Τελευταία Νέα
Διεθνή

Foreign Affairs: Τα social media περιόρισαν υποδειγματικά τα fake news του κορωνοϊού

Foreign Affairs: Τα social media περιόρισαν υποδειγματικά τα fake news του κορωνοϊού
Είναι δυσκολότερο και με περισσότερο ρίσκο το να αστυνομευθεί ο πολιτικός λόγος
Στην απελπισμένη πάλη ενάντια στον νέο κορωνοϊό, οι πλατφόρμες των κοινωνικών μέσων έχουν επιτύχει μια σημαντική νίκη: Έχουν βοηθήσει στον περιορισμό της διάδοσης απειλητικής για την ζωή παραπληροφόρησης που θα μπορούσε να επιδεινώσει την πανδημία, υποστηρίζει σε μελέτη του το Foreign Affairs.
Αλλά αυτή η επιτυχία δεν πρέπει να μας κάνει να υιοθετήσουμε μια παρόμοια προσέγγιση στον πολιτικό λόγο, όπου απαιτείται μεγαλύτερη προσοχή.
Το Facebook, το Twitter και το YouTube έχουν το καθένα κινηθεί γρήγορα για να απομακρύνουν την παραπληροφόρηση για τον κορωνοϊό η οποία ενθαρρύνει τους ανθρώπους να αναλάβουν δράσεις που θα τους έθεταν σε κίνδυνο.
Η Google ευνοεί πληροφορίες από επίσημες υγειονομικές υπηρεσίες, όπως ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, και έχει συστήσει μια ομάδα 24ωρης απάντησης σε περιστατικά, που καταργεί την παραπληροφόρηση από τα αποτελέσματα αναζήτησης και το YouTube.
Το WhatsApp του Facebook έχει συνεργαστεί με τον ΠΟΥ για την παροχή υπηρεσίας ανταλλαγής μηνυμάτων που προσφέρει ενημερώσεις σε πραγματικό χρόνο.
Η παραπληροφόρηση, οι φήμες, οι μύθοι και οι θεωρίες συνωμοσίας εξακολουθούν να γλιστρούν μέσα από το δίχτυ, φυσικά, και νέες απειλές μπορεί να εμφανιστούν -για παράδειγμα, η Ρωσία ακολουθεί μια σελίδα από το σενάριο του 2016 και προσπαθεί να χρησιμοποιήσει παραπληροφόρηση σχετικά με τον κορωνοϊό για να προκαλέσει πολιτικές αναταραχές στην Ευρώπη και τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Μέχρι στιγμής, όμως, τα κοινωνικά μέσα και οι ομάδες του Διαδικτύου έχουν κερδίσει έπαινο για την επίτευξη μιας συντονισμένης και μέχρι στιγμής επιτυχημένης προσπάθειας περιορισμού της παραπληροφόρησης.
Μέχρι σήμερα, κανένας συγκεκριμένος ψευδής ισχυρισμός ή θεωρία συνωμοσίας δεν έχουν γίνει ευρέως διαδεδομένοι με τον τρόπο που παρατηρείται συχνά κατά την διάρκεια καταστροφών και τραγωδιών.
Ο ψηφιακός πόλεμος κατά της παραπληροφόρησης στις Ηνωμένες Πολιτείες χρονολογείται από την διαμάχη για τον ρόλο των ιστότοπων «ψευδών ειδήσεων» (“fake news” websites) κατά την διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας του 2016.
Έκτοτε, οι τεχνολογικές εταιρείες και οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής προσπάθησαν να καθορίσουν τον καλύτερο τρόπο αντίδρασης στην πολιτική παραπληροφόρηση -ένα πρόβλημα που δημιουργεί δύσκολα ερωτήματα σχετικά με τον αρμόζοντα ρόλο των ιδιωτικών εταιρειών στο να αστυνομεύουν τον λόγο.
Η σημερινή επιτυχία των πλατφορμών των μέσων κοινωνικής δικτύωσης (social media) για τον περιορισμό του επιβλαβούς περιεχομένου σχετικά με την COVID-19, την ασθένεια που προκαλείται από τον νέο κορωνοϊό, μπορεί να εμπνεύσει μια λανθασμένη ελπίδα ότι τα ίδια πρότυπα μπορούν ή πρέπει να εφαρμοστούν στις πολιτικές ειδήσεις.
Για παράδειγμα, ο Ben Smith ένας αρθρογράφος για τα μέσα μαζικής ενημέρωσης στην [εφημερίδα] New York Times, ρώτησε: «Θα διαρκέσει η ροή των υπεύθυνων πληροφοριών πέρα από αυτή την κρίση;
Θα μπορούσε να επεκταθεί στην επερχόμενη προεδρική προεκλογική μας εκστρατεία;».
Ο Danny Rogers, ο συνιδρυτής του Δείκτη Παγκόσμιας Παραπληροφόρησης (Global Disinformation Index), επαίνεσε επίσης τις πλατφόρμες στην [εφημερίδα] The Washington Post: «Έτσι μοιάζει όταν αποφασίζουν πραγματικά να πάρουν θέση και να κάνουν κάτι», είπε.
«Δεν είχαν την πολιτική βούληση να ενεργήσουν [σχετικά με την πολιτική παραπληροφόρηση].
Μόλις ενεργούν, μπορούν σαφώς να αποτελέσουν μια δύναμη για το καλό».
Η προσέγγιση των πλατφορμών στις πληροφορίες για την πανδημία ήταν επιθετική, αποτελεσματική και αναγκαία -αλλά δεν μπορεί και δεν πρέπει να εφαρμοστεί στην πολιτική.
Οι τακτικές που λειτουργούν ενάντια στην επικίνδυνη για την υγεία παραπληροφόρηση είναι πιθανό να είναι λιγότερο αποτελεσματικές και πιο επιζήμιες όταν εφαρμόζονται στον πολιτικό λόγο εντός των Ηνωμένων Πολιτειών.
Οι ψευδείς ιστορίες σχετικά με τον καινοφανή κορωνοϊό είναι σχετικά εύκολο να εντοπιστούν σε σύγκριση με τις πολιτικές ψευδείς ειδήσεις.
Οι πλατφόρμες μπορούν να επικεντρώσουν την αναζήτησή τους για ψευδές περιεχόμενο σε ένα καλά καθορισμένο θέμα, αντί να χρειάζεται να εντοπίσουν και να αφαιρέσουν παραπληροφόρηση για οποιοδήποτε θέμα.
Τα όρια αυτά επιτρέπουν τον αποτελεσματικότερο συντονισμό μέσω της τεχνητής νοημοσύνης: Το Facebook έστειλε χιλιάδες συντονιστές περιεχομένου στο σπίτι τους στα μέσα Μαρτίου για να αποφύγει την απειλή μόλυνσης, και η εταιρεία εξακολουθούσε να μπορεί να βασίζεται στα μηχανικής μάθησης συστήματά της για τον εντοπισμό και την αφαίρεση ψευδών ισχυρισμών για την πανδημία.
Το σύστημα είχε κάποιες βραχυπρόθεσμες δυσλειτουργίες (για παράδειγμα, μπλοκάροντας νομοταγή websites), αλλά συνολικά αποδείχθηκε αποτελεσματικό.
Τα αποδεικτικά πρότυπα είναι επίσης πολύ πιο εύκολο να καθιερωθούν και να εφαρμοστούν στην υγεία και την ιατρική.
Για παράδειγμα, είναι ευρέως αποδεκτό ότι είναι επικίνδυνο το να πίνει κάποιος λευκαντικό και ότι αυτό δεν θεραπεύει τον κορωνοϊό. Ψευδείς ισχυρισμοί όπως ο ανωτέρω μπορούν να εντοπιστούν και να απομακρυνθούν γρήγορα, όπως κάνει τώρα το Facebook σε συνεργασία με εθνικούς και παγκόσμιους οργανισμούς υγείας.
Τα πρότυπα αλήθειας και ακρίβειας στην πολιτική είναι πιο υποκειμενικά και είναι πιθανό να προκαλέσουν διαμάχες.
Υπό κανονικές συνθήκες, ο συντονισμός του περιεχομένου των social media απαιτεί να επιτευχθεί μια δύσκολη ισορροπία μεταξύ ελευθερίας του λόγου και δημόσιας βλάβης.
Οι άνθρωποι συχνά διαφωνούν σχετικά με το περιεχόμενο που πρέπει να απαγορεύεται και για το ποιος πρέπει να λαμβάνει τέτοιες αποφάσεις.
Η πανδημία, αντιθέτως, έχει δημιουργήσει μια ισχυρή συναίνεση υπέρ του περιορισμού του επιβλαβούς περιεχομένου.
Οι ψευδείς πληροφορίες σχετικά με την COVID-19 μπορεί να είναι ζήτημα ζωής ή θανάτου.
Ως αποτέλεσμα, οι πλατφόρμες social media αντιμετωπίζουν το ζήτημα διαφορετικά.
Όπως δήλωσε ο διευθύνων σύμβουλος του Facebook, Mark Zuckerberg, στον Smith, με μια πανδημία, «είναι πιο εύκολο να ορίσεις πολιτικές που είναι λίγο πιο “μαύρες και άσπρες” και να υιοθετήσεις μια πολύ πιο σκληρή γραμμή».
Καμία από τις προϋποθέσεις αυτές δεν ισχύει για την εγχώρια πολιτική παραπληροφόρηση, όπου η ανάγκη προστασίας της ελεύθερης έκφρασης είναι πιο έντονη.
Ο ψευδής λόγος περί την πολιτική είναι ένα απαραίτητο υποπροϊόν της διαβίωσης σε μια ελεύθερη κοινωνία (εκτός κι αν έρχεται σε σύγκρουση με προσεκτικά καθορισμένους νόμους κατά της δυσφήμησης και της συκοφαντίας).
Ο εντοπισμός ψευδών ισχυρισμών σχετικά με την πολιτική είναι μια επίπονη υπόθεση που απαιτεί δύσκολες κρίσεις σχετικά με την φύση της αλήθειας.
Ως αποτέλεσμα, η κοινωνική συναίνεση υπέρ της μείωσης της πολιτικής παραπληροφόρησης στα κοινωνικά μέσα είναι πιο περιορισμένη.
Ως εκ τούτου, το Facebook δεν αφαιρεί ψευδείς πληροφορίες από την πλατφόρμα του, αλλά αντ’ αυτού μειώνει την εμβέλεια των άρθρων που οι –τρίτοι, ελεγκτές γεγονότων- συνεργάτες του εντοπίζουν ως ψευδείς ή παραπλανητικές.
Ομοίως, ακολουθώντας την συνήθη πρακτική στην τηλεοπτική αναμετάδοση, το Facebook δεν αφαιρεί ψευδείς διαφημίσεις που υποστηρίζονται από υποψηφίους (αν και αφαιρεί ψευδείς πληροφορίες σχετικά με την απογραφή και τον τρόπο ψηφοφορίας).
Όταν η κρίση του κορωνοϊού υποχωρήσει, η προσέγγιση που έχουν υιοθετήσει οι πλατφόρμες κοινωνικών μέσων δεν θα -και δεν πρέπει να- γίνει το νέο φυσιολογικό.
Ο τομέας των ιατρικών πληροφοριών διαφέρει πάρα πολύ από τον τομέα της πολιτικής, όπου η ελευθερία του λόγου πρέπει να προστατεύεται και όπου η έκθεση σε ψευδή στοιχεία δεν απειλεί την υγεία των ανθρώπων.
Το καλύτερο που μπορεί να κάνει η φιλελεύθερη δημοκρατία είναι να περιορίσει την επιρροή της παραπληροφόρησης, όχι να προσπαθήσει να την εξαλείψει σαν ιό.
Από: Sarah Kreps, καθηγήτρια Διακυβέρνησης στο πανεπιστήμιο Cornell
Brendan Nyhan, καθηγητής στον Dartmouth College
www.bankingnews.gr

Ρoή Ειδήσεων

Σχόλια αναγνωστών

Δείτε επίσης