Οι οικονομολόγοι της Πειραιώς σχολίασαν πρόσφατα ότι υπάρχει έλλειμμα 180.000 κατοικιών στην ελληνική αγορά...
Η Jefferies χτυπά καμπανάκι για την ελληνική οικονομία, επισημαίνοντας ότι οι τράπεζες εξακολουθούν να κρατούν «κλειστή την κάνουλα» για τα στεγαστικά δάνεια, την ώρα που η χώρα αντιμετωπίζει ένα τεράστιο επενδυτικό χάσμα ύψους 100 δισ. ευρώ.
Παρά τη δυναμική ανάκαμψη στον εταιρικό δανεισμό, η αγορά κατοικίας παραμένει εγκλωβισμένη, με τις εκταμιεύσεις να κινούνται σε ιδιαιτέρως χαμηλά επίπεδα.
Το ερώτημα που τίθεται πλέον είναι αν οι τράπεζες θα καταφέρουν να γεφυρώσουν το κενό και να στηρίξουν την πραγματική οικονομία ή αν το έλλειμμα επενδύσεων θα εξελιχθεί σε τροχοπέδη για την ανάπτυξη τα επόμενα χρόνια.
Ειδικότερα, με την πιστωτική επέκταση στην Ελλάδα να βρίσκεται σαφώς πάνω από τα αντίστοιχα επίπεδα στην Ε.Ε., η Jefferies εξετάζει τους βασικούς παράγοντες της υπεραπόδοσης.
Τον Ιούλιο 2025, η Ελλάδα κατέγραψε συνολική αύξηση δανεισμού κατά 11% έναντι 3% στην Ε.Ε.
Αν και η ανάπτυξη στον εταιρικό δανεισμό αποτέλεσε τον βασικό μοχλό πρόσφατα, αναμένεται ότι τα νοικοκυριά θα στηρίξουν την ανάπτυξη τα επόμενα χρόνια.
Σε αυτό το πλαίσιο, εκτιμάται ότι οι ελληνικές τράπεζες θα επιτυγχάνουν ρυθμό ανάπτυξης διπλάσιο από τους ευρωπαίους ομολόγους τους, με 8% έναντι 3-5% κατά μέσο όρο για τις ευρωπαϊκές τράπεζες, με προοπτική περαιτέρω αναβαθμίσεων τα επόμενα χρόνια.
Η πιστωτική επέκταση της Ελλάδας σε ευρωπαϊκό πλαίσιο: Τον Ιούλιο 2025, η Ελλάδα κατέγραψε ετήσιο ρυθμό αύξησης δανεισμού 11% έναντι 3% στην Ευρωζώνη.
Ο βασικός μοχλός αυτής της αύξησης είναι οι εταιρείες, οι οποίες κατέγραψαν ετήσια ανάπτυξη 16% τον Ιούλιο έναντι μόλις κάτω από 3% στην Ευρωζώνη.
Η Ελλάδα συνεχίζει να εμφανίζει αρνητική ανάπτυξη στα στεγαστικά δάνεια, αν και πρόσφατα έχει αρχίσει να βελτιώνεται (-1,1% τον Ιούλιο 2025 έναντι -2,8% τον Ιούλιο 2024).
Σε ό,τι αφορά τις επενδυτικές δαπάνες και την κάλυψη του κενού με την Ε.Ε., η Jefferies αναφέρει: Μετά την κρίση χρέους στην Ελλάδα, οι τράπεζες έχουν αναφέρει ένα επενδυτικό κενό ύψους 100 δισ. ευρώ στην οικονομία.
Πρόσφατα παρατηρείται μια τάση κάλυψης του κενού, αλλά αναμένεται ότι η ανάπτυξη θα συνεχιστεί.
Εξετάζοντας τις επενδυτικές δαπάνες ως ποσοστό του ΑΕΠ, μπορούμε να συγκρίνουμε την Ελλάδα με την Ευρωζώνη.
Το 2024, οι επενδύσεις στην Ελλάδα αντιστοιχούσαν στο 15% του ΑΕΠ έναντι 21% στην Ευρωζώνη.
Σύμφωνα με τις προβλέψεις της Τράπεζας της Ελλάδος, αυτό το ποσοστό αναμένεται να αυξηθεί στο 18% το 2027, αν και θα παραμένει χαμηλότερα από την Ευρωζώνη.
Σε σχέση με τα χαρτοφυλάκια δανείων επικεντρωμένα στις επιχειρήσεις, η επενδυτική εταιρεία υποστηρίζει πως, αναλύοντας τη σύνθεση των τραπεζικών χαρτοφυλακίων, περίπου το 70% των δανείων αφορά εταιρικούς πελάτες, γεγονός που επιτρέπει στις τράπεζες να επωφελούνται από την αύξηση των επενδύσεων και την ισχυρή ανάπτυξη του εταιρικού δανεισμού.
Τα στεγαστικά δάνεια αποτελούν περίπου το 20% του χαρτοφυλακίου, με το υπόλοιπο σε καταναλωτικά και ΜμΕ.
Τι γίνεται με την Ε.Ε. και τα κονδύλια του RRF; Η Ελλάδα ήταν από τους μεγαλύτερους ωφελημένους του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF) – περίπου 16% του ΑΕΠ έναντι μέσου όρου 5% στην Ε.Ε. Για τις τράπεζες, το πιο σχετικό σκέλος είναι τα δάνεια, όπου η Ελλάδα δικαιούται 17,7 δισ. ευρώ.
Πόσα από τα κονδύλια RRF έχουν εκταμιευθεί μέχρι στιγμής; Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος, από τα 17,7 δισ. ευρώ του σκέλους δανείων, μόλις 4,1 δισ. ευρώ έχουν εκταμιευθεί μέσω τραπεζών.
Αυτό σημαίνει ότι η ισχυρή πιστωτική ανάπτυξη μέχρι τώρα έχει ωφεληθεί ελάχιστα από το RRF.
Οι τράπεζες έχουν αναφέρει ότι αναμένουν οφέλη προς το τέλος του κύκλου το 2026/27.
Ενδεικτικά, η Τράπεζα Πειραιώς έχει εκταμιεύσει 0,8 δισ. ευρώ δανείων RRF, με 1,6 δισ. ευρώ σε συμβάσεις και στο pipeline.
Σε ό,τι αφορά τα στεγαστικά, η Ελλάδα συνεχίζει να εμφανίζει αρνητικούς ρυθμούς στα στεγαστικά δάνεια, αν και η κατάσταση βελτιώνεται.
Οι ετήσιες εκταμιεύσεις στεγαστικών το 2024 ήταν χαμηλές, μόλις 1 δισ. ευρώ, σε σύγκριση με το ανώτατο σημείο κατά την κρίση.
Οι τράπεζες εκτιμούν ότι θα δούμε μια πιο ομαλοποιημένη στάθμη 4-5 δισ. ευρώ τα επόμενα χρόνια.
Πρόσφατα η τάση βελτιώνεται, όπως δείχνουν οι μηνιαίες καθαρές ροές στεγαστικής πίστης, κάτι που μπορεί να στηρίξει περαιτέρω ανάπτυξη τα επόμενα χρόνια.
Η επόμενη φάση επενδύσεων θα μπορούσε να αφορά την αύξηση της στεγαστικής προσφοράς:
Οι οικονομολόγοι της Πειραιώς σχολίασαν πρόσφατα ότι υπάρχει έλλειμμα 180.000 κατοικιών στην ελληνική αγορά, το οποίο θα χρειαστεί πέντε χρόνια οικοδομικής δραστηριότητας για να καλυφθεί.
Μια άλλη προσέγγιση είναι να εξετάσουμε τις επενδύσεις σε κατοικίες ως ποσοστό του ΑΕΠ. Αν και έχουν αυξηθεί πρόσφατα, παραμένουν χαμηλότερα από τον μέσο όρο της Ε.Ε. – 2,3% έναντι 5,8% στην Ε.Ε. το 2024.
Τι αναμένουν οι τράπεζες όσον αφορά την πιστωτική ανάπτυξη; Σύμφωνα με τα επιχειρηματικά σχέδια του 2024, οι τράπεζες καθοδηγούν προς 7-8% μέση ετήσια αύξηση (CAGR) στα ενήμερα δάνεια για την περίοδο 2025-27.
Αυτό συγκρίνεται με 3-5% για τις ευρωπαϊκές τράπεζες.
Σημειώνεται ότι το 2025, οι ελληνικές τράπεζες ξεπέρασαν αυτούς τους στόχους, με ανάπτυξη 12-15% στα ενήμερα δάνεια το β’ τρίμηνο 2025, γεγονός που οδήγησε σε αναβαθμίσεις των εκτιμήσεων για το 2025, λόγω ισχυρότερης εταιρικής πιστωτικής ανάπτυξης.


www.bankingnews.gr
Παρά τη δυναμική ανάκαμψη στον εταιρικό δανεισμό, η αγορά κατοικίας παραμένει εγκλωβισμένη, με τις εκταμιεύσεις να κινούνται σε ιδιαιτέρως χαμηλά επίπεδα.
Το ερώτημα που τίθεται πλέον είναι αν οι τράπεζες θα καταφέρουν να γεφυρώσουν το κενό και να στηρίξουν την πραγματική οικονομία ή αν το έλλειμμα επενδύσεων θα εξελιχθεί σε τροχοπέδη για την ανάπτυξη τα επόμενα χρόνια.
Ειδικότερα, με την πιστωτική επέκταση στην Ελλάδα να βρίσκεται σαφώς πάνω από τα αντίστοιχα επίπεδα στην Ε.Ε., η Jefferies εξετάζει τους βασικούς παράγοντες της υπεραπόδοσης.
Τον Ιούλιο 2025, η Ελλάδα κατέγραψε συνολική αύξηση δανεισμού κατά 11% έναντι 3% στην Ε.Ε.
Αν και η ανάπτυξη στον εταιρικό δανεισμό αποτέλεσε τον βασικό μοχλό πρόσφατα, αναμένεται ότι τα νοικοκυριά θα στηρίξουν την ανάπτυξη τα επόμενα χρόνια.
Σε αυτό το πλαίσιο, εκτιμάται ότι οι ελληνικές τράπεζες θα επιτυγχάνουν ρυθμό ανάπτυξης διπλάσιο από τους ευρωπαίους ομολόγους τους, με 8% έναντι 3-5% κατά μέσο όρο για τις ευρωπαϊκές τράπεζες, με προοπτική περαιτέρω αναβαθμίσεων τα επόμενα χρόνια.
Η πιστωτική επέκταση της Ελλάδας σε ευρωπαϊκό πλαίσιο: Τον Ιούλιο 2025, η Ελλάδα κατέγραψε ετήσιο ρυθμό αύξησης δανεισμού 11% έναντι 3% στην Ευρωζώνη.
Ο βασικός μοχλός αυτής της αύξησης είναι οι εταιρείες, οι οποίες κατέγραψαν ετήσια ανάπτυξη 16% τον Ιούλιο έναντι μόλις κάτω από 3% στην Ευρωζώνη.
Η Ελλάδα συνεχίζει να εμφανίζει αρνητική ανάπτυξη στα στεγαστικά δάνεια, αν και πρόσφατα έχει αρχίσει να βελτιώνεται (-1,1% τον Ιούλιο 2025 έναντι -2,8% τον Ιούλιο 2024).
Σε ό,τι αφορά τις επενδυτικές δαπάνες και την κάλυψη του κενού με την Ε.Ε., η Jefferies αναφέρει: Μετά την κρίση χρέους στην Ελλάδα, οι τράπεζες έχουν αναφέρει ένα επενδυτικό κενό ύψους 100 δισ. ευρώ στην οικονομία.
Πρόσφατα παρατηρείται μια τάση κάλυψης του κενού, αλλά αναμένεται ότι η ανάπτυξη θα συνεχιστεί.
Εξετάζοντας τις επενδυτικές δαπάνες ως ποσοστό του ΑΕΠ, μπορούμε να συγκρίνουμε την Ελλάδα με την Ευρωζώνη.
Το 2024, οι επενδύσεις στην Ελλάδα αντιστοιχούσαν στο 15% του ΑΕΠ έναντι 21% στην Ευρωζώνη.
Σύμφωνα με τις προβλέψεις της Τράπεζας της Ελλάδος, αυτό το ποσοστό αναμένεται να αυξηθεί στο 18% το 2027, αν και θα παραμένει χαμηλότερα από την Ευρωζώνη.
Σε σχέση με τα χαρτοφυλάκια δανείων επικεντρωμένα στις επιχειρήσεις, η επενδυτική εταιρεία υποστηρίζει πως, αναλύοντας τη σύνθεση των τραπεζικών χαρτοφυλακίων, περίπου το 70% των δανείων αφορά εταιρικούς πελάτες, γεγονός που επιτρέπει στις τράπεζες να επωφελούνται από την αύξηση των επενδύσεων και την ισχυρή ανάπτυξη του εταιρικού δανεισμού.
Τα στεγαστικά δάνεια αποτελούν περίπου το 20% του χαρτοφυλακίου, με το υπόλοιπο σε καταναλωτικά και ΜμΕ.
Τι γίνεται με την Ε.Ε. και τα κονδύλια του RRF; Η Ελλάδα ήταν από τους μεγαλύτερους ωφελημένους του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF) – περίπου 16% του ΑΕΠ έναντι μέσου όρου 5% στην Ε.Ε. Για τις τράπεζες, το πιο σχετικό σκέλος είναι τα δάνεια, όπου η Ελλάδα δικαιούται 17,7 δισ. ευρώ.
Πόσα από τα κονδύλια RRF έχουν εκταμιευθεί μέχρι στιγμής; Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος, από τα 17,7 δισ. ευρώ του σκέλους δανείων, μόλις 4,1 δισ. ευρώ έχουν εκταμιευθεί μέσω τραπεζών.
Αυτό σημαίνει ότι η ισχυρή πιστωτική ανάπτυξη μέχρι τώρα έχει ωφεληθεί ελάχιστα από το RRF.
Οι τράπεζες έχουν αναφέρει ότι αναμένουν οφέλη προς το τέλος του κύκλου το 2026/27.
Ενδεικτικά, η Τράπεζα Πειραιώς έχει εκταμιεύσει 0,8 δισ. ευρώ δανείων RRF, με 1,6 δισ. ευρώ σε συμβάσεις και στο pipeline.
Σε ό,τι αφορά τα στεγαστικά, η Ελλάδα συνεχίζει να εμφανίζει αρνητικούς ρυθμούς στα στεγαστικά δάνεια, αν και η κατάσταση βελτιώνεται.
Οι ετήσιες εκταμιεύσεις στεγαστικών το 2024 ήταν χαμηλές, μόλις 1 δισ. ευρώ, σε σύγκριση με το ανώτατο σημείο κατά την κρίση.
Οι τράπεζες εκτιμούν ότι θα δούμε μια πιο ομαλοποιημένη στάθμη 4-5 δισ. ευρώ τα επόμενα χρόνια.
Πρόσφατα η τάση βελτιώνεται, όπως δείχνουν οι μηνιαίες καθαρές ροές στεγαστικής πίστης, κάτι που μπορεί να στηρίξει περαιτέρω ανάπτυξη τα επόμενα χρόνια.
Η επόμενη φάση επενδύσεων θα μπορούσε να αφορά την αύξηση της στεγαστικής προσφοράς:
Οι οικονομολόγοι της Πειραιώς σχολίασαν πρόσφατα ότι υπάρχει έλλειμμα 180.000 κατοικιών στην ελληνική αγορά, το οποίο θα χρειαστεί πέντε χρόνια οικοδομικής δραστηριότητας για να καλυφθεί.
Μια άλλη προσέγγιση είναι να εξετάσουμε τις επενδύσεις σε κατοικίες ως ποσοστό του ΑΕΠ. Αν και έχουν αυξηθεί πρόσφατα, παραμένουν χαμηλότερα από τον μέσο όρο της Ε.Ε. – 2,3% έναντι 5,8% στην Ε.Ε. το 2024.
Τι αναμένουν οι τράπεζες όσον αφορά την πιστωτική ανάπτυξη; Σύμφωνα με τα επιχειρηματικά σχέδια του 2024, οι τράπεζες καθοδηγούν προς 7-8% μέση ετήσια αύξηση (CAGR) στα ενήμερα δάνεια για την περίοδο 2025-27.
Αυτό συγκρίνεται με 3-5% για τις ευρωπαϊκές τράπεζες.
Σημειώνεται ότι το 2025, οι ελληνικές τράπεζες ξεπέρασαν αυτούς τους στόχους, με ανάπτυξη 12-15% στα ενήμερα δάνεια το β’ τρίμηνο 2025, γεγονός που οδήγησε σε αναβαθμίσεις των εκτιμήσεων για το 2025, λόγω ισχυρότερης εταιρικής πιστωτικής ανάπτυξης.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών