθμιστικού ρόλου του κράτους, περισσότερο ωστόσο στη κατεύθυνση διασφάλισης υγιούς ανταγωνισμού και ενίσχυσης της παραγωγικής βάσης, αντί για την επιβολή σύνθετων και μεταβαλλόμενων περιορισμών.
- Είναι σκόπιμο οι ασκούντες πολιτική να προτάξουν προτεραιότητες με μεσοπρόθεσμο ορίζοντα για την ενδυνάμωση της παραγωγικής βάσης.
- Στο πλαίσιο αυτό, έχει σημασία η στόχευση μιας εύρυθμης αγοράς εργασίας μέσα από ενίσχυση κινήτρων για συμμετοχή και ουσιαστική κατάρτιση του εργατικού δυναμικού.
- Επιπλέον, κρίσιμη είναι η τόνωση της παραγωγικότητας μέσα από ενσωμάτωση νέων τεχνολογικών καιενίσχυση της καινοτομίας μέσα από το άνοιγμα της οικονομίας σε νέες δραστηριότητες και νέα επιχειρηματικότητα.
- Παράλληλα, ευεργετικά θα δράσει η απελευθέρωση και ανακατανομή πόρων της οικονομίας μέσα από την ταχύτερη και αποτελεσματικότερη επίλυση των κόκκινων δανείων.
- Τέλος, προϋπόθεση αποτελεί η διασφάλιση σταθερότητας και διαφάνειας στους κανόνες της αγοράς σε συνδυασμό με τη δραστική απλοποίηση διαδικασιών στον δημόσιο τομέα.
Σχόλια αναγνωστών