Ισως να οφείλεται στον καιρό και την τραχειά γη που ονομάζουν πατρίδα τους, ίσως στο ότι πολεμούσαν για αιώνες εναντίον των Άγγλων αλλά το γεγονός παραμένει πως οι Σκωτσέζοι είναι σκληρή ράτσα.
Επιπλέον, λατρεύουν τα όπλα και όταν αποφασίσουν να φτιάξουν δίκανα είναι αξεπέραστοι. Χαρακτηριστικό δείγμα είναι ο David McKay Brown (Ντέηβιντ ΜακΚέη Μπράουν).
Παθιασμένος με την οπλοτεχνία
Γεννημένος το 1941 στη Γλασκόβη, ακολούθησε τεχνική εκπαίδευση. Στα δεκαεννιά του χρόνια ήδη εργαζόταν ως μηχανικός στη βιομηχανική παραγωγή. Όμως το “σαράκι” των όπλων που κληρονόμησε από τους
προγόνους του, που περιγράφει ως “μια μια μακρά γενεαλογία λαθροθήρων” δεν τον άφηνε να ησυχάσει.
Μαθήτευσε ως βοηθός δίπλα στον οπλουργό Alex Martin και μέσω αυτού βρέθηκε ως μαθητευόμενος στη σκωτσέζικη φίρμα “Dickson &Son”. Στον πάγκο του Dickson έμαθε να επισκευάζει όπλα που είχαν φτιαχτεί δεκαετίες πριν τη γέννηση του.
Επεκτείνοντας διαρκώς τις γνώσεις του, εκπαιδεύτηκε ως μηχανουργός ικανός να εκτελέσει πολύπλοκες εργασίες με κοπτικά και τόρνους. Ήταν από τους λίγους τεχνίτες που μπορούσαν να κάνουν κάθε επισκευή σε ένα όπλο, από το ταίριασμα νέων κανών και τη βαφή ως την κατασκευή και σκλήρυνση ανταλλακτικών που είχαν φθαρεί από τη χρήση. Έμαθε τις λεπτομέρειες και τα “μυστικά” αυτού που θεωρούσε το τελειότερο δίκανο:το “Edinburgh” Round Action που είχε σταματήσει να παράγεται από τη Dickson.
Η “σύγκρουση”
Στα 25 του χρόνια ήταν ήδη τεχνίτης, όμως η οικονομική του κατάσταση δεν κάλυπτε τα έξοδα της οικογένειας του. Η δική του εκδοχή της ιστορίας είναι πως προσπάθησε να διαπραγματευτεί με τον Dickson μια αύξηση του μισθού του που θα του επέτρεπε να ζεί αξιοπρεπώς, αλλά απέτυχε. Αποφάσισε να ανεξαρτητοποιηθεί και ξεκίνησε το δικό του εργαστήριο το 1967. Μεγάλος όγκος εργασίας ερχόταν από τον πρώην εργοδότη του και επώνυμους κατασκευαστές, ενώ δούλευε και ως οδηγός ταξί για να συμπληρώνει καλύπτει τα έξοδα της οικογένειας.
Χρησιμοποιούσε τον ελεύθερο χρόνο του για να “αναστήσει” την παραγωγή του δίκανου “Edinburgh”. Καθώς οι πατέντες της Dickson είχαν λήξει από τις αρχές του αιώνα, το 1974 παρουσίασε το πρώτο δικό του. Η ποιότητα του έκανε εντύπωση στο κύκλο των οπλουργών και η “Dickson &Son” του πρότεινε να κατασκευάσει στον επόμενο χρόνιο έξι δίκανα για να πουληθούν με τη φίρμα της.
Σύμφωνα με τον McKay Brown, μετά την παράδοση των πρώτων τριών αρνήθηκαν να καταβάλουν την προκαταβολή για τα άλλα τρία. Τους προειδοποίησε πως θα τα διέθετε στη λιανική αγορά με την υπογραφή του για να λάβει την απάντηση: “Καλή ´Τύχη”. Σε ένα κόσμο που το κοινό εμπιστεύεται εδραιωμένα ονόματα και αγοράζει Φίρμες, ο David McKay Brown ήταν ένας άγνωστος.
Η μοναδικότητα του “Στρογγυλού Μηχανισμού”
Η ουσία του Round Action (ας το αποδόσουμε άκομψα ως Στρογγυλό Μηχανισμό) είναι η έλλειψη όγκου. Οι δύο διαδομένοι τύποι είναι ο “κυτιόσχημος” (Boxlock) που χρησιμοποιεί ένα μεταλλικό κύβο για να τοποθετήσει μέσα της σφύρες και τα ελατήρια του πυροδοτικού μηχανισμού και οι ’”ολόκληρες φωτιές” (Sidelocks).
Στη δεύτερη περίπτωση, οι -λίγο ως πολύ- επίπεδες πλάκες που συγκρατούν τα ελατήρια και τις σφύρες πρέπει να κρεμαστούν στα πλάγια του κορμού.
Και οι δύο δημιουργούν ένα πρόβλημα όγκου που ορίζει ένα σχήμα με κάθετες πλευρές. Κάποιοι καταφεύγουν στην αποστρογγύλωση των εξωτερικών ακμών στο σχήμα του δίκανου και αυτό είναι γνωστό ως “Round Body” (Στρογγυλός Κορμός). Δεν είναι παρά μια αισθητική ψευδαίσθηση που προσπαθεί να κρύψει τον όγκο του κορμού.
Στο πραγματικό Round Action, οι σκανδάλες και οι μηχανισμοί επίκρουσης εδράζουν πάνω στην πλάκα της σκανδαλοθήκης, η οποία έχει πολύ μικρότερο πλάτος. Αυτό δίνει την ευκαιρία στο σχεδιαστή να
μειώσει τον όγκο της κατασκευής, καταλήγοντας σε ένα λεπτότερο, ελαφρότερο όπλο. Ο Dickson εξέλιξε την ιδέα του Round Action βασιζόμενος πάνω στο γερμανικό μηχανισμό σκανδάλης για το “Edinburgh”. Με τη σειρά του ο McKay Brownh τον τελειοποίησε και αργότερα δημιούργησε και ένα σούπερ ποζέ βασισμένο στην ίδια αρχή.
Η τύχη βοηθά τους επίμονους
Στους κύκλους του εμπορίου χειροποίητων “Best guns” η προσπάθεια αναβίωσης του Σκωτσέζικου Round action έγινε γνωστή όταν ο διάσημος αρθρογράφος Geoffrey Boothroyd (Τζέφρυ Μπούθρόηντ, ο ίδιος άνθρωπος που συμβούλεψε τον Φλέμινγκ για τα όπλα του Τζέημς Μπόντ και μνημονεύεται σε αυτά ως “Q”), εξέτασε ένα από τα όπλα που έφτιαξε ο McKay Brown.
Τα διθυραμβικά σχόλια έφεραν τις πρώτες παραγγελίες. Το γεγονός ότι τα όπλα ήταν από αρχή μέχρι τέλος έργα ενός ανθρώπου έδινε μεγάλη ευελιξία και μπορούσε να ικανοποιήσει ιδιαίτερες απαιτήσεις που οι
μεγάλοι οίκοι αδυνατούσαν. Αυτό το μοντέλο λειτουργίας διατηρήθηκε καθώς η εταιρεία αναπτυσσόταν τα επόμενα χρόνια. Ο McKay Brown προσλάμβανε λίγους τεχνίτες και προσπαθούσε να διατηρεί σχεδόν όλα τα στάδια παραγωγής εντός του εργαστηρίου. Όποιες επεξεργασίες γίνονταν εξωτερικά δίνονταν σε τοπικούς τεχνίτες της Γλασκόβης με τους οποίους υπήρχε προσωπική σχέση και εμπιστοσύνη για την ποιότητα εργασίας. Όταν σταμάτησε να εργάζεται το 2020 σε ηλικία 80 χρονών, είχε πετύχει κάτι ανεπανάληπτο. Ως ανεξάρτητος οπλουργός έφτιαξε 780 δίκανα με την “υπογραφή” του. Καθένα έχει περάσει από τα χέρια και τα μάτια του, ελεγμένο μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια. Ξεκίνησε από το “τίποτα”, αναβίωσε ένα μηχανισμό που είχε σβήσει, έχτισε μια επιτυχημένη επιχείρηση και στην πορεία εφηύρε μια σειρά από βελτιώσεις και πατέντες. Αυτό είχε να γίνει από το δέκατο ένατο αιώνα και τον William Westley Richards. Στην εποχή των πολυεθνικών είναι απίθανο να το ξαναδούμε.
www.bankingnews.gr
Επιπλέον, λατρεύουν τα όπλα και όταν αποφασίσουν να φτιάξουν δίκανα είναι αξεπέραστοι. Χαρακτηριστικό δείγμα είναι ο David McKay Brown (Ντέηβιντ ΜακΚέη Μπράουν).
Παθιασμένος με την οπλοτεχνία
Γεννημένος το 1941 στη Γλασκόβη, ακολούθησε τεχνική εκπαίδευση. Στα δεκαεννιά του χρόνια ήδη εργαζόταν ως μηχανικός στη βιομηχανική παραγωγή. Όμως το “σαράκι” των όπλων που κληρονόμησε από τους
προγόνους του, που περιγράφει ως “μια μια μακρά γενεαλογία λαθροθήρων” δεν τον άφηνε να ησυχάσει.
Μαθήτευσε ως βοηθός δίπλα στον οπλουργό Alex Martin και μέσω αυτού βρέθηκε ως μαθητευόμενος στη σκωτσέζικη φίρμα “Dickson &Son”. Στον πάγκο του Dickson έμαθε να επισκευάζει όπλα που είχαν φτιαχτεί δεκαετίες πριν τη γέννηση του.
Επεκτείνοντας διαρκώς τις γνώσεις του, εκπαιδεύτηκε ως μηχανουργός ικανός να εκτελέσει πολύπλοκες εργασίες με κοπτικά και τόρνους. Ήταν από τους λίγους τεχνίτες που μπορούσαν να κάνουν κάθε επισκευή σε ένα όπλο, από το ταίριασμα νέων κανών και τη βαφή ως την κατασκευή και σκλήρυνση ανταλλακτικών που είχαν φθαρεί από τη χρήση. Έμαθε τις λεπτομέρειες και τα “μυστικά” αυτού που θεωρούσε το τελειότερο δίκανο:το “Edinburgh” Round Action που είχε σταματήσει να παράγεται από τη Dickson.
Η “σύγκρουση”
Στα 25 του χρόνια ήταν ήδη τεχνίτης, όμως η οικονομική του κατάσταση δεν κάλυπτε τα έξοδα της οικογένειας του. Η δική του εκδοχή της ιστορίας είναι πως προσπάθησε να διαπραγματευτεί με τον Dickson μια αύξηση του μισθού του που θα του επέτρεπε να ζεί αξιοπρεπώς, αλλά απέτυχε. Αποφάσισε να ανεξαρτητοποιηθεί και ξεκίνησε το δικό του εργαστήριο το 1967. Μεγάλος όγκος εργασίας ερχόταν από τον πρώην εργοδότη του και επώνυμους κατασκευαστές, ενώ δούλευε και ως οδηγός ταξί για να συμπληρώνει καλύπτει τα έξοδα της οικογένειας.
Χρησιμοποιούσε τον ελεύθερο χρόνο του για να “αναστήσει” την παραγωγή του δίκανου “Edinburgh”. Καθώς οι πατέντες της Dickson είχαν λήξει από τις αρχές του αιώνα, το 1974 παρουσίασε το πρώτο δικό του. Η ποιότητα του έκανε εντύπωση στο κύκλο των οπλουργών και η “Dickson &Son” του πρότεινε να κατασκευάσει στον επόμενο χρόνιο έξι δίκανα για να πουληθούν με τη φίρμα της.
Σύμφωνα με τον McKay Brown, μετά την παράδοση των πρώτων τριών αρνήθηκαν να καταβάλουν την προκαταβολή για τα άλλα τρία. Τους προειδοποίησε πως θα τα διέθετε στη λιανική αγορά με την υπογραφή του για να λάβει την απάντηση: “Καλή ´Τύχη”. Σε ένα κόσμο που το κοινό εμπιστεύεται εδραιωμένα ονόματα και αγοράζει Φίρμες, ο David McKay Brown ήταν ένας άγνωστος.
Η μοναδικότητα του “Στρογγυλού Μηχανισμού”
Η ουσία του Round Action (ας το αποδόσουμε άκομψα ως Στρογγυλό Μηχανισμό) είναι η έλλειψη όγκου. Οι δύο διαδομένοι τύποι είναι ο “κυτιόσχημος” (Boxlock) που χρησιμοποιεί ένα μεταλλικό κύβο για να τοποθετήσει μέσα της σφύρες και τα ελατήρια του πυροδοτικού μηχανισμού και οι ’”ολόκληρες φωτιές” (Sidelocks).
Στη δεύτερη περίπτωση, οι -λίγο ως πολύ- επίπεδες πλάκες που συγκρατούν τα ελατήρια και τις σφύρες πρέπει να κρεμαστούν στα πλάγια του κορμού.
Και οι δύο δημιουργούν ένα πρόβλημα όγκου που ορίζει ένα σχήμα με κάθετες πλευρές. Κάποιοι καταφεύγουν στην αποστρογγύλωση των εξωτερικών ακμών στο σχήμα του δίκανου και αυτό είναι γνωστό ως “Round Body” (Στρογγυλός Κορμός). Δεν είναι παρά μια αισθητική ψευδαίσθηση που προσπαθεί να κρύψει τον όγκο του κορμού.
Στο πραγματικό Round Action, οι σκανδάλες και οι μηχανισμοί επίκρουσης εδράζουν πάνω στην πλάκα της σκανδαλοθήκης, η οποία έχει πολύ μικρότερο πλάτος. Αυτό δίνει την ευκαιρία στο σχεδιαστή να
μειώσει τον όγκο της κατασκευής, καταλήγοντας σε ένα λεπτότερο, ελαφρότερο όπλο. Ο Dickson εξέλιξε την ιδέα του Round Action βασιζόμενος πάνω στο γερμανικό μηχανισμό σκανδάλης για το “Edinburgh”. Με τη σειρά του ο McKay Brownh τον τελειοποίησε και αργότερα δημιούργησε και ένα σούπερ ποζέ βασισμένο στην ίδια αρχή.
Η τύχη βοηθά τους επίμονους
Στους κύκλους του εμπορίου χειροποίητων “Best guns” η προσπάθεια αναβίωσης του Σκωτσέζικου Round action έγινε γνωστή όταν ο διάσημος αρθρογράφος Geoffrey Boothroyd (Τζέφρυ Μπούθρόηντ, ο ίδιος άνθρωπος που συμβούλεψε τον Φλέμινγκ για τα όπλα του Τζέημς Μπόντ και μνημονεύεται σε αυτά ως “Q”), εξέτασε ένα από τα όπλα που έφτιαξε ο McKay Brown.
Τα διθυραμβικά σχόλια έφεραν τις πρώτες παραγγελίες. Το γεγονός ότι τα όπλα ήταν από αρχή μέχρι τέλος έργα ενός ανθρώπου έδινε μεγάλη ευελιξία και μπορούσε να ικανοποιήσει ιδιαίτερες απαιτήσεις που οι
μεγάλοι οίκοι αδυνατούσαν. Αυτό το μοντέλο λειτουργίας διατηρήθηκε καθώς η εταιρεία αναπτυσσόταν τα επόμενα χρόνια. Ο McKay Brown προσλάμβανε λίγους τεχνίτες και προσπαθούσε να διατηρεί σχεδόν όλα τα στάδια παραγωγής εντός του εργαστηρίου. Όποιες επεξεργασίες γίνονταν εξωτερικά δίνονταν σε τοπικούς τεχνίτες της Γλασκόβης με τους οποίους υπήρχε προσωπική σχέση και εμπιστοσύνη για την ποιότητα εργασίας. Όταν σταμάτησε να εργάζεται το 2020 σε ηλικία 80 χρονών, είχε πετύχει κάτι ανεπανάληπτο. Ως ανεξάρτητος οπλουργός έφτιαξε 780 δίκανα με την “υπογραφή” του. Καθένα έχει περάσει από τα χέρια και τα μάτια του, ελεγμένο μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια. Ξεκίνησε από το “τίποτα”, αναβίωσε ένα μηχανισμό που είχε σβήσει, έχτισε μια επιτυχημένη επιχείρηση και στην πορεία εφηύρε μια σειρά από βελτιώσεις και πατέντες. Αυτό είχε να γίνει από το δέκατο ένατο αιώνα και τον William Westley Richards. Στην εποχή των πολυεθνικών είναι απίθανο να το ξαναδούμε.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών